ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

HIV/AIDS και HepCV: η μεγάλη δοκιμασία της αξιοπιστίας του κράτους πρόνοιας

Αναμφιβόλως η "πίεση" στους προϋπολογισμούς υγείας υπό τις "συμπληγάδες" της κρίσης και της (συγκεκριμένης) διαχείρισης του "μνημονίου" καθίσταται ασφυκτική και θέτει σε δοκιμασία τη προτεραιοποίηση των επιλογών στην εθνική υγειονομική πολιτική.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα, αυτού του ισχυρισμού είναι η "κρίση" διαχείρισης δύο μειζόνων προβλημάτων υγείας, του HIV(AIDS) και του HepCV (ηπατίτιδα C), τα οποία -εκτός των άλλων- κατέχουν υψηλή κοινωνική και ηθική φόρτιση και ευρίσκονται στο κέντρο του ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης.
Πρόκειται για τους ιούς HIV/AIDS και την HepCV, οι οποίοι ως είναι γνωστό έχουν άκρως βλαπτική και οδυνηρή επίπτωση στην υγεία και τη ζωή. Όμως, παρά τις διαφορές τους υπό το πρίσμα της κοινωνικής επιδημιολογίας, έχουν τη κοινή και καλή "τύχη" μιας αποτελεσματικής "απάντησης". Η "απάντηση" αυτή είναι εφικτή χάρις στην πρόοδο της ιατρικής έρευνας και συνακόλουθα της φαρμακευτικής καινοτομίας, δια της οποίας ο πλήρης έλεγχος στη πρώτη περίπτωση και η εκρίζωση στη δεύτερη, αποτελούν σε αμφότερες τις περιπτώσεις εφικτές παρεμβάσεις.
Για παράδειγμα, το προσδόκιμο επιβίωσης -των υπό θεραπευτική αντιμετώπιση- ρυθμισμένων φορέων του ιού HIV/ AIDS, δεν απέχει πλέον από εκείνο του γενικού πληθυσμού, πράγμα το οποίο αναδεικνύει την υψηλή ιατρική αποτελεσματικότητα των διατιθέμενων θεραπευτικών σχημάτων.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών είναι εξόχως αποδοτική σε όρους κόστους-αποτελεσματικότητας, όπως καταδεικνύεται από τη διεθνή βιβλιογραφία και η αγωγή είναι πλέον αποδοτική εάν η έναρξη της αγωγής είναι έγκαιρη, όπως δείχνουν τα κλινικά τεκμήρια.
Η σύγχρονη τάση της θεραπευτικής αντιμετώπισης του ζητήματος αυτού, υπογραμμίζει την αναγκαιότητα καθολικής κάλυψης του συνολικού πληθυσμού των φορέων του ιού με αντιρετροϊκή θεραπεία.
Όμως, οι περιοριστικές συνθήκες εξ’ αιτίας της οικονομικής κρίσης συνεπάγονται σημαντική μείωση της υγειονομικής δαπάνης και ιδιαίτερα της δαπάνης για φαρμακευτική περίθαλψη, γεγονός το οποίο καθιστά τη διαχείριση αυτών των ζητημάτων καθώς και την κατανομή των πόρων πλέον δυσχερή.
Τα υπό φαρμακευτική θεραπευτική αντιμετώπιση άτομα με HIV, στη χώρα μας, υπολογίζονται στις 7.700 περίπου με συνολικό κόστος θεραπείας 52,8 εκατ. € ετησίως. Ωστόσο, περίπου 35% των φορέων του ιού HIV (περίπου 4.000 άτομα) παραμένουν χωρίς θεραπεία.
Είναι αλήθεια ότι η χώρα εμφανίζει υψηλές επιδόσεις στην αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού, δεδομένης της καθολικής κάλυψης των φορέων του ιού HIV σε συνδυασμό με τη μηδενική συμμετοχή τους στο κόστος και σε σύγκριση με άλλες χώρες εμφανίζει, μέχρι τούδε, εξαιρετικά αποτελέσματα στη διαχείριση των ασθενών και της νόσου.
Το συγκεκριμένο νόσημα χαρακτηρίζεται από υψηλό κοινωνικό και αξιακό φορτίο και ως εκ τούτου, η κεντρική διοίκηση και οι δημόσιες αρχές γενικότερα οφείλουν να αντιμετωπίσουν την κατάσταση με διακριτό τρόπο μέσω της πλήρους κάλυψης από τους προϋπολογισμούς υγείας.
Παραλλήλως, σε ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα, αυτό του HepCV, ένα σημαντικό τμήμα (περίπου 34.0%) των ασθενών με ηπατίτιδα C , από ένα σύνολο 25.600 διαγνωσμένων φορέων (σε γενικό σύνολο 134-160 χιλιάδες) εκ των οποίων το 19.2% έχει ήδη διαγνωσθεί και το 9.4% λαμβάνει κάποιας μορφής θεραπεία, η διαχείριση της νόσου και των ασθενών εμφανίζεται προβληματική.
Ταυτοχρόνως εκφράζεται, από μεγάλο τμήμα των ασθενών, "εκχυλίζουσα" ζήτηση για πλήρη και αποτελεσματική αγωγή η οποία δεν ευρίσκει -επί του παρόντος- ανταπόκριση λόγω του υψηλού κόστους της φαρμακευτικής περίθαλψης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με κλινικοεπιδημιολογικές εκτιμήσεις ένας αριθμός από περίπου 2.000 ασθενείς προχωρημένου σταδίου, χρειάζονται στη παρούσα φάση άμεση προηγμένη θεραπευτική αγωγή. Στη προσεχή τριετία, η ζήτηση για τη θεραπεία αυτή πρόκειται να απαιτηθεί από 8.000 ασθενείς, μέγεθος το οποίο απαιτείται για να θεμελιωθεί πρόγραμμα μεσοπρόθεσμης προοπτικής για την εκρίζωση της νόσου.
Δεδομένου του υψηλού κόστους της φαρμακευτικής αγωγής (21.500€-58.000€ ανά περίπτωση) το εγχείρημα αυτό καθίσταται δυσχερές στη παρούσα συγκυρία, παρά το γεγονός οτι η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας για τα νέα θεραπευτικά σχήματα είναι εξόχως θετική.
Υπό την οπτική αυτή, η επιβάρυνση των προϋπολογισμών υγείας διαμορφώνεται άμεσα σε ύψος 43-116 εκατ.€ και σε βάθος τριετίας σε 172-464 εκατ.€ σύμφωνα με τις αδρές εκτιμήσεις των επιδημιολογικών δεδομένων, την επιλογή και την καταλληλότητα των θεραπευτικών επιλογών και ακόμη των ισχυουσών τιμών των φαρμάκων.
Στα πλαίσια αυτά, η αντιμετώπιση των δύο αυτών -υψηλής φόρτισης- νοσημάτων προσθέτει προβλήματα στους -ήδη προβληματικούς- προϋπολογισμούς υγείας και "εκτοπίζει" στο περιθώριο άλλες προτεραιότητες, δεδομένου ότι ο HIV/AIDS και ο HepCV είναι υψηλού κόστους και επείγουσας αντιμετώπισης επειδή -πλην των άλλων- αποτελούν σημαντικά προβλήματα δημόσιας υγείας.
Η αναφορά αυτή, αναδεικνύει την εξέχουσα σημασία των παρεμβάσεων για το πλήρη έλεγχο του HIV/AIDS και την εκρίζωση του HepCV, ώστε να ελεγχθεί η μετάδοση και με την έννοια αυτή η θεραπευτική παρέμβαση έχει επίσης και προληπτικό χαρακτήρα. Εν άλλοις, πρόκειται για παρέμβαση δημόσιας υγείας (και ταυτοχρόνως περίθαλψης) και ως εκ τούτου προκαλεί το ενδιαφέρον (και το υγειονομικό συμφέρον) του συνόλου του πληθυσμού.
Είναι προφανές, οτι η διαχείριση αυτών των ζητημάτων συνιστά μια δοκιμασία για την εθνική πολιτική υγείας και το κράτος πρόνοιας, σε περίοδο μεγάλης αβεβαιότητας και περιοριστικής πολιτικής.
Προς τούτο, οι απαντήσεις στα θέματα αυτά οφείλουν να είναι άμεσες, αποτελεσματικές και "υποδειγματικές" με την
εισαγωγή δορυφορικών κλειστών προϋπολογισμών, με βάση τεκμηριωμένες εκτιμήσεις στούς οποίους πρέπει να εισαχθούν οι εισροές από τον κρατικό προϋπολογισμό, την κοινωνική ασφάλιση και άλλες πρόσθετες πηγές, όπως η ειδική φορολογία από διάφορες βλαπτικές καταναλώσεις, οι χορηγίες και άλλα έσοδα.
Η εξέλιξη αυτή συνιστά μια κίνηση διαφάνειας, δέσμευσης και αξιοπιστίας. Η στιγμή για μια πολιτική αυτής της εκδοχής είναι κατάλληλη δεδομένου ότι η προστασία της ευρεσιτεχνίας ("πατέντας") για τα φάρμακα HIV/AIDS πρόκειται να λήξει και η κυκλοφορία γενοσήμων ευρίσκεται "επι θύραις". Ταυτοχρόνως, η ύπαρξη πολλαπλών και καλών επιλογών στα φάρμακα για HepCV, δημιουργεί ευνοϊκές προϋποθέσεις "ελεγχόμενου" ανταγωνισμού για την υπέρβαση των περιορισμών της προστασίας ευρεσιτεχνίας και των υψηλών τιμών.
Το παίγνιο είναι ήδη ανοικτό για διαπραγμάτευση, αλλά είναι επίσης ανοικτό και για τις πολιτικές προστασίας της υγείας του πληθυσμού και ανάκτησης της αξιοπιστίας του κράτους πρόνοιας.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.