ΚΟΣΜΟΣ

Πρωταθλήτρια στη φίμωση του Τύπου η Τουρκία

Από τις πιο καταπιεστικές κυβερνήσεις έναντι του Τύπου χαρακτηρίζεται η τουρκική κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που ηγείται του Κόμματος της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ)

Όπως μεταδίδει το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων,στα μέσα Οκτωβρίου, δύο εβδομάδες από την 10η επέτειο της νίκης του AKP στις εκλογές του 2002, δημοσιεύθηκε μια έκθεση της Επιτροπής για την Προστασία των Δημοσιογράφων (Committee to Protect Journalists, CPJ) τα ευρήματα της οποίας ήταν ιδιαίτερα δυσμενή. Με 76 φυλακισμένους δημοσιογράφους, η Τουρκία έχει τον υψηλότερο αριθμό φυλακισμένων δημοσιογράφων παγκοσμίως.

Οι θλιβεροί αριθμοί, σύμφωνα με την έκθεση, φέρνουν την Τουρκία σε θέση εφάμιλλη της Κίνας και  του Ιράν.

Η μη κυβερνητική οργάνωση η οποία εδρεύει στη Νέα Υόρκη, σχολίασε σκληρά τις επιθέσεις της κυβέρνησης εναντίον της ελευθερίας του Τύπου. «Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν διεξάγει μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις καταστολής της ελευθερίας του Τύπου στην πρόσφατη Ιστορία», τονίζει η CPJ.

Συνήθης πρακτική των τουρκικών αρχών είναι η δίωξη δημοσιογράφων που είναι ή φέρονται να είναι φίλα προσκείμενοι στα αιτήματα για αυτονομία των Κούρδων. Μάλιστα σε εξέλιξη είναι δικαστική περιπέτεια 44  δημοσιογράφων η οποία άρχισε τον Σεπτέμβριο σε δικαστήριο στην Κωνσταντινούπολη και όλοι βρίσκονται αντιμέτωποι με κατηγορίες που επισύρουν 15 ως 22 χρόνια κάθειρξη.

Δεχόμενη έντονες επικρίσεις η τουρκική κυβέρνηση διαψεύδει κατηγορηματικά ότι διώκει τους δημοσιογράφους για την άσκηση των καθηκόντων τους κι επιμένει ότι το πράττει μόνο για τις σχέσεις τους με τρομοκρατικές οργανώσεις.

Το 2011, σε μια ομιλία του που συμπεριέλαβε και στα απομνημονεύματά του, ο υπουργός Εσωτερικών Ιντρίς Ναΐμ είχε υπερασπιστεί ανεπιφύλακτα αυτή την πολιτική. «Ο τρόμος είναι ένα φαινόμενο με πολλαπλές όψεις το οποίο μπορεί να πάρει τη μορφή της ψυχολογίας ή της τέχνης», είχε υποστηρίξει, «άλλοτε τη βλέπουμε σε ένα πανί, άλλοτε σε ένα ποίημα, σε ένα άρθρο εφημερίδας ή ακόμα και σε ένα απλό αστείο».

Εκτός του κουρδικού ζητήματος σε δυσμένεια πέφτουν και όσοι δημοσιογράφοι είναι επικριτικοί στην κυβέρνηση του Ερνογάν. Για παράδειγμα το Σεπτέμβριο, το AKP αρνήθηκε να διαπιστεύσει στο συνέδριό του πολλούς εκπροσώπους από μέσα ενημέρωσης που είναι πιο επικριτικά απέναντί του. Ο πρωθυπουργός Ερντογάν είχε εξηγήσει ότι δεν είναι «υποχρεωμένος» να τους προκαλεί όλους.

Ένας από τους δικηγόρους του, ο Αλί Οζκαγιά, εξέφρασε ικανοποίηση πρόσφατα διότι μετά τις μηνύσεις που έκανε ο επικεφαλής της τουρκικής κυβέρνησης εναντίον των επικριτών του αυτοί «μεταπείστηκαν». «Ο τόνος των άρθρων γνώμης έχουν αλλάξει σημαντικά, ιδιαίτερα από το 2003», είχε αναφέρει στην αγγλόφωνη Hürriyet Daily News.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι παρατηρητές οι οποίοι επισημαίνουν ότι το κύμα αυταρχισμού οφείλεται εν μέρει σε εξωγενείς παράγοντες, όπως η άσχημη πορεία της προσπάθειας ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Για άλλους, το θέμα αφορά αποκλειστικά και μόνο την ίδια τη χώρα. «Η ΕΕ δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία», λέει ο ερευνητής Τζαν Μπαϊνταρόλ, η Τουρκία πρέπει να κοιταχτεί στον καθρέφτη αν θέλει να «εξαγάγει δημοκρατία στους γείτονές της».

(Πληροφορίες ΑΜΠΕ)

 

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.