ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Για όσα δεν μιλάμε

Τετάρτη απόγευμα, ανεβαίνοντας από το μετρό των Αμπελοκήπων στην Αλεξάνδρας με «βήμα ταχύ», καθώς κάποιες δουλειές είχαν ήδη καθυστερήσει. Το σημείο γνωστό, η έξοδος από το μετρό στο πλάτωμα πάνω από το οποίο βρίσκεται ένα ανοικτό γήπεδο μπάσκετ –κάποτε εκεί έπαιζε ο «Τριφυλλιακός», ελπίζω ότι παίζει ακόμα. Δίπλα, σε απόσταση ενός λεπτού με αργό βάδισμα, η Γ.Α.Δ.Α. Η εικόνα γνωστή, συμπολίτες μας, εξαρτημένοι από τα ναρκωτικά, σε συντριμμιώδη κατάσταση περιφέρονται στο χώρο. Κάποιοι κάνουν χρήση ναρκωτικών ουσιών, ενώ άλλοι απλά μετεωρίζονται σε έναν κόσμο κάπου ανάμεσα στην πραγματικότητα και τις παραισθήσεις τους. Ο κόσμος τριγύρω απαθής, συνηθισμένος πλέον σε τέτοιου είδους εικόνες, φαίνεται να μην δίνει σημασία. Όχι ότι μπορεί ο κάθε πολίτης ξεχωριστά κάτι να κάνει, αλλά και μόνο μια κάποια συναισθηματική διέγερση από την εικόνα κάτι θα σήμαινε για την ποιότητα της κοινωνίας μας. Δυστυχώς, όμως, φαινόμαστε εξοικειωμένοι με τη δυστυχία.

Το κράτος, φυσικά, απόν, όπως και η αστυνομία. Τι ρόλο έχει η αστυνομία έναντι του χρήστη, θα με ρωτήσει κανείς. Αγνοώ το νομικό πλαίσιο και σε μεγάλο βαθμό αδιαφορώ για αυτό, καθώς, εν προκειμένω, μικρή πρακτική αξία έχει. Αλλά, απαντώντας στο ενδεχόμενο αυτό ερώτημα, θα πω «μάλλον κανέναν». Όμως, προκύπτει εύλογα μια απορία. Όταν σε ένα σημείο είναι συγκεντρωμένοι σε καθημερινή βάση άνθρωποι εξαρτημένοι, αυτό, από μόνο του, δεν φανερώνει ότι κάποια στιγμή γίνεται και διακίνηση ουσιών; Εκεί εντοπίζεται και ο ρόλος της αστυνομίας. Αλλά εδώ φαίνεται πως επικρατεί μια λανθάνουσα «ομερτά», καθώς παρόλο που η απόσταση από τα κεντρικά της διοικητικά γραφεία είναι μικρή απόσταση η αστυνομία δηλώνει άγνοια. Και η χρήση και διακίνηση ναρκωτικών, σε ένα μέρος με έντονη την παρουσία μαθητών, συνεχίζεται ανεμπόδιστα και προκλητικά, ειρωνικά, κάτω από τη μύτη των αρχών.

Η ίδια εικόνα στο κέντρο της Αθήνας, στον πεζόδρομο που συνδέει σταδιακά την Πανεπιστημίου με τη Σόλωνος, παραπλεύρως της Νομικής. Νομίζω δεν υπάρχει Αθηναίος πολίτης που να αγνοεί το τι συμβαίνει στην περιοχή, σε ένα από τα πλέον πολυσύχναστα μέρη της πρωτεύουσας και, ταυτοχρόνως, συμβολικό για την ίδια την αθηναϊκή κοινωνία. Και όμως, ακόμα και αν οι απλοί πολίτες το γνωρίζουν, οι αρχές «ασφαλείας» φαίνεται να το αγνοούν. Κανείς, μάλλον, αρμόδιος δεν έχει περάσει από τα σημεία αυτά –τα οποία αποτελούν απλά δύο ενδεικτικά παραδείγματα, ανάμεσα σε εκατοντάδες. Και αν δεν έχει περάσει, ούτε έχει ενημερωθεί. Μόνο ανικανότητα –στην καλύτερη περίπτωση- φανερώνει η στάση αυτή. Κάποιος καχύποπτος θα την χαρακτήριζε και συνενοχή στο έγκλημα, ακούσια ή εκούσια, ειδικά από τη στιγμή που η αύξηση των κρουσμάτων συμπίπτει χρονικά και με την αύξηση της παρουσίας των δυνάμεων ασφαλείας –ή καταστολής- στο κέντρο της Αθήνας, κάτι μάλλον τυχαίο και συμπτωματικό...

Την ίδια στιγμή, η πολιτεία, που διαχρονικά κόπτεται για τους πολίτες και τα δικαιώματά τους, φαίνεται ατάραχη στο ζήτημα των άστεγων του κέντρου. Και όσο και αν από τους προηγουμένους κυβερνώντες περίμενες τη σχετική απάθεια για ένα ζήτημα που οι ίδιοι δημιούργησαν, δεν περίμενες, διάολε, την ίδια στάση και από τους παρόντες. Σύνθετο το ζήτημα σίγουρα, όπως και δαιδαλώδες το μωσαϊκό των ανθρώπων που έχουν συνθέσει την ιδιότυπη αυτή κοινωνία των αστέγων. Και, ναι, κανείς δεν περιμένει να λυθεί σε μια στιγμή. Ωστόσο, πέρα από κάποιες επικοινωνιακού τύπου δηλώσεις, μπορεί κανείς να πει πρακτικά και επίσημα τι κινήσεις έχουν γίνει επί του ζητήματος; Καλές οι αναφορές περί του ανθρωπιστικού προσώπου της Αριστεράς, καλές και ωφέλιμες κάποιες σχετικού ιδεολογικού πρόσημου πρωτοβουλίες, ωστόσο η ιδεολογική και πρακτική συνέπεια φαίνεται στα «δύσκολα». Και το κράτος έχει πρωταρχική, αν όχι μοναδική, αποστολή, τη στήριξη όλων όσοι το χρειάζονται, αν θέλει το μονοπώλιο του φυσικού εξαναγκασμού που αξιώνει να γίνεται κοινωνικά αποδεκτό από την πλειοψηφία των πολιτών και ανεκτό από τους υπολοίπους.

Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι θεσμοί σήμερα είναι η απαξίωση με την οποία αντιμετωπίζονται από την κοινωνία. Και η απαξίωση αυτή είναι μια στάση λογική, αναμενόμενη. Σε μεγάλο βαθμό επιδιώχθηκε τα τελευταία χρόνια, όταν η πολιτική επιβίωση προτάχθηκε της διαχείρισης των κοινωνικών ζητημάτων και οι πολιτικοί περιχαρακώθηκαν σε ένα κλειστό σύνολο, αδιαφορώντας για τον αντίλογο και κλείνοντας τα αυτιά στα προβλήματα της κοινωνίας. Ο κίνδυνος όμως αυτή η «συνήθεια» των πολιτών να μετατραπεί σε μια υπάρχουσα κανονικότητα και οι πολιτικοί να αντιμετωπίζονται ως «ξένα σώματα» από την κοινωνία γεννά πολλαπλά προβλήματα, με πρώτο και κύριο την ίδια τη λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, που έχει, κυρίως, θεσμική βάση. Όσο όμως οι συλλογικές αναπαραστάσεις και ο πολλαπλασιασμός των συλλογικών γεγονότων θα αμαυρώνει την έννοια των θεσμών, ειδικά για τη νέα γενιά των πολιτών που δεν πρόλαβε να ζήσει τα χρόνια της, επίπλαστης έστω, κοινωνικής σταθερότητας, τόσο η αντιπροσωπευτική δημοκρατία θα αποξενώνεται από τον κόσμο και οι «θεσμοί» θα αποτελούν στην ατομική και συλλογική συνείδηση κάτι το εχθρικό.

Την ίδια μέρα, την ίδια «Τετάρτη», πληροφορήθηκα ότι ένας φίλος απορρίφθηκε στις εξετάσεις για το δίπλωμα οδήγησης. Ο λόγος, ένα λάθος στο οποίο υπέπεσε στο πέμπτο-έκτο δευτερόλεπτο της εξέτασης. Ο ανομολόγητος, όμως, είναι άλλος. Αλλά και αυτή η «φήμη» που συνοδεύει την εξεταστική διαδικασία οδήγησης αυτοκινήτου φαίνεται, επίσης, να είναι γνωστή μόνο από το σύνολο των πολιτών και όχι από τις αρχές…

Φυσικά, τα προβλήματα δεν γεννήθηκαν σήμερα. Όμως, όποια δυσλειτουργία προϋπάρχει και όποια κοινωνική παθογένεια δυσχεραίνει την κοινωνική καθημερινότητα γεννά στην κυβέρνηση το χρέος της θεραπείας και όχι τη δικαιολογία της συντήρησης.

-Η «Τετάρτη» είναι, απλά, μια τυχαία ημέρα, καθώς καθημερινά, στα εν λόγω σημεία, η εικόνα είναι ίδια. Τα δε παραδείγματα ένα ελάχιστο δείγμα της ασχήμιας της σημερινής κοινωνίας-.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.