ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Όταν ο Κάρα συναντήσει την Ζιζέλ

Σύμφωνα με μιαν αρκετά διαδεδομένη αντίληψη, οι διεθνείς μας ποδοσφαιριστές ήταν άμπαλοι και άμυαλοι. Το πρώτο εκ των δύο στερητικών άλφα, υποτίθεται διαπιστωνόταν σε κάθε δύσκολο ή κρίσιμο παιχνίδι, απέναντι σ’ αντιπάλους με σοβαρότητα, ειδικό βάρος, παράδοση και τεχνικές φέτες. Το δεύτερο χρειαζόταν λίγο μεγαλύτερο χρόνο, να προσελκύσουν δηλαδή το ενδιαφέρον ξένων συλλόγων, να μεταναστεύσουν και εκεί, πλέον, να επιβεβαιώσουν τις γνώριμες αδυναμίες, νοοτροπίας και προσαρμογής.

Θα υπήρχε ο Φραντς Μπεκενμπάουερ, άραγε, αν ο Τάκης Λουκανίδης δεν είχε γεννηθεί στη Δράμα, αν δοκιμαζόταν σε μεγάλα πρωταθλήματα και δεν κατέληγε στον Άρη, μέσω Κύπρου, Λεωφόρου Αλεξάνδρας και φυλακών Αβέρωφ, για παράδειγμα; Δεν θα μάθουμε ποτέ, αφού δεν υπήρχε η τηλεόραση. Για τους Δομάζο, Κούδα, Παπαϊωάννου, το ίδιο, όπως και για τον νεότερο απ’ τους προηγούμενους Βασίλη Χατζηπαναγή.

Τα μάγια λύθηκαν με την έλευση του επαγγελματισμού, της μικρής οθόνης και του πρώτου Όθωνα που αγαπήθηκε από έναν ολόκληρο λαό αντιμοναρχικών πεποιθήσεων. Οι άμπαλοι απέκτησαν εμπιστοσύνη στα πόδια τους. Δεν ήθελε και πολύ ν’ ανέβει και στο κεφάλι τους. Από το 2004 ως το Μουντιάλ του 2020, απαράλλαχτος ο τρόπος του παιχνιδιού κι ο βασικός κορμός των παικτών. Πώς άμπαλοι, με τόσες επιτυχίες; Πώς άμυαλοι, κερδίζοντας τον έλεγχο, τις εντυπώσεις ή το κέντρο, έστω με λίγο θέατρο ώστε να βγαίνουν από τα ρούχα τους παγκόσμιες βεντέτες σαν τον Ζινεντίν Ζιντάν;

Πώς, επίσης, η Ίντερ του Μιλάνου ετοιμάζεται να διαθέσει ως δώρο πρωτοχρονιάτικο στον Ολυμπιακό, το ποσό των δεκαπέντε εκατομμυρίων για ν’ αποκτήσει τον δεινό σκόρερ Κώστα Μήτρογλου στη θέση του Ντιέγκο Μιλίτο; Τίποτε δεν διδάχθηκε από την ανεπιτυχή θητεία του Γρηγόρη Γεωργάτου που κουράστηκε να σεντράρει στο κεφάλι του Κρίστιαν Βιερς και νοστάλγησε πειραιώτικο φραπέ; Τίποτε κι από τη σύντομη παραμονή του Γιώργου Καραγκούνη, αρχηγού της ομάδας που έφτασε πριν από μιαν τετραετία στη χώρα του Μαντέλα, έχοντας μάτια μόνον για την σταρ του Χόλιγουντ κι επίσημη οικοδέσποινα Σαρλίζ Θερόν;

Λευκή καλλονή σε μαύρη ήπειρο. Ούτε η Βραζιλία διαθέτει ντίβα μελαψή με διεθνή ακτινοβολία, μόνον μιαν Μπούνχβελντ, την γερμανικής καταγωγής μοντέλα που πρώτη απαίτησε να πληρώνεται σ’ ευρώ και όχι σε δολάρια. Κι η Έλενα Φουρέιρα τι σχέση έχει μ’ όλα αυτά; Απλώς, στον απόηχο της εθνικής επιτυχίας, ο Γιώργος Σαμαράς ξαναβρίσκει τον δρόμο προς τα δίχτυα της – ή, μπλέκεται σ’ αυτά. Το ειδύλλιό τους πάλι ανθίζει, όπως θέλουν τα σενάρια γι’ αθλητές και τραγουδιάρες. Στη γλώσσα της πολιτικής φαντασίας, πάντως, γιατί μόνον ένας Σαμαράς στο εθνικό συγκρότημα, πού σκορπίστηκαν οι υπόλοιπες συμπτώσεις και συνωνυμίες; Ο Βενιζέλος ασθενεί. Κανείς από τους άλλους; Τσίπρας, Καμένος ή Κουτσούμπας, οι πρώην πρωθυπουργοί; Ο Φώτης νοσταλγεί τον σοσιαλισμό, η Ρεπούση τον συνωστισμό, η Ντόρα μισεί τον Αβραμό.

Ομάδα έτσι δεν γίνεται, με τόσο ετερόκλητες επιδιώξεις. Θυμίζει εκείνην του αείμνηστου Αλκέτα που το 1994, ενώ διέσχισε τον Ατλαντικό, βυθίστηκε πιο γρήγορα κι απ’ τον Τιτανικό. Χρειάστηκε να προσληφθεί ένας Γερμανός για ν’ ανακτήσει ο Έλλην ποδοσφαιριστής την χαμένη του τιμή και, μαζί, ολόκληρη χώρα την εθνική της αυτοπεποίθηση.

Δίπλα στους Ολυμπιακούς Αγώνες, με τον Ότο Ρεχάγκελ καθοδηγητή, η κατάκτηση του EURO στην Πορτογαλία φαινόταν πως διαθέτει υπολογίσιμη δυναμική, όταν ο εθνοχουλιγκανισμός θα υποχωρούσε μέσα στην χρεοκοπία. Για την ακρίβεια, με την φόρα του θρίαμβου, η Εθνική μας προκρίθηκε για δεύτερη φορά σε Μουντιάλ, στη Νότια Αφρική του 2010. Ας πέρασαν στην ιστορία τα ζευγάρια, Ζαγόρ με Ιωάννα και Ντέμης με Βανδή. Παρέμειναν ακλόνητες η πειθαρχία, η συλλογική δουλειά και μια ορισμένη ύλη που την αποκαλούν ψυχή.

Στη σημερινή σύνθεση, μεγάλη πρωταγωνίστρια είναι η ανανέωση: Σαλπιγγίδης, Μήτρογλου, Καρνέζης, Μανιάτης, Τζιόλης, Χολέμπας, Κατσουράνης. Αν το Παπασταθόπουλος ηχεί ως σιδηρόδρομος, το Σωκράτης συνδέει μεμιάς την αρχαιότητα με τον τωρινό προορισμό, καθώς η διοργάνωση του 2014 φιλοξενείται στη χώρα της σάμπας, του ποδοσφαίρου και του Σόκρατες, αξέχαστου μέλους μιας θρυλικής ενδεκάδας. Αλληλοκάλυψη, ψυχραιμία, έλεγχος του ρυθμού, δύναμη κι αμυντικός προσανατολισμός, να τα χαρακτηριστικά των γαλανόλευκων, με τον Φερνάντο Σάντος, πλέον, στον πάγκο.

Όχι, δεν άλλαξαν πολλά κι ας άλλαξαν όλοι. Μοναδική εξαίρεση, ο Γιώργος Καραγκούνης. Λιγότερο ευκίνητος κι ανθεκτικός, εξίσου έμπειρος κι ηγετικός, ο άνθρωπος που ξέρει όσο ελάχιστοι να γίνεται χρήσιμος αγκαλιά με το χορτάρι, δεν διατηρεί τιμητικά την φανέλα με το «10» το καλό, μόνον. Ουσιαστικά, εννέα χρόνια ακριβώς μετά από το γκολ που πέτυχε στην Λισαβόνα για ν’ αρχίσει η πορεία προς τον τίτλο, ο βετεράνος ποδοσφαιριστής συμβολίζει κάτι περισσότερο από τον σύνδεσμο δύο ομάδων κι ισάριθμων στόχων. Μάλλον, εκπροσωπεί με τρόπο ιδανικό, ως άθροισμα νοοτροπίας, σωματικής διάπλασης, τεχνικών δυνατοτήτων κι απαράμιλλου σθένους, αυτό που πάντοτε επιστρατεύεται σ’ αντίξοες συνθήκες ως ελληνικό δαιμόνιο.

Πιο απλά, πρόκειται για την εφαρμογή του δόγματος περί μεγιστοποίησης του όποιου σχετικού ταλέντου με τη συνδρομή της προσφοράς στα όρια της αυτοθυσίας. Κάπως έτσι κερδίζουν την εμπιστοσύνη και την εκτίμηση των οπαδών οι αρχηγοί και οι ομάδες τους, κάπως έτσι την χάνουν, δεκαετίες τώρα, οι ηγεσίες των κομμάτων και των κυβερνήσεων.

Επιστρέφοντας στο αρχικό ζεύγος μαθαίνω πως η Φουρέιρα είναι Ελληνίδα κι ουδεμία σχέση έχει με σουξεδιάρες μελαψές, Ολιβέιρα η Κορέιρα. Όσο για το φαινόμεο της υπερ-αναπλήρωσης, Μπούνχβελντ δεν είναι το λαμπρό, ξανθό μοντέλο εκ Βραζιλίας; Όταν ο Κάρα ζητάει ως αντίπαλο στην έναρξη την παγκόσμια υπερδύναμη, γιατί να μην αναφωνούν οι οπαδοί «Ζιζέλ, ερχόμαστε» ύστερα από υπερ-δεκαετή λιτότητα και παντοειδείς στερήσεις;

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.