ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Ο κόσμος να σταθεί και πάλι πάνω από το ύψος του

Η είδηση ότι η χώρα οδεύει εκ νέου σε εκλογές δεν είναι ούτε καλή, ούτε κακή από μόνη της. Είναι σίγουρα, όμως, παράξενη.  Οι ίδιες οι εκλογές δεν αποτελούν ούτε εμπαιγμό του δημοκρατικού πολιτεύματος, ούτε στρέβλωση της λειτουργίας του, αλλά ούτε και ύμνο στη δημοκρατική λειτουργία. Το θέμα ουσιαστικά δεν είναι οι ίδιες οι εκλογές, αλλά το πώς και το γιατί οδηγηθήκαμε και πάλι σε αυτές. Ποιοι λόγοι τις κατέστησαν αναγκαίες. Γιατί στην παρούσα συγκυρία αυτό είναι, αναγκαίες .

Μετά από μια πορεία που είναι γνωστή σε όλους μας και που δεν άφησε ανέγγιχτο σχεδόν κανέναν –όσο και αν είναι ριψοκίνδυνη η άποψη αυτή- ο κόσμος οδηγείται για ακόμα μια φορά στις κάλπες. Και αν το ερώτημα του δημοψηφίσματος ήταν κάπως νεφελώδες -παρόλη την τεράστια ιστορική σημασία του, αλλά και τη διεθνή απήχηση του αποτελέσματός του- οι επερχόμενες εκλογές είναι «νεφελωδέστερες». Προκλήθηκαν και κατέστησαν απαραίτητες είναι η αλήθεια, ωστόσο ποια είναι η διακύβευση, αν υπάρχει, και το ερώτημα είναι ζητήματα ασαφή. Σε μεγάλο βαθμό το να αποδοθεί η διαχείριση μιας διαμορφωθείσας απεχθούς κατάστασης στο πλειοψηφούν κόμμα –το «νικητής» δεν αρμόζει στο εν λόγω σημασιολογικό περικείμενο.

Η κοινωνία έχει καταστεί σαστισμένη στην καλύτερη περίπτωση, απογοητευμένη στην πλειονότητά της, οργισμένη στη χειρότερη. Και αυτό το μείγμα παράγει πάντα αποτελέσματα μη προβλεπόμενα και εν πολλοίς ριψοκίνδυνα. Η αίσθηση που κυριαρχεί είναι ότι όλοι δοκιμάστηκαν και απέτυχαν, όλοι έταξαν και πρόδωσαν, όλοι έβαλαν το λιθαράκι τους στην αποσάθρωση της κοινωνίας. Μεγαλύτερο θύμα είναι η ίδια η δημοκρατία ως πολίτευμα, αλλά και ως διαδικασία. Δε χρειάζεται να αναφερθούμε στις ανέξοδες μεγαλοστομίες του παρελθόντος μιας πορείας που εδράζεται στην υπόσχεση περί «επανίδρυσης του κράτους σεμνά και ταπεινά» και στην κραυγή «λεφτά υπάρχουν», για να καταλήξει συντετριμμένη, κάπου στα νερά του Θερμαϊκού. Αρκεί να σκεφτούμε τη μη υλοποίηση του αιτήματος της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας για αλλαγή πορείας και έξοδο από το μονόδρομο της καταστροφής, όπως αυτό εκφράστηκε στις Ευρωεκλογές του 2014, στις Εθνικές Εκλογές του 2015 και κορυφώθηκε με το μεγαλειώδες «ΟΧΙ» της 5ης Ιουλίου. Όταν το 62% της κοινωνίας υπερέβη τις προσδοκίες, τις προβλέψεις, το ίδιο του το ανάστημα και έδειξε σε όλον τον κόσμο ότι εδώ, στην Ελλάδα, «δεν πάει άλλο». Το ότι το «ΟΧΙ» δε συνοδεύτηκε με τον τερματισμό του μνημονίου δεν αποτελεί ευθύνη του κόσμου. Ο ρόλος του είναι διακριτός από αυτόν της κυβέρνησης και των ευρωπαϊκών θεσμών. Η αθέτηση όμως της τριπλής εντολής της κοινωνίας μέσα σε ένα χρόνο αποτελεί μεγάλο χτύπημα στην ίδια τη δημοκρατία. Από το χτύπημα αυτό ο κόσμος, που έχει κάθε δικαίωμα να αισθάνεται ταπεινωμένος και απογοητευμένος, πρέπει να συνέλθει άμεσα.

Επιστρέφοντας στη διακύβευση των επερχόμενων εκλογών, αυτή δεν είναι καθαρά διαχειριστική, όσο και αν κάτι τέτοιο δεν είναι εμφανές με την πρώτη ματιά. Γιατί τότε δεν θα ήταν καν διακύβευση. Ο ίδιος κόσμος, που ξάφνιασε με την αποφασιστικότητά του στο δημοψήφισμα, πρέπει τώρα να κάνει μια ακόμα φορά την αυτοκριτική του και να διορθώσει τα λάθη του παρελθόντος. Και κυρίως την εκλογική του νοοτροπία, όπως αυτή διαφάνηκε και κατά την περίοδο του μνημονίου. Η αλήθεια είναι ότι φταίμε όλοι σε ένα βαθμό. Αποδεχτήκαμε τον παραλογισμό και τον καταστήσαμε νόρμα. Το ίδιο κάναμε με την υστερία, τη «γραφικότητα». Δεν αναζητήσαμε το επιχείρημα, αλλά την ατάκα. Αν αυτή συνοδευόταν και από λίγη εριστικότητα, ακόμα καλύτερα. Γελάσαμε με το σύνθημα, φανατιστήκαμε με αυτό πολλές φορές. Ξεχάσαμε την ουσία.

Στην παρούσα φάση σε αυτούς τους κινδύνους και τα λάθη έρχεται να προστεθεί και ένα ακόμα. Ο κόσμος έχει την τάση να ξεχνάει εύκολα. Ειδικά σε περιόδους έντονες και δύσκολες μένει στις ευθύνες του «σήμερα», ωραιοποιώντας με σχετική ευκολία καταστάσεις του «χθες». Όμως, για τη σημερινή δυσχερή κατάσταση η ευθύνη δεν απορρέει από τους τελευταίους 7 μήνες. Τα λάθη και οι ευθύνες αυτής της περιόδου αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου μιας μακράς περιόδου αυθαιρεσίας, ατασθαλιών, αναξιοκρατίας και ασέβειας προς τον κοινωνικό ρόλο που οφείλει να έχει το κράτος. Αλλά και προς τους κοινωνικούς ρόλους που κλήθηκαν να αναλάβουν οι εκάστοτε λειτουργοί του. Η σημερινή κατάσταση είναι το επιφαινόμενο μιας διαχειριστικής νοοτροπίας που ρίζωσε με ευθύνη όλων όσοι ήταν μέλη του παλιού ισχυρού κομματικού συστήματος.

Ο κόσμος πλέον έχει γνώση της ευθύνης του –ή τουλάχιστον έτσι οφείλει. Και μπορεί να είναι δύσκολο να επιτελέσει με ακεραιότητα το ρόλο του στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, καθώς η λίστα επιφέρει αδυναμία διαμόρφωσης του κοινοβουλευτικού σώματος με βάση την επιλογή του εκλογικού σώματος. Ωστόσο έχει χρέος να μην ξαναψηφίσει με γνώμονα το ποιος κάνει την πιο πολύ φασαρία ή το ποιος γίνεται συμπαθής λόγω της βροντόφωνης γραφικότητας που καλύπτει την παντελή έλλειψη επιχειρημάτων. Έχει χρέος να κάνει και ασκήσεις μνήμης πριν την κάλπη. Απογοητευμένος από το παρόν, ας μην επιστρέψει στο παρελθόν, φοβούμενος το μέλλον. Τα πισωγυρίσματα είναι πάντα καταστροφικά, πόσο μάλλον όταν η ίδια η πραγματικότητα επιβεβαιώνει καθημερινά το μέγεθος της καταστροφής που απέφερε αυτό το «παρελθόν».

Το μέλλον αυτής της χώρας δεν μπορεί να εναποτεθεί σε περιθωριακές «δυνάμεις» στο όνομα της απογοήτευσης από την έως τώρα ανεπάρκεια του πολιτικού συστήματος να διαχειριστεί τα προβλήματα της κοινωνίας. Ούτε μπορούν να το διαχειριστούν οι δυνάμεις του «χτες». Αυτές που ξεπεράστηκαν, αυτές που κατακρίθηκαν, αυτές που η κοινωνία κατέστησε κρινόμενες, δεν μπορούν να επανέλθουν, να επικροτηθούν, να καταστούν κριτές. Πολύ περισσότερο ας μην καρπωθούν τη λεγόμενη «αρνητική ψήφο» οι λανθάνοντες νοσταλγοί του Χίτλερ. Η ιστορία μπορεί ποτέ να μην επαναλαμβάνεται αυτούσια, ωστόσο διατηρεί τη δυνατότητα να παρέχει διδάγματα προερχόμενα από το παρελθόν .

Υπάρχει ένα δεδομένο που φαντάζει ως βεβαιότητα σε έναν κόσμο γεμάτο αναταράξεις. Η κοινωνική και οικονομική δομή στην οποία ζούμε φαίνεται αποδεκτή από την πλειοψηφία της κοινωνίας. Τουλάχιστον, δεν διαφαίνεται έμπρακτη κινηματική διάθεση ανατροπής της. Δεν συμβαίνει το ίδιο όμως και με τα εποικοδομήματά της. Και επειδή αυτά αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της καθημερινότητάς μας, ας θέσουμε βασικό μας μέλημα την ανοικοδόμησή τους. Σε αυτό δεν έχει σε τίποτα να συμβάλει η υστερία και ο φανατισμός. Και αν επικρατήσει η λογική και η σύνεση της απογοήτευσης και του λαϊκισμού, η μνήμη της λήθης, τότε ο κόσμος θα έχει καταφέρει να αποδείξει ότι έχει διαμορφώσει πλέον μια πιο καθαρή, πιο διαυγή πολιτική συνείδηση.

 

Ο Βασίλης Νάστος είναι φιλόλογος-εκπαιδευτικός.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.