ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Μικρό αφιέρωμα στον Σπύρο Χ. Τάγκα - Ποιήσεις και Προβληματισμοί…

Ένα μικρό αφιέρωμα – παρουσίαση κάνει στον γνωστό -από την αρθρογραφία του στο Μatrix 24 και άλλα μέσα- κ. Σπύρο Χ. Τάγκα, η διαδικτυακή εφημερίδα του Αγρίνιου «Νέα Εποχή».

Η «Νέα Εποχή» που είναι, ας πούμε, συνέχεια της ομώνυμης εβδομαδιαίας προπολεμικής εφημερίδας (1935 – 1967) που εξέδιδε ο σοβαρός διανοούμενος και δημοσιογράφος της πόλης Πάνος Ι. Βλασσόπουλος (Γαλαξίδι 1897 – Αγρίνιο 1971) λειτουργεί σήμερα περισσότερο σαν Ηλεκτρονικό Αρχείο Θεμάτων που έχουν αναφορά, τόσο, την πόλη του Αγρινίου, όσο, και την ευρύτερη περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι με την έντυπη «Νέα Εποχή» συνεργάστηκαν, κατά καιρούς, προσωπικότητες των γραμμάτων όπως οι : Δημήτρης Γιάκος, Γρηγόρης Κωσταράς, Πέτρος Δήμας, Μάρκος Γκιόλιας κ.ά. που έχουν αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη τους στην πορεία του χρόνου. Την προσπάθεια συνεχίζει ακόμη ο νομικός και διανοούμενος Γιάννης Βλασσόπουλος - γιός του αειμνήστου Πάνου Βλασσόπουλου .

Η παρουσίαση για τον «δικό» μας Σ.Χ.Τάγκα έχει ως εξής:
α) Σ.Χ.ΤΑΓΚΑΣ: Η ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ

O Σπύρος Χ. Τάγκας  γεννήθηκε στο Αγρίνιο τον Ιούνιο του 1969 η καταγωγή του, όμως, είναι από το Ζαγόρι Ιωαννίνων. Τελείωσε την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του στα «Παπαστράτεια Εκπαιδευτήρια». Άρχισε να γράφει σε μικρή ηλικία έμμετρα και πεζά κείμενα. Αυτά τα πρωτόλεια κείμενά του καταχωρούνταν σε μαθητικά αυτοσχέδια έντυπα της εποχής και, αργότερα, κατά την περίοδο της εφηβείας του σε εφημερίδες και τον περιοδικό Τύπο.

Πιο ύστερα και, κυρίως, μετά τις σπουδές του στην Αθήνα (σπούδασε Επικοινωνία και Δημοσιογραφία), άνοιξε ένα μεγάλο κύκλο δημοσιολογικών παρεμβάσεων και κειμένων του, με τα οποία παρουσίασε προβληματισμούς και εμφάνισε αρκετά είδη του γραπτού λόγου όπως: πολιτικά κείμενα – θέσεις ή αναλύσεις, σχόλια, γνώμες, κύρια άρθρα, επιμέλειες και αναλύσεις λογοτεχνικών κειμένων, βιβλιοκρισίες, χρονογραφήματα κ.λ.π. Με αυτόν τον τρόπο, σηματοδότησε μια ενεργό δημόσια συμμετοχή άλλοτε διακριτική και άλλοτε πιο έντονη και δυναμική στα δρώμενα της κοινωνίας και της Γενιάς του.

Ο Σπύρος Χ. Τάγκας δεν έχει εκδώσει έως τώρα βιβλίο με συλλογές πολιτικο – κοινωνικών κειμένων και παρεμβάσεων ή συλλογές ποιημάτων παρότι έχει ασκηθεί, εργαστεί και δημοσιεύσει αρκετά απ’ αυτά (τα ποιήματα), σε λογοτεχνικά περιοδικά.

Τούτο, μάλλον, (όπως έχει διευκρινίσει ο ίδιος κατά καιρούς), «αποτελεί μια συνειδητή πράξη που αντιστοιχεί στις αρχές και τους κανόνες, στο πλαίσιο και στην Ηθική του παρουσία, καθώς, η παραγωγή βιβλίων στις μέρες μας είναι μεγάλη, αλλά, απουσιάζουν τα σοβαρά έργα».

ΠΟΙΗΣΕΙΣ
Χαμένη, Λυγερή ομορφιά!

Γητειά που φώλιασες στον Χρόνο,
Σ' ένα Ταξίδι μαγεμένο
Κεί που οι Γνώσεις,
Κ' η Σοφία ακέραια - Αγνοούν,
Την ομορφιά να ειδούν την Λυγερή και την Χαμένη.

***

Το πνεύμα π' έπλασε τα Άνθη,
Το ίδιο πνεύμα είναι π' έπλασε τον Κόσμο.
Ένας Θεός για Όλα τα Ωραία: φευ,
Ένας Θεός για Όλες τις Αλήθειες,
Π' απρόσμενα στον ίδιο Χρόνο, μέσα, εισβάλλουν.

***

Είν' η ζωή καλά γραμμένη,
Στα μάτια εκείνα που 'θελαν να μάθουν,
Τον Μυστικό τον Λόγο της Αγάπης
Π' ακόμα δεν άρχισε, γιατί, ποτέ δεν είχε Τέλος,
Παρά μόνο πάντα υπήρχε,
Σε Ουρανούς που Όλοι θα 'θελαν να ξέρουν.

(2)
Φωνές

Γιγνώσκεις πάντα μετά την βροχή,
Της Σκέψης που ήταν να χαθεί μά, δεν χάθηκε,
Και μας βρήκε όλους στους δρόμους.
Εκεί που η φωτιά δεν καίει: έχει σβήσει το πύρ της.

***

Οι φωνές των Πατεράδων,
Και του Ενός, π' Ακουμπάει το Θαύμα του.
Είναι η Πίστη μια Άσκηση: Η Αλήθεια σε Κίνηση.
Ανοιχτό φτερούγισμα στης Δικαιοσύνης τον Ουρανό.

(3)

Κρυφή μητέρα

Σαν πάντα γιορτινή.
Με την αιθερική σου Ομορφιά, αγγελική μας,
Το συνετό χαμόγελο που την φροντίδα
Ακέραια ευαγγελίζεται και χαίρεται.

***

Εσύ καλή μου: Είναι η Ειρήνη σου
Πέρα απ' την ψυχρή λαλιά του νού,
Την σιωπηρή Ικεσία που αλλάζει στο χρώμα της,
Μια διαύγεια της Χαράς.

***

Φωνή που ενώνεσαι με τους Θεούς,
Των ανθρώπων την έσχατη γνώση.
Σκύψε ξανά στην Φωτιά μας.
Δείξε το Όνομα: Τώρα και μετά,
Φώτισε την μεγάλη Ανατολή μας.
Η μέρα είναι ολόκληρη δική Σου

 

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ
H περιφρόνηση και η λησμονιά της πατρίδας μας

Είναι αυτή η μαβιά θλίψη, η ζωγραφισμένη στα πρόσωπα των ανθρώπων, που δεν μας αφήνει πια να «δούμε», -να «ακούσουμε» και να «πούμε» με ειλικρίνεια. Αρνούμαστε μέχρι και κείνο τo «γεια» που, μέχρι πρότινος, υμνολογούσαμε στους δρόμους και τα σοκάκια των πόλεων και των χωριών μας. Ομοιάζει, πράγματι, σαν να Υπάρχουμε και Να Μην Υπάρχουμε : έχουμε απωλέσει, αλήθεια, όλον τον χρόνο ψυχής μας : όλο το χρόνο του συλλογικού και ατομικού φαντασιακού που δούλευε σαν το… «καμάκι του ήλιου» (του ποιητή – βλ. Γ. Ρίτσο), και, σχεδόν, πάντα έκανε το θαύμα του. Κανένα ψυχικό απόθεμα η περίσσευμα (τουλάχιστον από τους πρωτοπόρους και ασκημένους να φυλάττουν Θερμοπύλες ), δεν φαίνεται ικανό να πυροδοτήσει ένα νέο ιδανικό, -ένα καθολικό αφήγημα εξ αρχής-, και, άρα, την Ελευθεριά μας από αυτή την τυραννία που, κακά τα ψέματα, μόνοι μας χτίσαμε (και χτιστήκαμε), και τώρα είμαστε αναγκασμένοι να βιώσουμε «από τα μέσα» μέχρι τα έσχατα όριά μας.

Σαν «μικρή χώρα», πράγματι, δεν πρωτοπορήσαμε : «Είναι ίδιον των μικρών κρατών, να χρεοκοπούν και κάποια στιγμή να καταστρέφονται» θεωρούσε πριν, περίπου, ένα αιώνα ο τεχνίτης της πολιτικής, της ανάλυσης, των διεθνών συσχετισμών και ελιγμών (για κείνη την εποχή), Ελευθέριος Βενιζέλος. Και έκαμε την προσπάθειά του να καταστήσει πραγματικότητα την «Μεγάλη Ελλάδα», ώστε, ποτέ πια η «μικρά Ελλάς» να μην εκβιάζεται ελέω του μεγέθους της, του πληθυσμού της και της φτωχής και πολυδιασπασμένης ενδοχώρας της. Πλην, όμως, απέτυχε - και απέτυχε οικτρά : αυτή - τούτη ήταν τελικά και η αρχή μιας συνεχούς, από τότε και μέχρι της μέρες μας, απομείωσης, σμίκρυνσης και υποτίμησης της «μεγάλης» αλλά, -φευ, και «μικράς» πατρίδος. Έκτοτε, ποτέ δεν ξαναβρήκαμε το μεγάλο ορίζοντα. Τούτος, χάθηκε ολωσδιόλου μέσα στο πυκνό αγιάζι των γεγονότων, των καταστροφών που ακολούθησαν και μιας πικρής- πικρότατης ομφαλοσκόπησης και εσωστρέφειας (*), που μας διέλυε περαιτέρω.

Όθεν, ο «ευτελισμός», η «ταπείνωση» και η «παρακμή» που στις μέρες μας πολλοί θεωρούν, (και μιλάνε πάλι για την μείζονα ανάγκη και αναγκαιότητα ενός «πολιτισμικού σοκ» ή μιας «νέας μεγάλης ιδέας»), χτυπούσαν την πόρτα της Ελλάδας από πολύ πριν. Και μείς όχι μόνο δεν τις ακούσαμε (!), αλλά ούτε καν τις αντιληφθήκαμε. Κοιμισμένοι ή ξύπνιοι, εμφορούμενοι από το ατομικό ευδαιμονισμό, σωτηρία και, πάνω απ’ όλα, την εσωτερική στρέβλωσή μας, δημιουργήσαμε μια ιδεοληπτική και, εν πολλοίς, αυτιστική κοινωνία. Κοινωνία, δηλαδή, χωρίς κοινό : χωρίς αρχές, χωρίς κανόνες, που το μόνο που την ενδιέφερε ήταν να έχει δικαιώματα : να μην έχει υποχρεώσεις. Έτσι, σιγά – σιγά (αποκοιμισμένοι ή ξύπνιοι τώρα πια είναι αδιάφορο), οδηγηθήκαμε σε μια ιδιότυπη, αλλά, ουσιαστική περιφρόνηση και, οιονεί, λησμονιά της πατρίδας μας. Μια καθολική απαξίωση που, σήμερα, ήρθε η ώρα να αποδώσει τους καθαρτήριους λογαριασμούς της, τόσο, σε μας, όσο, και στα παιδιά μας. Κι αυτό δεν θα το αποφύγουμε με τίποτα. Η τιμωρία μας θα είναι η κάθαρσή μας! H τιμωρία και η κάθαρσή μας θα είναι εν τέλει και το «πολιτισμικό σοκ» που αναζητούν οι επαΐοντες! Για τούτο (τώρα), η σιωπή είναι πιο αξιοπρεπής στάση και συμπεριφορά από τις άηχες κραυγές και οράματα που δείχνουν πάλι στο πουθενά...
_______________________________________
(*)Ως τελευταία πράξη εξωστρέφειας (ή εξόδου από την επώδυνη ομφαλοσκόπησή μας), ασφαλώς, μπορούμε να θεωρήσουμε την ένταξή μας στα ευρωπαϊκά θέσμια. Η ρυθμική μεταλλαγή όμως του ευρωπαϊκού οράματος (των παλαιών πολιτικών της Εσπερίας), σε χρηματοοικονομικό παιχνίδι επιβολής ισχύος δεν άφησε και πολλά – πολλά περιθώρια υλοποίησης αυτής – τούτης της προοπτικής.

Κούφιοι άνθρωποι

Γράφει ο απαράμιλλος T.S.Eliot (1888 – 1965) στο ποίημά του «Οι Κούφιοι Άνθρωποι» που αν και δημοσιεύτηκε το 1925 (!), διατηρεί μέχρι και σήμερα ακέραια την αξία που, με την εσωτερική διαύγεια, οξύνοια και σοφία του, τού δίδει ο ίδιος ο Eliot :
«Είμαστε οι Κούφιοι Άνθρωποι
Είμαστε οι Βαλσαμωμένοι Άνθρωποι
Σκύβοντας μαζί
Κεφαλοκαύκι γεμισμένο άχυρο. Αλίμονο!
Οι στεγνές φωνές μας, όταν
Ψιθυρίζουμε μαζί
Είναι ήσυχες και ανόητες
Σαν άνεμος σε ξερό χορτάρι» (…)
Και συνεχίζει την ανάλυσή του για την θηριωδία που (συν) διαμορφώνουν οι «Κούφιοι Άνθρωποι» ως εξής :
(…) «Αυτή είναι η νεκρή χώρα,
Αυτή είναι του κάκτου η χώρα,
Εδώ τα πέτρινα είδωλα
Σηκώνονται, εδώ λαμβάνουν
Την ικεσία ενός χεριού νεκρού ανθρώπου
Κάτω απ’ το σπίθισμα σβησμένου άστρου» (…)
Για να ολοκληρώσει λίγο παρακάτω :
(…) «Αυτός είναι ο τρόπος που ο Κόσμος τελειώνει,
Αυτός είναι ο τρόπος που ο Κόσμος τελειώνει,
Αυτός είναι ο τρόπος που ο Κόσμος τελειώνει,
Όχι μ’ ένα πάταγο, αλλά, μ’ ένα λυγμό»._

Αυτιστικά δρώντες, όμως, δεν ακούμε ούτε αυτόν – τούτο τον έσχατο λυγμό. Το χειρότερο μάλιστα : δεν βλέπουμε και δεν συναισθανόμαστε επαρκώς το αυτονόητο. Δεν κατανοούμε ότι η… «ικεσία ενός χεριού νεκρού ανθρώπου» δεν είναι παρά η ίδια, η δική μας ικεσία προς το νου του κόσμου που θέλει να πορεύεται και να λογαριάζει όπως συνήθως πορεύεται και λογαριάζει. Όθεν, το αδύναμο σώμα του ανώνυμου φυγά πρόσφυγα που το καταπίνει αφύσικα και αταίριαστα η θάλασσα, είναι το δικό μας σώμα που χάνεται, λες, απροσδόκητα, μέσα στις πιέσεις, τους εξευτελισμούς και τις ντροπές που, φευ, μηχανεύεται και υπηρετεί ο μηχανισμός οικονομικής και πολιτικής διακυβέρνησης του σύγχρονου δυτικού κόσμου. Ενός, ήδη, άγριου και βάρβαρου κόσμου που, οιονεί, όμως, γίνεται αγριότερος και βαρβαρότερος, διότι, από ένστικτο, -μηχανιστικά και σχεδόν μανιχαϊστικά-, πρέπει να προστατεύσει τα κεκτημένα και τα στρατηγικά πλεονεκτήματα που έχτισε τους τελευταίους αιώνες.

«Είναι ο καπιταλισμός καημένε!» θα κραύγαζε (αντί να (ανα) θεωρήσει με ψυχραιμία και σύνεση), ο ασκημένος και δοκιμασμένος «ινστρούχτορας» και «οδηγητής» των καιρών που, αν και ασκημένος και δοκιμασμένος, το μόνο που γνωρίζει είναι να αφηγείται και να περιγράφει, περίπου, ως θέσφατα όλα τα «κακά» που γεννά και τρέφει ο κόσμος μας. Πληρωμένος καλά, δεν αγωνιά πλέον : δεν αναζητά, δεν ερμηνεύει, δεν πάλλεται εσωτερικά, ώστε, να μπορέσει να αμφισβητήσει ικανά και να αρνηθεί το «οδικό χάρτη» που του υποδεικνύουν, και που και κείνος με τη σειρά του υποδεικνύει στους άλλους. Ανόητοι, εν τέλει, και ανώφελοι είναι οι μεγαλόστομοι «ψίθυροι μεταξύ μας» και στεγνοί όπως ο «άνεμος σε ξερό χορτάρι». Δεν κάνουν κανένα καλό. Δεν είναι πουθενά χρήσιμοι. Και όταν τόσος και τέτοιος Λόγος δεν κάνει κανένα καλό και δεν είναι πουθενά χρήσιμος, εν πολλοίς, δεν υφίσταται : δεν υπάρχει. Μένει ανέκφραστος, ανεκπλήρωτος (σαν τις βιωματικές αντιστίξεις του Έλιοτ, ποιητικά ανεκπλήρωτες*), και καταδικασμένος να τον ακούν οι ίδιοι πάντα Κουφοί και Κούφιοι Άνθρωποι που παραγάγουν το τρέχοντα πολιτισμό μας.

*βλ.: «Τ.Σ.ΕΛΙΟΤ, ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ», Ελληνική Μεταγλώττιση – Εισαγωγή: Αριστοτέλης Νικολαΐδης, Εκδόσεις: ΚΕΔΡΟΣ 1984.

5 αναγνώστες σχολίασαν

Συμμετοχή στην συζήτηση
  1. Αλ. Τ. 10:09 03/08/2016

    αυτό κι αν είναι εκπληξη. μπράβο σπύρο, λεβέντη ηπειρώτη. Να βρεθούμε και καμιά φορά στα βουνά μας ομορφόπαιδο. Τι λες, δεν θα περάσουμε ωραία;,,

  2. Περίπτωση ο κ. Ταγκας. Να που κάτι γίνεται γύρω μας. χρειάζεται πολ προσπάθεια και βέβαια τύχη για να μη χάνονατι αυτού του είδους τα ταλέντα

    ν.ν

  3. συλβί 20:02 17/06/2016

    Έχει μια διαχρονικότητα μέσα του ο Σ.Τ. και μια αρχοντιά θα μπορούσα να πω.Είναι αγαπητός

  4. έχει δίκιο ο φίλος «Νίκος.» Ο Σπ. Τάγκας γνωρίζει πολύ καλά το γραπτο λόγο. για όλους όσους δεν τον γνωρίζουν καλά έχω να πω κι αυτό. είναι ένας ανθρωπος που όπου βρεθείφωτίζει. αν η χώρα αυτή είχε πιο ομσλή πορεία στα κοινωνικά τα πολιτικά, με λιγότερη υποκρισία και τυχοδιωκτισμό, ο σ.τ έπρεπε ήδη αρκετά φτασμένος κια γνωστός. αλλά και τώρα ίσως χρειαστεί περισσότερο πιστεύω γιατι είανι και ώρα να καθαρίσουν πολλά πράγματα στη κοινωνία που ζούμε.

    Γ. Ηλ.

  5. Νίκος 17:27 14/06/2016

    Συγχαρητήρια στη διαδικτυακή εφημερίδα του Αγρινίου ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ,για όσα έγραψε για τον Σπύρο Χ. Τάγκα.
    Η αναδημοσίευση από το ΜΑΤΡΙΧ24 αποδεικνύει ότι ξέρει να επιλέγει τους συνεργάτες του.
    Ο Σπύρος Τάγκας γνωρίζει πολύ καλά το γραπτό λόγο. Είναι καιρός να τον δούμε ένα ολοκληρωμένο λογοτέχνη.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.