ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Ἀπόδοτε οὖν τὰ Καίσαρος Καίσαρι καὶ τὰ τοῦ θεοῦ τῷ θεῷ (από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο κβ':21).

Χρειάζεται να είμαστε στοχαστικοί και προσεκτικοί όταν αναλύουμε σημαντικές εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον και ειδικότερα στο άμεσο περιβάλλον στο οποίο δρα η χώρα μας. Οι εύκολες ερμηνείες προκειμένου να ικανοποιηθούν φτηνοί ιδεολογισμοί και αρρωστημένες φαντασιώσεις ,πέρα από το ότι είναι απόρροια εξυπνακίστικης ημιμάθειας ,οδηγούν σε επικίνδυνες ατραπούς.

Η ενοποιητική διαδικασία που σχεδιάστηκε από τον σοσιαλιστή Delor αλλά ουσιαστικά υιοθέτησε το σύνολο των γερμανικών απόψεων (Υπουργείου Οικονομικών και Γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας) εξ αρχής ήταν υπονομευμένη για δύο βασικούς λόγους:

Πρώτος λόγος , η όλη αρχιτεκτονική δημιουργίας του ενιαίου νομίσματος στηρίχθηκε σε μια μορφή οικονομικής ενοποίησης με τεράστια θεωρητικά λάθη (αναφέρω μόνο τη λειτουργία της ΕΚΤ, τη μη διάσωση κρατών και κανένα στοιχειώδη μηχανισμό ανακατανομής ή περιορισμού των πλεονασμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών, καθώς και την πλήρη απαξίωση της δημοσιονομικής πολιτικής την οποία αντιμετώπισαν και συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν ως κάτι χειρότερο από επιδημία πανούκλας ), θεωρώντας ότι η πολιτική ενοποίηση θα ακολουθήσει ως ώριμο φρούτο.

Δεύτερος λόγος επετράπη στο ΗΒ, ισχυρή χώρα με αυτοκρατορικό παρελθόν επικεφαλής των χωρών της κοινοπολιτείας , να παραμείνει ουσιαστικά εκτός του βασικού σχεδίου της ενοποιητικής διαδικασίας είτε όπως το αντιλαμβάνονταν οι Γερμανοί είτε οι Γάλλοι.  Το μέλλον της Ευρώπης ουσιαστικά ταυτίζεται με τις εξελίξεις των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών. Ως τέτοιες  μόνο η Γερμανία ,η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία μπορούν να θεωρηθούν. Είναι τουλάχιστον αφελές να πιστεύει κανείς ότι χώρες όπως η Λιθουανία , η Λετονία ,η Εσθονία, η Μάλτα , το Λουξεμβούργο ,η Κύπρος , η Δανία ,η Ελλάδα αλλά και η Ολλανδία και η Ιταλία μπορούν να επηρεάσουν τις παγκόσμιες εξελίξεις και τις αποφάσεις των μεγάλων δυνάμεων. Ανέκαθεν οι μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις καθόριζαν τις εξελίξεις και δεν υπάρχει κανένας λόγος αυτό να μεταβληθεί σήμερα αλλά και στο προσεχές μέλλον[1].

Το πρόβλημα με το ΗΒ, δεν ήταν η ένταξη η μη στο ενιαίο νόμισμα σε κάποια στιγμή στο μέλλον όπως πίστευε ο Delor,αλλά η συνολικά διαφορετική αντίληψη που το ΗΒ είχε για την ενοποιητική διαδικασία: το ΗΒ αυτό που μόνο ήθελε ήταν μια απλή τελωνειακή ένωση, μια μεγάλη ελεύθερη αγορά κίνησης αγαθών , υπηρεσιών και κεφαλαίων. Συνεπώς βρισκόταν στον αντίποδα του όποιου σχεδιασμού της Γερμανίας (ομοσπονδία με γερμανική κυριαρχία εν τοις πράγμασι) ή τη Γαλλίας (συνομοσπονδία με γαλλική πολιτική επιρροή). Μάλιστα η αντίληψη αυτή του ΗΒ, εκφράστηκε ποικιλοτρόπως μέσω της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής η οποία έχει τις ρίζες της από την εποχή των κυβερνήσεων Thatcher. Αυτό που ονομάζουμε νεοφιλελεύθερη οικονομία έχει πατρίδα το ΗΒ. Από εκεί εισήρθε και στην ηπειρωτική Ευρώπη βεβαίως, με όλες τις διαφοροποιήσεις του.  Παρά τα όσα άστοχα λέγονται, ακόμη και σήμερα η έννοια του κοινωνικού κράτους στην ΕΕ αλλά και γενικά αυτό που ονομάζουμε δημόσια σφαίρα , παρά τις περιοριστικές παρεμβάσεις που συντελούνται τα τελευταία χρόνια, απέχει παρασάγγας από αυτό που συμβαίνει στο ΗΒ.  Δεν  επιβλήθηκε από την ΕΕ, αποτελεί υπόδειγμα που εφαρμόζεται εδώ και δεκαετίες στο ΗΒ.

Οι ευρωπαϊκοί λαοί υπέστησαν τις αντιλήψεις του ΗΒ και όχι το αντίθετο. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι κυβερνήσεις του ΗΒ είχαν τεράστιους βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση της οικονομικής τους πολιτικής σε σχέση με τις χώρες ενταγμένες στην ευρωζώνη. Είχαν συγκεκριμένους βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση της νομισματικής τους πολιτικής, ελευθερία στο να χειριστούν το χρηματοπιστωτικό τους σύστημα, ακόμη είχαν καταφέρει να  θεωρούνται ότι δεν  ανήκουν σε ευρωπαϊκό έδαφος τα Channels Island βασικότατα εξωχώρια κέντρα χρηματοπιστωτικών εργασιών.

Με απλά λόγια θέλω να πω ότι το κύριο βάρος της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής στο ΗΒ το φέρουν οι κυβερνήσεις του, τόσο στα θετικά επιτεύγματα όσο και στα αρνητικά και πολύ λιγότερο οι αποφάσεις της ΕΕ. Ακριβώς το αντίθετο με αυτό που συμβαίνει με τις χώρες της ευρωζώνης ειδικά μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και τα προβλήματα χρέους των χωρών του Νότου.

Ας δούμε ορισμένα στοιχεία για την οικονομική κατάσταση στο ΗΒ.

Ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ την τελευταία 20ετία κυμαίνεται περίπου στο 2,2% υψηλότερα από το μέσο όρο των χωρών της ευρωζώνης.

Το ποσοστό ανεργίας ανέρχεται στο 5,3% σχεδόν το μισό από αυτό των χωρών της ευρωζώνης.

Παρουσιάζει έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο ύψους 6,7%  και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών 5,3% το 2015.

Στο ΗΒ, το μέσο εισόδημα του πλουσιότερου 10,0% είναι 10 φορές μεγαλύτερο από το φτωχότερο 10,0%. Ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 9,5% , στη Γαλλία και στη Γερμανία περίπου 7 φορές και τις ΗΠΑ 16 φορές.

Μεταξύ του 2005 και 2011 το μέσο εισόδημα του φτωχότερου 10% του ΗΒ, μειώθηκε κατά 2,0% σε πραγματικούς όρους. Ενώ το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών στο ΗΒ είναι ελαφρά χαμηλότερο από το αντίστοιχο της Γερμανίας και της Γαλλίας, το μέσο εισόδημα του χαμηλότερου 10,0% στο ΗΒ είναι πολύ χαμηλότερο.

Το μερίδιο αυτών που ανήκουν στο υψηλότερο 1% του εισοδήματος αυξήθηκε από 6,7% το 1981 στο 12,9% το 2011.

Το επίπεδο της ανισότητας του εισοδήματος σε ολόκληρο τον πληθυσμό του ΗΒ είναι πάνω από το αντίστοιχο μέσο των χωρών του ΟΟΣΑ τα τελευταία τριάντα χρόνια. Έφθασε στο υψηλότερο σημείο το 2000, στη συνέχεια έπεσε  και άρχισε να ανεβαίνει ξανά από το 2005. Η φορολογία και τα διάφορα επιδόματα μειώνουν την ανισότητα στο ΗΒ κατά ένα τέταρτο, αλλά αυτή εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλότερη από την αντίστοιχη στη Γερμανία, Γαλλία και Σκανδιναβικές χώρες.

Από το 2007 ο συνδυασμός φόρων και επιδομάτων μείωσε το εισόδημα των νοικοκυριών στο ΗΒ. Αντίθετα ο ίδιος συνδυασμός στις ΗΠΑ, Γερμανία και Γαλλία αύξησε το εισόδημα των νοικοκυριών.

Η ΕΕ μπορεί να κατηγορηθεί για μύρια όσα ζητήματα, όμως έχω τη γνώμη ότι στην περίπτωση του ΗΒ πρέπει να είμαστε αρκετά προσεκτικοί για τις πραγματικές ευθύνες της ειδικά στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής. Οι κυβερνήσεις του ΗΒ είχαν τους απαραίτητους βαθμούς ελευθερίας για να ασκήσουν τη συγκεκριμένη οικονομική πολιτική. Όλα τα παραπάνω θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για όλους όσοι ξεκινούν την κριτική προς την ΕΕ αποδίδοντας της όλες της ευθύνες με βάση την οικονομική πολιτική. Η επιλογή των κατοίκων του ΗΒ να αποχωρίσουν από την ΕΕ έχει αρχίσει από το 1992 (συνθήκη του Μάαστριχτ) και έφθασε στην κλιμάκωσή της το 2016, για λόγους πολιτικούς –πολιτιστικούς οι οποίοι οξύνθηκαν στο έπακρο λόγω των παρατηρούμενων κοινωνικών-πολιτιστικών  διεργασιών οι οποίες εδράζονται στη παρατηρούμενη  γερμανική επικυριαρχία στην ηπειρωτική Ευρώπη και έχουν αφορμή τα μεταναστευτικά ρεύματα σε περιοχές του ΗΒ.
[1] Ας γίνει κατανοητό αυτό από όσους φαντασιώνονται αλλαγές στην Ευρώπη από τις χώρες του Νότου. Ακόμη και αν επιτευχθεί μια τέτοια συμμαχία, που μέχρι τώρα δεν έχει υπάρξει ιστορικά (και ούτε μπορεί να υπάρξει), το αποτέλεσμα θα είναι αντίθετο από το επιδιωκόμενο. Απλά διότι η μεγάλη δύναμη είναι αδύνατον να υποταχθεί και θα επιλέξει το δρόμο που στη συγκεκριμένη στιγμή θεωρεί ότι εξυπηρετεί περισσότερο τα συμφέροντά της. Μόνο όταν υπάρχουν συγκρούσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων , οι μικρές χώρες μπορούν να εκμεταλλευτούν τις δημιουργούμενες ρωγμές και ταυτιζόμενες με μια από της μεγάλες δυνάμεις μπορούν να αποκομίσουν σχετικά κέρδη.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.