ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

«Πρώτη φορά Αριστερά», πρώτη φορά διάλογος χωρίς κοινωνικό αυτοματισμό

Η δεύτερη δέσμη προαπαιτούμενων μέτρων ψηφίζεται απόψε στη Βουλή αλλά αποτελεί κοινό τόπο ότι τα δύσκολα είναι μπροστά για την κυβέρνηση και τη χώρα.

Ασφαλιστικό, φορολογικό, αγροτικό, άνοιγμα επαγγελμάτων, μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων και υπηρεσιών είναι μερικά μόνο από τα «αγκάθια» του επόμενου, «καυτού» -κατά το γνωστό δημοσιογραφικό κλισέ- διμήνου. Ενός διμήνου που, αν τελειώσει ομαλά, θα οδηγήσει τη χώρα στην ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, στην έναρξη της συζήτησης για την διευθέτηση του χρέους και στην εμπέδωση συνθηκών σταθερότητας, που με τη σειρά τους μπορεί να δημιουργήσουν θετικές παρενέργειες στην οικονομία.

 

Διαχρονικά προβλήματα

Με άλλα λόγια, το επόμενο δίμηνο θα συζητηθούν διαχρονικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας –απ’ αυτά που όλοι τα συζητάμε μεταξύ μας, αλλά ουδείς ποτέ κατάφερε να επιλύσει.

Σε όλες τις δημοσιογραφικές και πολιτικές αναλύσεις, προεξοφλείται ότι η κυβέρνηση θα τα βρει «σκούρα», ότι τα μέτρα που θα απαιτηθούν θα είναι σκληρά και βαριά και θα δοκιμάσουν την κοινωνική αποδοχή του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης, αλλά και την συνοχή του κυβερνητικού σχήματος.

Και πράγματι έτσι είναι. Το Ασφαλιστικό έχει ταλαιπωρήσει ως τώρα πολλές κυβερνήσεις και καμία δεν κατάφερε να δώσει οριστική λύση στο πρόβλημα, δημιουργώντας ένα βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα. Κι αυτό ήταν παλιά μία φορά δύσκολο, σήμερα ο βαθμός δυσκολίας είναι δεκαπλάσιος, καθώς για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του Ασφαλιστικού δεν αρκεί να αντιμετωπιστεί το δημογραφικό πρόβλημα, τα προνόμια των «ευγενών» ταμείων και η «μαύρη εργασία», αλλά και η θηριώδης ανεργία, που εξ αντικειμένου δεν αφήνει τα ταμεία να «αναπνεύσουν».

Το ίδιο ισχύει και στο Αγροτικό. Οι αγρότες έχουν μάθει σε μία στρεβλή νοοτροπία πολλών χρόνων, που σχηματοποιήθηκε με το σύνθημα «όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά» -έστω κι αν τώρα καλούνται να επιστρέψουν κάτι λιγότερο από 400 εκατομμύρια ευρώ παράνομων επιδοτήσεων που είχαν λάβει από την κυβέρνηση Καραμανλή, όταν ο τότε υπουργός Σωτήρης Χατζηγάκης προσπάθησε να κοροϊδέψει τους «κουτόφραγκους» και να παρουσιάσει τις παράνομες επιδοτήσεις ως… αποζημιώσεις για καιρικά φαινόμενα.

Η κρίση ήρθε, οι αγρότες μας είχαν συνηθίσει στην «παραγωγή των επιδοτήσεων» και έμειναν πίσω από τις απαιτήσεις των καιρών.

Τώρα, λοιπόν, η κυβέρνηση καλείται να «ξεμάθει» τον αγροτικό κόσμο από νοοτροπίες δεκαετιών, κατεστημένες, «εύκολες», «βολικές», αλλά αντιπαραγωγικές και ουδόλως αποδοτικές.

 

Η κοινωνία μπροστά

Το ερώτημα, λοιπόν, είναι πώς μπορεί μία κυβέρνηση να πείσει για την ανάγκη ορισμένων αλλαγών σε «καραμπινάτα» θέματα, που δεν αφορούν σε απαιτήσεις ή αξιώσεις των δανειστών, αλλά προσκρούουν στην ίδια την κοινή λογική. Κι όμως, μπορεί να το κάνει. Αρκεί να στηριχθεί πραγματικά στην κοινωνία. Στην κοινωνία, η οποία τα τελευταία χρόνια, έχει δείξει πραγματική ωριμότητα και, σε πολλές περιπτώσεις, έχει αποδειχθεί πολύ «μπροστά» σε σχέση με τους πολιτικούς της ταγούς.

Η Ελλάδα έχει υποστεί, τα τελευταία 5,5 χρόνια, πρωτοφανείς αλλαγές για μία χώρα σε καιρό ειρήνης. Κι όμως, αυτά τα 5,5, χρόνια, οι πολίτες στενάζουν κι όμως προσπαθούν. Προσπαθούν να πληρώνουν τους φόρους τους, να είναι εντάξει στις υποχρεώσεις τους, να αποδεχθούν την αλλαγή στις ζωές τους, να αντιμετωπίσουν τη δυστυχία γύρω τους. Την ώρα που τα πολιτικά κόμματα έκρυβαν τα προβλήματα κάτω από το χαλί και αναλώνονταν σε μικροπολιτική και φθηνή αντιπαράθεση, οι πολίτες κατέβαλλαν προσπάθειες και έδειχναν –όπως δείχνουν ακόμη- φοβερή υπομονή περιμένοντας να τελειώσει η κρίση. Και να έρθουν αυτές οι περίφημες καλύτερες ημέρες.

Ακόμη και στις εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου, οι πολίτες αναγνώρισαν έως πού μπορεί να φτάσει η διαπραγμάτευση με τους δανειστές και, παρά την γενικευμένη απογοήτευση, τους προκλητικούς εκβιασμούς των δανειστών, τις κλειστές τράπεζες και τον γενικότερο ζόφο, ψήφισαν με ωριμότητα, αποδεχόμενοι την δύσκολη πορεία για να βγει η χώρα από την κρίση.

 

Διάλογος χωρίς προαπαιτούμενα

Η κοινωνία, μ’ άλλα λόγια, έχει δείξει με πολύ απτό τρόπο ότι είναι ώριμη να συζητήσει και να δεχθεί αλλαγές. Μένει να φανεί αν οι πολιτικοί –και κυρίως η κυβέρνηση- θα καταλάβουν αυτή την ωριμότητα και θα εκμεταλλευθούν την ευκαιρία. Πλέον, δεν φτάνει το επιχείρημα «στενοχωριέμαι, αλλά πρέπει να τα ψηφίσω γιατί με πιέζουν οι δανειστές» ούτε οι εκβιασμοί του τύπου «ή το νομοσχέδιο ή έξοδος από το ευρώ». Αυτά τα ζήσαμε, τα χορτάσαμε, τα μπουχτίσαμε.

Αντιθέτως, η κυβέρνηση οφείλει να διεξαγάγει για πρώτη φορά έναν ειλικρινή, βαθύ διάλογο, χωρίς ευκολίες, «βολικούς» αντιπάλους και κοινωνικό αυτοματισμό.

Σημειωτέον ότι τέτοιος διάλογος δεν έχει ξαναγίνει. Όταν, στο παρελθόν, οι προηγούμενες «μνημονιακές» κυβερνήσεις προσπαθούσαν να αναδείξουν στρεβλώσεις που πρέπει να διορθωθούν, αποδεικνυόταν περίτρανα ότι επρόκειτο για προσχήματα.

Διότι από τον περίφημο «νυχτοφύλακα των ΕΛΠΕ με 70.000 εισόδημα τον χρόνο» φτάσαμε στις νοσοκόμες των 800 ευρώ, τους καθηγητές λυκείου των 850 ευρώ, στους δασκάλους των 750 ευρώ.

Από το περίφημο «καρτέλ του βρεφικού γάλακτος στα φαρμακεία» φτάσαμε σε νομοσχέδια που μετέτρεπαν τους φαρμακοποιούς σε υπαλλήλους σούπερ μάρκετ.

Από το περίφημο «ευγενές ταμείο» του ΟΤΕ που «επιδοτείται με 600 εκατομμύρια τον χρόνο από τον κρατικό προϋπολογισμό» φτάσαμε στους συνταξιούχους των 350 ευρώ.

Μ’ άλλα λόγια, οποτεδήποτε μία κυβέρνηση προέβαλλε μία στρέβλωση για να δείξει ότι απαιτείται μία μεταρρύθμιση, τελικώς δεν την πλήρωναν οι –λόγω στρέβλωσης- ωφελημένοι, αλλά οι… διαχρονικά και μακροχρόνια αδικημένοι.

Γι’ αυτό οι πολίτες έχασαν την πίστη τους στις μεταρρυθμίσεις. Διότι αυτές δεν έγιναν ποτέ.

Η κυβέρνηση, λοιπόν, της οποίας οι αγαθές προθέσεις για την ώρα δεν αμφισβητούνται, μπορεί να ξεκινήσει για πρώτη φορά έναν ευρύ κοινωνικό διάλογο, αναδεικνύοντας τις πραγματικές στρεβλώσεις, με κρίσιμα ερωτήματα:

Μπορεί στο Ασφαλιστικό να έχουμε κάποιον που δουλεύει 40 χρόνια και κάποιον που δουλεύει 25 και ο δεύτερος να παίρνει μεγαλύτερη σύνταξη από τον πρώτο;

Μπορεί να έχουμε ποσοστά αναπλήρωσης αλλού  60 και αλλού 120%;

Είναι δυνατόν οι 9 στους 10 αγρότες να δηλώνουν ότι ζουν με λιγότερα από 5.000 ευρώ τον χρόνο;

Υπάρχουν δημόσιοι υπάλληλοι σε ΔΕΚΟ και Γραμματείες με μισθούς 3 και 4.000 ευρώ το μήνα, που δεν έχουν θιγεί καθόλου από τις ως τώρα περικοπές;

Μ’ άλλα λόγια, το κακό για την κυβέρνηση είναι ότι έπεσε σ’ αυτή ο κλήρος να κάνει βαθιές μεταρρυθμίσεις. Το καλό, όμως, είναι ότι οι στρεβλώσεις είναι τόσο πολλές, που αν γίνει ένας βαθύς και ειλικρινής διάλογος χωρίς κοινωνικό αυτοματισμό και αναζήτηση εύκολων στόχων, τότε η κοινωνία μπορεί και να χωνέψει και να αποδεχθεί τις αλλαγές. Αρκεί, βεβαίως, να μην ξεκινήσουμε από τον «νυχτοφύλακα των 70.000 ευρώ στα ΕΛΠΕ» για να την πληρώσει στο τέλος η καθαρίστρια του υπουργείου Οικονομικών, όπως έγινε στο παρελθόν.

 

2 αναγνώστες σχολίασαν

Συμμετοχή στην συζήτηση
  1. harko 21:45 15/12/2015

    Συριζοπροπαγάνδα…
    Διάλογος του Τσίπρα με τον….Τσίπρα…
    Δουλεύουν τον κόσμο..
    Με ….δάκρυα και πόνο…

  2. Τζο 13:41 15/12/2015

    Μπούρδες.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.