ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Τί χρωστά η Εκκλησία στον Γιώργο Λιερό εκτός απ’ τους μισθούς των κληρικών;

Πριν από έναν περίπου μήνα (10-3-2013) η εβδομαδιαία εφημερίδα ΕΠΟΧΗ[1] δημοσίευσε ένα άρθρο του Γιώργου Λιερού, θεωρητικού της άμεσης δημοκρατίας και της κοινωνικής οικονομίας, με τίτλο «Πρέπει το κράτος να πληρώνει τους μισθούς κληρικών;» Με δεδομένο ότι μιλάμε για έντυπο της αριστεράς και για ακροαριστερό αρθρογράφο, θα περίμενε κανείς μια απάντηση αρνητική, βασισμένη στα συνήθη αριστερά αντιθρησκευτικά ή αντικληρικαλιστικά επιχειρήματα ή, έστω, σε μια φιλελεύθερη, ουδετερόθρησκη λογική διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους. Κι όμως, ο Γ. Λιερός έλεγε στο άρθρο του κάτι εντελώς άλλο: «Η γνώμη μας – γράφει – είναι ότι οι θρησκευτικοί και οι πολιτισμικοί θεσμοί πρέπει να συντηρούνται εν μέρει από ίδιους πόρους (με την περιουσία τους ή από το κοινό τους) και συμπληρωματικά από τη χρηματοδότηση του κράτους. ... Η χρηματοδότηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας από την πολιτεία δεν είναι λιγότερο θεμιτή από τη χρηματοδότηση του φεστιβάλ Αθηνών του Μεγάρου Μουσικής των πολιτικών κομμάτων.»

Δεν είναι αυτός ίσως ο τρόπος που ένας ορθόδοξος πιστός θα δικαιολογούσε τη θεσμική σχέση της εκκλησίας με το κράτος, δεν θα μπορούσε όμως, φαντάζομαι, να αρνηθεί ότι πρόκειται για μια ρηξικέλευθη πρόταση προς την αριστερά και γενικότερα προς τους μη πιστούς να δουν θετικά τη θρησκεία και ειδικότερα την Ορθόδοξη Εκκλησία· όχι ως μια υπόθεση που αφορά την ιδιωτική σφαίρα και τα δικαιώματα των πιστών, αλλά ως θεμελιώδη δημόσια λειτουργία, σημαντική για την πνευματική και πρακτική ανάταξη των κοινωνικών δεσμών που καταρρέουν. «Οι θρησκευτικοί θεσμοί – λέει παρακάτω το άρθρο – όπως και γενικότερα οι θεσμοί παραγωγής του πολιτισμικού και συμβολικού πλούτου, είναι πολύ σημαντικοί δημόσιοι θεσμοί και ως τέτοιους πρέπει να τους αντιμετωπίσουμε· όχι να τους δούμε εγκλωβισμένους στον ιδιωτικό χώρο, όπως πρεσβεύουν οι φιλελεύθερες θεωρίες». Η άποψη του Γ. Λιερού θυμίζει κάπως, αν και ξεπερνά κατά πολύ, τη φιλοθρησκευτική διάθεση του φιλελεύθερου Χάμπερμας (βλ. «Σύναξη», τ. 124)[2] μιας και κινείται πέρα από το φιλελεύθερο πλαίσιο, υπογραμμίζει την ιδιαίτερη σημασία της Ορθοδοξίας (που δεν επιτρέπει, όπως λέει, «φονταμενταλιστικές φιλοδοξίες ή φαντασιώσεις»), παραπέμπει στην πρόσφατη πολιτική εμπειρία της Λατινικής Αμερικής κλπ κλπ. Αυτά εν ολίγοις για το άρθρο· να μην τα πολυλογώ. Όποιος θέλει μπορεί να το βρει και να το διαβάσει.[3]

Περνάμε τώρα σε ένα άλλο θέμα· αυτό που κυρίως με ασπασχολεί. Στο τέλος του άρθρου, προκειμένου να τονιστεί η θετική προσμονή του αρθρογράφου από την Εκκλησία, λέγονται μεταξύ άλλων τα εξής: «Δεν μας αρκεί η Εκκλησία να πάψει να εμποδίζει την ανέγερση λατρευτικών χώρων για τους μουσουλμάνους. Πρέπει να μπει μπροστά και να αναλάβει ενεργό ρόλο στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους, συμπεριλαμβανομένων και των θρησκευτικών. Έτσι θα έδινε το έναυσμα για μια γόνιμη διαδικασία συναντήσεων και ανταλλαγών με τους μουσουλμάνους μετανάστες, οι οποίες θα μπορούσαν να δώσουν πολύ ενδιαφέρουσες πολιτισμικές συνθέσεις, τα στοιχεία για ένα νέο λαό από ντόπιους και μετανάστες.» Είναι μια πρόταση που σηκώνει, ασφαλώς, πολλή συζήτηση. Την οποία έσπευσε να ανοίξει, ποιος; ... Ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Πειραιώς. Ο οποίος, σε ένα κείμενό του που έχει σαν στόχο κυρίως τον δήμαρχο Αθηναίων, παραλαμβάνει και τον Γ. Λιερό.[4] Αποκαλεί την άποψη του «φρικιαστική», και παραθέτει προς χάριν των αναγνωστών του ολόκληρο το παραπάνω απόσπασμα, με μια ελαφρά, όμως, παραλλαγή. Εκεί που ο Λιερός αναφέρεται σε συναντήσεις και ανταλλαγές με τους μουσουλμάνους μετανάστες «οι οποίες» (οι συναντήσεις, εννοείται) θα μπορούσαν να δώσουν πολύ ενδιαφέρουσες πολιτισμικές συνθέσεις, ο Μητροπολίτης Πειραιώς διαπράττει αντιγράφοντας ένα μικρό λαθάκι. Μιλά για συναντήσεις και ανταλλαγές με τους μουσουλμάνους μετανάστες «οι οποίοι» (οι μουσουλμάνοι, εννοείται) θα μπορούσαν να δώσουν πολύ ενδιαφέρουσες πολιτισμικές συνθέσεις. Δηλαδή ο μεν Λιερός γράφει ότι τις συνθέσεις θα τις δώσουν οι συναντήσεις και οι ανταλλαγές, ενώ ο Μητροπολίτης Πειραιώς τον βάζει να λέει πως τις συνθέσεις θα τις δώσουν οι ίδιοι οι μουσουλμάνοι μετανάστες από μόνοι τους. Δεν πρόκειται, προφανώς, για τυχαίο «λάθος», αφού σ’ αυτό ακριβώς βασίζεται όλη η επόμενη επιχειρηματολογία του Σεβασμιότατου. Είναι σαφές το τί συνέβη. Ο Σεβασμιότατος έκρινε πως η διατύπωση του αρθρογράφου δεν ήταν επαρκώς βολική για να φανεί ο «φρικιαστικός» της χαρακτήρας, και θέλησε να βοηθήσει κάπως την κατάσταση – προς χάριν της βαθύτερης αληθείας, βεβαίως βεβαίως.

Κατόπιν όλων αυτών με παίρνει τηλέφωνο ο Γ. Λιερός – τον οποίο γνωρίζω – και σε κατάσταση πλήρους απορίας με ρωτούσε να του εξηγήσω πώς είναι δυνατόν ένας πνευματικός άνθρωπος, όπως κατά τεκμήριο είναι ένας χριστιανός επίσκοπος, να προβαίνει σε τέτοια λαθροχειρία εις βάρος του αντιπάλου του. Εντάξει – έλεγε – να χτυπήσει την άποψή μου, να την κάνει σκόνη αν μπορεί. Χρειάζεται όμως να τη διαστρέψει; Κι αν δεν αγαπά εμένα, ως εχθρό του, δεν σέβεται τουλάχιστον την αλήθεια, που στο κάτω κάτω γι’ αυτόν είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο υποτιθέμενος Κύριός του; Αυτά αναρωτιόταν ο Λιερός, και ομολογώ ότι δεν ήξερα τί να του απαντήσω· πώς να του εξηγήσω τη στάση του ανδρός. Προς στιγμήν σκέφτηκα να του πω κάτι απ’ την προσωπική του ιστορία, όσο τη γνωρίζω· ποια ήταν η θητεία του στην Αρχιεπισκοπή της Αυστραλίας, πώς έφυγε από κει κακήν κακώς, και τί έγραψε γι’ αυτόν μετά την ενθρόνιση του στη Μητρόπολη Πειραιώς ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας Στυλιανός (αποκαλώντας τον «τραγικό τσαρλατάνο», μιλώντας για «ψυχοπαθολογική κατάσταση» κλπ). Δεν τα ξέρω όμως καλά· έτσι δεν είπα τίποτα. Σκέφτηκα μετά να αναφερθώ στις διαρκείς πρωτοβουλίες του (συνέδρια, καταγγελίες κλπ) κατά επιφανών χριστιανών θεολόγων και συνεπισκόπων του, κινήσεις που εξυφαίνουν και καλλιεργούν σχισματικές διαιρέσεις στους κόλπους της ελλαδικής Εκκλησίας. Υπέθεσα όμως ότι δεν θα ενδιαφέρουν τον Λιερό· έτσι τα άφησα κι αυτά. Θυμήθηκα ακόμα και τις επικριτικές επιστολές του προς τη Βασίλισσα της Αγγλίας και τον Καντάφι (Μάρτιος 2010), αλλά κι αυτές άσχετες με το θέμα μού φάνηκαν. Μετά προσπαθούσα να θυμηθώ αν ήταν κι αυτός μεταξύ αυτών που είχαν κατηγορήσει ψευδώς και δολίως τον Οικουμενικό Πατριάρχη ότι είχε δήθεν συμμετάσχει σε συλλείτουργο με τον Πάπα. Αλλά και σ’ αυτό δεν ήμουν βέβαιος. Το μόνο που θυμόμουν με σιγουριά ήταν η περσινή επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχη προς την Ελλαδική Εκκλησία, με την οποία ο Παναγιότατος ερωτούσε κι αυτός τί ακριβώς συμβαίνει με τον Πειραιώς και ως πότε ο άνθρωπος αυτός θα εξευτελίζει τον θεσμό που υποτίθεται πως υπηρετεί. Εξ όσων γνωρίζω η Ελλαδική Εκκλησία δεν έχει ακόμα απαντήσει στον Οικουμενικό Πατριάρχη. Και έτσι, μένοντας κι εγώ σε απορία, συνειδητοποίησα ότι ο άνθρωπος αυτός – που ασχολείται πολύ σοβαρά με το τί βάζουν οι άλλοι στο στόμα τους, αλλά αντιμετωπίζει με περισσή ελαφρότητα το τί βγάζει ο ίδιος από το δικό του – έχει αυτό ακριβώς το προσόν. Να αφήνει τους πάντες σε αδυναμία να απαντήσουν σε τρίτους όταν ερωτώνται περί αυτού.

Προκειμένου λοιπόν να ξεφύγω από τα ερωτήματα του φίλου μου, σκέφτηκα αυτό: του πρότεινα να στείλει μια επιστολή στην Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και να εκθέσει την απορία του στους επισκόπους. Να τους ρωτήσει αν είναι δυνατόν ένας εξ αυτών να παραχαράσσει την αλήθεια και να αδικεί κάποιον, έστω και εχθρό της Εκκλησίας. Είμαι βέβαιος, του είπα, ότι μόλις απαντήσουν στον Βαρθολομαίο, αμέσως μετά θα απαντήσουν και σε σένα. Είναι μια απάντηση που η Εκκλησία την οφείλει στον Γιώργο Λιερό.

Σημειώσεις
[1] Η ΕΠΟΧΗ είναι εφημερίδα της Ανανεωτικής Αριστεράς, όπως γράφει στον υπότιτλό της. Πρόσκειται κατά βάση στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά γράφουν σ’ αυτή και πολλοί από την πέραν του ΚΚΕ άκρα αριστερά.
[2] Βλ. δικό μου σχετικό άρθρο. «Κράτος και Εκκλησία» (Σύναξη, τ. 124, σελ.16) και στο Αντίφωνο
[3] «Κράτος, Εκκλησία, κλήρος και αριστερά», του Γιώργου Λιερού
[4] Ο Μητροπολίτης Πειραιώς για τις δηλώσεις Καμίνη (8/4/2013)

ΠΗΓΗ: antifono.gr

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.