ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΕΛΙΓΓΩΝΗΣ

Ο Γιώργος Παπανδρέου έχει κατηγορηθεί –ακόμη και λοιδορηθεί- για πολλά. Και πράγματι, αν σκεφτεί κανείς σε ποια κατάσταση έφερε τη χώρα τα τελευταία δύο χρόνια (χωρίς να παραγνωρίσει, βέβαια, τις εγκληματικές ευθύνες του Κώστα Καραμανλή), μάλλον έχουν δίκιο όσοι τον κατηγορούν με σφοδρότητα για τα πάντα. Εκτός από ένα. Για το σύνθημα «λεφτά υπάρχουν».

Το εν λόγω σύνθημα, που χρησιμοποίησε ο πρώην πρωθυπουργός στην –προεκλογική- ΔΕΘ του Σεπτεμβρίου του 2009 έχει έρθει και πάλι στην επικαιρότητα μετά την παρουσίαση του κυβερνητικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ. Μετά την εκδήλωση στην «Αθηναΐδα», όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα παρομοίασε τις προτάσεις Τσίπρα με το «λεφτά υπάρχουν» του Παπανδρέου. Αυτή την κριτική άσκησε η ΝΔ, το ίδιο σύνθημα χρησιμοποίησε και η ΔΗΜΑΡ, αυτό είπε και το ΠΑΣΟΚ (με… δικά του λόγια, αφού ήταν σύνθημα του Γιώργου Παπανδρέου…).

Είχε δίκιο, αλλά όχι πολιτική βούληση

Κι όμως, στο σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα του 2009 που παρουσίασε ο Γιώργος Παπανδρέου, είχε δίκιο να λέει ότι «λεφτά υπάρχουν». Και τότε υπήρχαν και τώρα υπάρχουν, όσο περίεργο κι αν ακούγεται. Ο Γιώργος Παπανδρέου θα μείνει οπωσδήποτε στην Ιστορία γι’ αυτό το σύνθημά του. Με αρνητικό τρόπο. Θα μπορούσε, όμως, να μείνει και με θετικό, αν είχε την πολιτική βούληση να βρει αυτά τα χρήματα. Διάλεξε, όμως, τον εύκολο τρόπο. Τον τρόπο που με ευκολία θα διάλεγε η Δεξιά, αν ήταν στη θέση του. Η κυβέρνηση Παπανδρέου τα έβαλε με τα «συνήθη υποζύγια» και τους έστειλε κατά κεραίαν το «λογαριασμό» της κρίσης. Κι αν λεφτά υπήρχαν, δεν είχε την πολιτική βούληση να τα βρει.

Αντί να αγγίξει κάποιες από τις 58 σκανδαλώδεις φοροαπαλλαγές των εφοπλιστών, «κούρεψε» το ΕΚΑΣ των χαμηλοσυνταξιούχων. Αντί να αντιμετωπίσει δια παντός το λαθρεμπόριο μέσω του ναυτιλιακού πετρελαίου (με υπολογιζόμενα διαφυγόντα δημόσια έσοδα άνω των 3 δισ. ευρώ), επέλεξε να εξισώσει το φόρο στο πετρέλαιο θέρμανσης με το πετρέλαιο κίνησης, απειλώντας να βυθίσει στον παγετό χιλιάδες νοικοκυριά.

Αντί να θεσπίσει ένα σημαντικό τέλος μεγάλης ακίνητης περιουσίας, έστειλε χαράτσια μέσω του λογαριασμού της ΔΕΗ σε κάθε σπίτι, ακόμη και στους ανέργους και, μάλιστα, με την αντισυνταγματική και απάνθρωπη απειλή της διακοπής του ηλεκτρικού ρεύματος σε περίπτωση μη πληρωμής του φόρου.

Αντί να καταγγείλει τις διμερείς συμφωνίες με τα κράτη-έδρες των off shore εταιρειών (ο πρώην πρωθυπουργός υπήρξε εξαιρετικός υπουργός Εξωτερικών και θα μπορούσε να το προσπαθήσει –το έχει ήδη κάνει η Γερμανία), «έβρεξε» φόρους επί των κεφαλών όλων των πολιτών. Και άφησε στο απυρόβλητο χιλιάδες ιδιοκτήτες πολυτελών σπιτιών, αυτοκινήτων και μεγάλων εταιρειών, να απολαμβάνουν το προνόμιο της «ανωνυμίας» των υπεράκτιων εταιρειών τους.

Αντί να θεσπίσει έναν μεγάλο φόρο κληρονομιάς, επέλεξε να γονατίσει τις παραγωγικές δραστηριότητες με αύξηση ΦΠΑ, υπερφορολόγηση των πάντων και έκτακτες εισφορές.
Δεν επέβαλε καν έναν βαρύ φόρο εξόδου στις καταθέσεις που έφευγαν από τη χώρα, απειλώντας σοβαρά την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών.

Η κυβέρνησή του απειλούσε με κατασχέσεις ακόμη και για χρέη των 300 ευρώ, την ώρα που με τις περίφημες περαιώσεις επιβράβευε τους ασυνεπείς φορολογούμενους.
Στο πεδίο της ευρωπαϊκής διαπραγμάτευσης της Συνόδου της 26ης Οκτωβρίου, εξασφάλισε μεν την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αλλά με προνομιούχες μετοχές, επιβραβεύοντας με δημόσιο χρήμα τους τραπεζίτες και τα golden boys που είχαν επενδύσει σε δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, κυνηγώντας αλόγιστα το χρήμα. Και την ίδια ώρα, άφησε απροστάτευτα τα Ταμεία, που είδαν την περιουσία τους να μειώνεται δραματικά με το «κούρεμα» των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου που κατείχαν.

Αντί να διανείμει με όρους αγοράς τις τηλεοπτικές συχνότητες (σ.σ. η τρόικα έχει υπολογίσει ότι απ’ αυτή τη διαδικασία μπορεί να προκύψουν έσοδα της τάξης των 400-500 εκατ. ευρώ), έκοψε τις επικουρικές συντάξεις για να εξοικονομήσει 350 εκατ. ευρώ.
Αυτές και πολλές άλλες πηγές άντλησης δημοσίων εσόδων υπήρχαν και υπάρχουν. Το «μαύρο χρήμα» ακόμη διακινείται στην αγορά. Οι ιδιοκτήτες off shore εταιρειών συνεχίζουν να απολαμβάνουν τη φορολογική ασυλία τους.

Την περασμένη Δευτέρα, τέσσερις μεγάλες τράπεζες πήραν επιπλέον 18 δισ. ευρώ ζεστό, δημόσιο χρήμα. Τα περίφημα «σλέπια» συνεχίζουν, στα ανοιχτά γύρω από την Ελευσίνα και το Πέραμα, μαύρα μεσάνυχτα, να μεταφέρουν λάθρα ναυτιλιακό πετρέλαιο σε βυτιοφόρα, για να πουληθεί σαν πετρέλαιο κίνησης ή θέρμανσης, με το σύστημα «Ήφαιστος» να τελεί σε αδράνεια. Ιδιοκτήτες μεγάλης ακίνητης περιουσίας, αξίας εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, συνεχίζουν να «καθαρίζουν» με 400-500 ευρώ στο σημείωμα του ΕΤΑΚ.

Αν, λοιπόν, για κάτι κατηγορείται ο Γιώργος Παπανδρέου δεν είναι επειδή είπε ότι «λεφτά υπάρχουν», αλλά διότι δεν έκανε τίποτα για να τα βρει. Ακολούθησε μια βαθιά ταξική πολιτική, με τα βάρη εξόδου από την κρίση να κατανέμονται από τα κάτω και έως τη μέση, καταρρακώνοντας την κοινωνία, την οικονομία και τη χώρα. Άρα, όταν ένα κόμμα εξαγγέλλει ότι «λεφτά υπάρχουν», αυτό από μόνο του δεν φτάνει για να αποδείξει κανείς την αναξιοπιστία του. Αναξιόπιστο θα αποδειχθεί αν κληθεί να τα βρει και ρίξει την μπάλα στην εξέδρα. Γιατί στην πολιτική, όπως και στη ζωή, όλα είναι θέμα επιλογών.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.