ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Δημόσια γυναίκα, Εθνική Κιβωτός

Πες μου τι βλέπεις, να σου πω ποιος είσαι. Οι εικόνες απατούν. Έτσι τα βλέπω, αν έτσι νομίζετε. Έχουν για μας την εντύπωση που μας αξίζει. Να τέσσερις παραφράσεις γνωστών αφορισμών που, αντί να ξεδιαλύνουν, μάλλον περιπλέκουν την αναζήτηση του χαμένου παραδείσου. Πουλήθηκαν αποκωδικοποιητές για τον εντοπισμό των συχνοτήτων, όχι των προτεραιοτήτων. Με τη συνδρομή, μάλιστα, του πολιτικού ερασιτεχνισμού, η υψηλή ευκρίνεια υποχωρεί απέναντι στην υψηλή παράνοια. Τι ακριβώς χωρίζει, άραγε, φίλους και αντιπάλους της ελληνικής ραδιοτηλεόρασης; Δεν είναι ντεμοντέ, καθυστέρησε να απαλλαγεί από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της αδιαφάνειας, του παραγοντισμού, των εργατοπατέρων και της κομματοκρατίας. Αλλ’ έστω κι έτσι, υπό συνθήκες μειωμένης παραγωγικότητας, στο διάβα λίγων δεκαετιών, για τους περισσότερους, αντιπροσωπεύει κάτι σαν τον άγνωστο ή ξεχασμένο, όμως υπαρκτό κι ιδανικό συγγενή. Κάποιον μάρτυρα της παιδικής μας ηλικίας, συμμέτοχο και συνένοχο. Από τις συσκευές, σ’ απόσταση αναπνοής, η θεία Λένα κι η Αλίκη Νικολαΐδου, τα διαγγέλματα κι ο εθνικός ύμνος, το θέατρο της Δευτέρας και τα ντέρμπι της Κυριακής, τα Μουντιάλ κι ο Αττίλας, Καραμανλής και Ανδρέας, Γκάλης και Καραγκούνης, Έλβις και Τσελεντάνο, Μάνος και Μίκης, ο Στέλιος ολυμπιονίκης.

Αν ονομάστηκαν Γουέμπλεϊ οι μπαρμπουτιέρες της εποχής, είναι γιατί η μικρή οθόνη εγκαταστάθηκε στο σπίτι την δεκαετία του ’70, μαζί με τον «Άγνωστο πόλεμο». Αλλ’ ως γνωστόν, «Δημόσια γυναίκα» δεν υπήρξε μόνον η Βαλερί Καπρίσκι, μα οποιαδήποτε πριν ή μετά απ’ αυτήν δεν διάλεξε τον διαφορετικό δρόμο. Εξίσου γνωστό πως ο δημόσιος διάλογος, η δημόσια θέα, το δημόσιο συμφέρον και το δημόσιο αγαθό δεν υπόκεινται στην ίδια κλίμακα αξιών με την δημόσια γυναίκα ή τα δημόσια λουτρά. Λεπτομέρειες, θα πεις, αλλ’ ενδεικτικές της δημόσιας σύγχυσης.

Αν κάτι αξίζει να διασωθεί μ’ οποιοδήποτε τίμημα, σε πείσμα του κυνισμού, της δήθεν εξυγίανσης και του συντεχνιακού αμόκ, είναι το τρίπτυχο της διαφάνειας, της ανεξαρτησίας και της ποιοτικής διαφοράς. Ας μην συγκεντρώνει μεγάλο μερίδιο ακροατών, θεατών ή διαφημιστικών μηνυμάτων. Χάρη στον αρχειακό της πλούτο, η ραδιοτηλεόραση αποτελεί σημείο αναφοράς και μνήμης, επιβεβαιώνοντας κάθε στιγμή την αναγκαιότητα της διαφοράς, δηλαδή του κρίσιμου παραδείγματος απέναντι στον θόρυβο, στο ανιστόρητο, στην ευτέλεια και στην αβάσταχτη ελαφρότητα της ξεκωλαρίας. Ναι, ο κόσμος δεν δημιουργήθηκε για να εγκλωβιστεί στη μικρή οθόνη, όμως δεν υπάρχει μέλλον και πυξίδα για καμία κοινωνία δίχως την Εθνική της Κιβωτό. Οι χθεσινοί μαοϊκοί ας παρακολουθούν, ως στελέχη πλέον, τα διεθνή δίκτυα.

Η Κίνα υπερδύναμη; Εδώ, η αιώνια λιακάδα της μεταπολίτευσης. Σ’ αυτήν μεγαλώσαμε, αυτήν ξέρουμε, μ’ αυτήν χρεοκοπήσαμε, αυτήν εμπιστευόμαστε. Να τ’ αλλάξουμε όλα για να μην αλλάξει τίποτα. Γυναίκα κι αυτοκίνητο αλλάζεις, ομάδα δεν αλλάζεις. Νοοτροπία, έστω;

Ούτε φρασεολογία. Ναι στην αλλαγή των συσκευών, όχι των ιδεοληψιών. Εκεί, στις αρχές του ’70, η πηγή των αγκυλώσεων, των μυθευμάτων και των συμπλεγμάτων. Στις ΗΠΑ, το σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ υποχρεώνει τον πρόεδρο Νίξον σε παραίτηση και η δημοσιογραφία κατατροπώνει την πολιτική. Δίπλα μας, το πραξικόπημα κι η εισβολή στην Κύπρο, μετατρέπουν την Ελλάδα σε ζώνη επιρροής.

Κι όλ’ αυτά τι σχέση έχουν με την περιπέτεια της ελληνικής ραδιοτηλεόρασης; Θ’ αναρωτηθεί κανείς. Τι σύμπτωση, μαύρο εδώ, φωτιές εκεί, διαδηλωτές κι υποστηρικτές, παντού το CNN. Εξαιτίας της διαρκούς μεταπολίτευσης, ο Ερντογάν συνδέει το Σύνταγμα με την πλατεία Τακσίμ και συγκρίνει τη συμπεριφορά της Δύσης απέναντι στις δύο γειτονικές χώρες. Ακούγεται από χείλη ελληνικά κάτι ανάλογο; Πάλι ο Ερντογάν, κατηγορώντας το Reuters και το CNN ως «εταιρείες κατασκευής ειδήσεων» δεν θυμίζει στους νεότερους, απλώς, τον ρόλο των ενημερωτικών σταθμών στην περίπτωση της Αραβικής Άνοιξης χθες, του Περσικού Κόλπου προχθές, της Συρίας, του Ιράν, της Κορέας, των Δίδυμων, της Βεγγάζης, τόσων εστιών κι ειδώλων της επικαιρότητας.

Επιπλέον, θυμίζει στους παλιότερους ότι στο Γουοτεργκέιτ δεν σημειώθηκε μια νίκη της κοινής γνώμης και της αντικειμενικής ενημέρωσης, όσο μια νίκη της τέταρτης εξουσίας εναντίον της πρώτης, δηλαδή οι επιχειρηματίες των Μίντια κέρδισαν τον πόλεμο με την κάστα των πολιτικών και των άλλων βιομηχάνων. Αλλ’ έτσι, εάν το CNN δεν ενημερώνει αλλ’ εκπροσωπεί, ως πολιορκητικός κριός, τους κολοσσούς της παγκοσμιοποίησης, η σημασία των εθνικών σταθμών αποκτά καινούργια διάσταση, ειδικά όταν συννεφιάζει η γειτονιά μας και οι παίκτες στο καζίνο της ενέργειας μαζεύονται σαν τους καρχαρίες.

Θέλουν κάποιοι τις δύο χώρες, μπανανίες εσαεί; Στις «Μπανάνες» (1971) σχολιάζοντας προφητικά την δίψα της εξουσίας, τον σκοτεινό ρόλο της CIA και την πολιτική φαντασία, ο Γούντι Άλεν και το τηλεοπτικό συνεργείο προαναγγέλλουν την εκδήλωση πραξικοπήματος, εντός ολίγου, σ’ απευθείας μετάδοση. Είμαστε στα χρόνια του ’70;

 

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.