ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Ο εκδημοκρατισμός της δημοκρατίας η μόνη διέξοδος από την κρίση

«Αν θέλουμε μια ένδειξη της δημοκρατίας αυτή δεν μπορεί να είναι ο αριθμός των ατόμων που έχουν δικαίωμα ψήφου, αλλά ο αριθμός των εκτός της πολιτικής χώρων στους οποίους ασκείται το δικαίωμα ψήφου»   Ν. Μπόμπιο

Για την ώρα ένα είναι βέβαιο : η χώρα άλλαξε σελίδα. Και, ήδη όλοι, και κυρίως οι πολλοί και ανίσχυροι, ολοένα και περισσότερο συνειδητοποιούμε ότι ακροβατούμε στο χείλος ενός βαράθρου. Που σημαίνει ότι ή όλοι θα σωθούμε ή όλοι θα γκρεμιστούμε. Συνειδητοποιούμε όμως και κάτι άλλο : την αξία της συνευθύνης. Η συνευθύνη, όμως, όπως άλλωστε και κάθε επιμέρους ευθύνη, προϋποθέτει και αντίστοιχα δικαιώματα. Όπως και η παροχή προϋποθέτει την αντιπαροχή. Η αναζήτηση αυτής της λεπτής ισορροπίας δεν μπορεί να ανατεθεί ούτε στους ειδικούς, ούτε ακόμη στους μειωμένης αντιπροσωπευτικότητας αντιπροσώπους. Η αναζήτηση θα πρέπει να επιχειρηθεί με την ουσιαστική συμμετοχή των πολλών και ανίσχυρων, τουλάχιστον στα σημαντικότερα ζητήματα που τους αφορούν.
Πρόκειται για μια διαρκή απαίτηση που εύκολα εξαγγέλλεται, δύσκολα όμως πραγματοποιείται. Και τούτο προφανώς γιατί στην πράξη η μεγάλη δυσκολία είναι να καθορίσουμε με τρόπο γενικότερα αποδεκτό την έννοια του τί ακριβώς είναι δίκαιο, ώστε να καλύπτονται τα συμφέροντα όλων. Ο Αριστοτέλης ήδη είχε προαναγγείλει πως δίκαιο είναι «ό,τι αν δόξη τοις πλείουσι»[1]. Αλλά και ο Πλάτων διευκρίνιζε ότι, “εκείνο που θεωρεί κάθε πόλη δίκαιο και σωστό, είναι δίκαιο και σωστό για αυτή την πόλη για όσο καιρό έχει την ίδια γνώμη»[2]. Οι νόμοι, συνεπώς σε μια δημοκρατία πρέπει να είναι προϊόν συναίνεσης, τουλάχιστον «τοις πλείουσι».
Σε μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία όμως, με άνισα κατανεμημένη στο εσωτερικό της την πολιτική ισχύ και άρα και τη δύναμη επιρροής, η επίτευξη μιας συμφωνίας για έναν νόμο που θα στέγαζε με τρόπο δίκαιο τα συμφέροντα όλων, είναι δύσκολη, όταν δεν είναι αδύνατη. Το σύνηθες αποτέλεσμα είναι συχνά ο νόμος να καταλήγει να γέρνει προς την πλευρά εκείνων που διαθέτουν τη μεγαλύτερη επιρροή στη διαμόρφωσή του. Και τελικά να προστατεύει μονομερώς ή και επιλεκτικά τα συμφέροντά των ολίγων και ισχυρών. Που σημαίνει ότι η επιζητούμενη εξισορρόπηση καθίσταται προβληματική, καθώς η πλάστιγγα του νόμου γέρνει προς το «του κρείττονος» συμφέρον. Με αποτέλεσμα συχνά η δυσαρέσκεια των αποκλεισμένων ομάδων, καθώς διαρκώς αθροίζεται και συμπυκνώνεται αδιοχέτευτη, μπορεί τελικά να μετατραπεί σε εκρηκτικό κοινωνικό μίγμα, η απρόβλεπτη έκρηξη της οποίας να έχει καταστροφικά αποτελέσματα για το σύνολο τους συστήματος. Και άρα και της δημοκρατίας.
Καθίσταται συνεπώς προφανές πως σε αυτό το δυσμενές περιβάλλον το πολίτευμα της δημοκρατίας οφείλει να αναζητήσει τους τρόπους και τα εργαλεία με τα οποία ο πολίτης θα μπορέσει αξιόπιστα να αισθανθεί ότι η συμμετοχή του στη διαμόρφωση ενός νόμου είναι δεδομένη. Παρακάτω παραθέτουμε ενδεικτικά μερικές τεχνικές που θα μπορούσαν ίσως να συμβάλλουν αξιόπιστα προς την κατεύθυνση μιας περισσότερο συμμετοχικής δημοκρατίας. Τεχνικές που σήμερα είναι περισσότερο εφικτές εξαιτίας και της νέας τεχνογνωσίας.
1.- Στο βιβλίο «H δημοκρατία και οι επικριτές της» o Robert A. Dahl προτείνει ένα μοντέλο με το οποίο θα μπορούσε, με αξιόπιστο τρόπο να αποτυπώνονται οι τάσεις των πολιτών, ιδιαίτερα των μικρότερων κοινωνιών: «Υποθέστε» σημειώνει, « ότι μια προηγμένη δημοκρατική χώρα σχεδιάζει να δημιουργήσει ένα «μικρό δείγμα λαού», που θα αποτελείται από χίλιους πολίτες επιλεγμένους στην τύχη. Το καθήκον αυτών των πολιτών θα είναι να συσκέπτονται … για κάποιο ζήτημα και κατόπιν να ανακοινώνουν τις αποφάσεις τους. Τα μέλη θα μπορούν να «συναντιούνται» κάνοντας χρήση των τηλεπικοινωνιών…Η κρίση τους θα «αντιπροσωπεύει» την κρίση της χώρας [3]. Η απόφασή τους θα είναι η απόφαση της ίδιας της χώρας. Να κάτι που θα μπορούσε να δοκιμαστεί κατ αρχή σε επίπεδο δήμων.

2.- Άλλη πιο δοκιμασμένη εκδοχή και μάλιστα άμεσης δημοκρατίας είναι η «συμβουλευτική ομάδα πολιτών» που εισηγείται ο James Fishkin [4]. Κατ΄ αυτόν για κάθε ένα από τα σημαντικά ζητήματα, επιλέγονται στην τύχη 300-500 πολίτες, οι οποίοι στη συνέχεια ενημερώνονται για το συγκεκριμένο ζήτημα τόσο συζητώντας μεταξύ τους, όσο και από τους ειδήμονες, αλλά και τα πολιτικά κόμματα, και τέλος με ψηφοφορία καταλήγουν σε μια απόφαση. Η οποία όμως δεν είναι δεσμευτική για την εξουσία, αλλά συμβουλευτική, επειδή δείχνει με μεγαλύτερη βεβαιότητα την κατεύθυνση προς την οποία κινείται το σύνολο των πολιτών, εφόσον αυτό πριν την απόφαση είχε «πρόσβαση στο ίδιο σύνολο πληροφοριών».
3.- Σημειώνουμε ακόμη και το παράδειγμα της Βρετανικής Κουλούμπιας [5], σύμφωνα με το οποίο η αναζήτηση ενός αναλογικότερου εκλογικού συστήματος, ανατέθηκε το 2001 σε 160 «απλούς πολίτες, έναν άνδρα και μία γυναίκα, που είχαν επιλεγεί με κλήρο από κάθε διοικητική περιφέρεια» και οι οποίοι συγκρότησαν ένα είδος «Συνέλευσης Πολιτών». Και παρά το γεγονός ότι η ομοφωνία έλαβε μόνο 57% και όχι 60% που ήταν και το όριο, οι πολιτικοί αναλυτές «εξέφρασαν το θαυμασμό τους για τον τρόπο με τον οποίο η Βρετανική Κουλούμπια χειρίστηκε το θέμα της μεταρρύθμισης.
4.- Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει και το μοντέλο «σύγχρονης άμεσης δημοκρατίας» που προτείνει ο Δανός καθηγητής Marcus Schmidt. Κατ αυτόν «η Δανία διαθέτει μόνιμο πληθυσμό πέντε εκατομμυρίων κατοίκων, από τους οποίους τα τέσσερα έχουν πολιτικά δικαιώματα… για 57 χρόνια κατά μέσο όρο, δηλαδή από τότε που θα κλείσουν τα 18 τους χρόνια μέχρι το τέλος της ζωής τους , κατά μέσο όρο σε ηλικία 75 ετών». Τα 4.000.000 εκ. ο Schmidt τα διαιρεί δια το 57 και καταλήγει στο πληθυσμιακό υποσύνολο των 70.000. Οι πολίτες αυτοί επιλέγονται στην αρχή κάθε έτους με τη διαδικασία της τυχαιότητας και αφού συνδεθούν με τηλέφωνα που διαθέτουν πλήκτρα και κωδικούς ΡΙΝ, συγκροτούν για ένα έτος μια «Δεύτερη Ηλεκτρονική Βουλή». Σε αυτή τη «βουλή» οι συμμετέχοντες πολίτες, ενημερώνονται, συζητούν και αποφασίζουν σε χρόνο που επ αμοιβή τους παραχωρείται, όλα τα μεγάλα και σημαντικά ζητήματα της χώρας. Τον επόμενο χρόνο επιλέγονται άλλοι 70.000 πολίτες που θα συγκροτήσουν τη νέα «Δεύτερη Ηλεκτρονική Βουλή». Το αποτέλεσμα είναι, ύστερα από 57 χρόνια, όλοι οι πολίτες να πάρουν μέρος για ένα χρόνο άμεσα «στην πολιτική διαδικασία» [6].
Τα παραπάνω δείγματα συμμετοχής, που δεν είναι τα μόνα, ασφαλώς και δεν λύνουν οριστικά το πρόβλημα της δημοκρατίας. Είναι όμως ένα πρώτο βήμα προς τον εκδημοκρατισμό της ίδιας της δημοκρατίας. Και, ιδιαίτερα θετικό, αρκεί να σκεφτούμε τούτο: Σήμερα οι αντιπρόσωποι δεν αποτελούν ούτε κατά προσέγγιση εικόνα του σώματος των πολιτών. Ούτε ως προς τα διαφοροποιημένα συμφέροντα, ούτε ως προς το βαθμό πληροφόρησης, ούτε ως προς το βαθμό επιρροής, ούτε ως προς το δημόσιο λόγο, ούτε ως προς το φύλο ή την επαγγελματική ενασχόληση κ.ά.π. Με αποτέλεσμα και οι αποφάσεις να επέχουν από «ό,τι αν δόξη τοις πλείουσι». Αντίθετα, ένα τυχαίο «δείγμα» πολιτών, υπό τις προϋποθέσεις βεβαίως της επαρκούς πληροφόρησης, δύσκολα θα προσυπέγραφε, για παράδειγμα, ανεξέλεγκτη εξουσία, κατασπατάληση των δημόσιων πόρων, υπεράριθμους δημόσιους λειτουργούς, απουσία αξιολόγησης και αξιοκρατίας στη δημόσια διοίκηση, καταπάτηση της δημόσιας περιουσίας, αργόμισθους συνδικαλιστές, σύνταξη στα 40, κ.λπ κ.λπ. Και επίσης δύσκολα θα συναινούσε σε πρακτικές που μας έφεραν ως εδώ, όπως η κατάληψη της εξουσίας προς ίδιον όφελος, όπως το πελατειακό τέρας που μακροημερεύει, όπως η «αυτοαθώωση» των νυν αμαρτημάτων με την επίκληση των παλαιότερων, όπως η επίκληση του «νέου» ως διεκδικητή της «καθαρής» αλήθειας σε αντίθεση με το «παλαιό», που αντιπροσωπεύει μόνο το ψεύδος και τη διαφθορά κ.λπ, κλπ.
Πέρα από τα παραπάνω, ειδικότερα για τη χώρα μας και τον οικονομικό στρόβιλο στον οποίο στροβιλίζεται σήμερα, εκείνο που θεαματικά θα άλλαζε τον πολιτικό χάρτη είναι η αλλαγή του εκλογικού νόμου. Και η καθιέρωση μονοεδρικών περιφερειών από τις οποίες θα προκύπτει το μεγάλο ποσοστό των αντιπροσώπων, με την παράλληλη διατήρηση της ευρείας περιφέρειας, προκειμένου μέσα από αυτή να διασώζονται οι φωνές των μικρότερων κομμάτων. Και με μόνη την παραπάνω επιλογή θα μπορούσε να τιθασευτεί το πελατειακό κράτος, να περιοριστεί η δαπάνη της προεκλογικής εκστρατείας και άρα να διευρυνθεί ο αριθμός των υποψήφιων αντιπροσώπων, να μειωθεί η απόσταση μεταξύ αντιπροσώπου και αντιπροσωπευόμενου, να περιοριστεί ο ρόλος των ΜΜΕ στη χειραγώγηση των πολιτών και να πλησιάσει η εικόνα του κοινοβουλίου εκείνη του κοινωνικού σώματος.
Είναι προφανές πως το ιδανικό και η πραγματικότητα αλληλοαπωθούνται. Κι όμως το μεγάλο στοίχημα σε ώρες μεγάλες κρίσης είναι ο συμπλησιασμός τους. Και αυτό είναι που οφείλουν σήμερα οι πολιτικοί στους πολίτες. Ή, οι πολίτες στους εαυτούς τους. Διαφορετικά μας περιμένει αξημέρωτη νύχτα.

1. - Αριστοτέλης, Πολιτικά : 1317 b
2. - Πλάτων, Θεαίτητος :167 c «α εκάστη πόλει δίκαια και καλά δοκή, ταύτα και είναι αυτή, έως αν αυτά νομίζη»
3.- M.H.Hansen (2007), ό.π. σ. 110
4.- M.H.Hansen (2007), ό.π. σ. 112
5.- M.H.Hansen (2007), ό.π. σ. 115
6.- Για περισσότερα βλ .- M.H.Hansen (2007), ό.π. σ 116 κ. εξ.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.