ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Οι Πανελλαδικές δεν απέτυχαν… Απλά γέρασαν

Κάθε χρόνο, εδώ και πολλά χρόνια, η ίδια ιστορία. Φέτος μετατοπίστηκε λίγο προς το καλοκαίρι, στο πλαίσιο ακόμα μιας μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, η οποία περιμένει να «ξαναμεταρρυθμιστεί» οσονούπω, αλλά μικρή η διαφορά. Το σύνολο σχεδόν της ελληνικής κοινωνίας χορεύει στους ρυθμούς των Πανελλαδικών. «Ποια είναι τα sosάκια;», «τι προβλέπετε;», «τι να διαβάσω τελευταία στιγμή;», «θα πέσουν εύκολα ή δύσκολα θέματα;», «θα ανέβουν ή θα πέσουν οι βάσεις;», «υπάρχουν κάποιοι που ξέρουν τα θέματα, μου το έχει πει ο ιδιοκτήτης του φροντιστηρίου εμένα!». Χιλιάδες μαθητές περιμένουν με αγωνία να δουν τους κόπους μιας δωδεκαετούς πορείας στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα να αποδίδουν καρπούς μέσω μιας –μοναδικής και τελεσίδικης- εξέτασης. Οι Πανελλαδικές εξετάσεις αποτελούν κατεστημένη πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας, έναν αναβαθμό προσωπικής εξέλιξης και, γιατί όχι, ανέλιξης κάθε παιδιού που βρίσκεται στο μεταίχμιο εφηβείας και ενηλικίωσης.

Φέτος, όπως και πολλάκις στο πρόσφατο και μακρινό παρελθόν, επικρατεί μια παράλληλη της διεξαγωγής συζήτηση περί της επικείμενης κατάργησής τους. Αυτή η δεδηλωμένη πρόθεση της πολιτειακής ηγεσίας έχει φουντώσει την αντιπαράθεση αναφορικά με την αναγκαιότητα μιας σχετικής μεταρρύθμισης. Όταν, όμως, προκύπτει η ανάγκη για υπεράσπιση ή απόρριψη ενός θεσμού, τότε και η σχετική επιχειρηματολογία γίνεται μια φυσική αναγκαιότητα. Γιατί, για να αλλάξει κάτι, σημαίνει ότι απέτυχε ή, πλέον, δεν επαρκεί, ενώ για να παραμείνει εν ισχύ, σημαίνει ότι λειτουργεί ομαλά και κρίνεται επιτυχημένο.

Καλό είναι να ξεκινάμε από την απτή πραγματικότητα. Οι Πανελλαδικές εξετάσεις αποτελούν το θεσμό που κρίνει μέσα από μια –και μόνο- εξέταση σε τέσσερα ή πέντε γνωστικά αντικείμενα ειδικού χαρακτήρα το ακαδημαϊκό μέλλον των υποψηφίων. Ως σύστημα που έχει αποκτήσει συγκεκριμένη ταυτότητα απαιτεί εντατική προσπάθεια, συστηματική μελέτη, προσήλωση και σοβαρότητα από την πλευρά των υποψηφίων. Εν τέλει, επιβραβεύει την ικανότητα του μαθητή να διαχειρίζεται έναν όγκο ειδικών γνώσεων, ελαφρώς ασυστηματοποίητων. Είναι αδιάβλητο, γεγονός αδιαμφισβήτητο, καθώς οι όποιες ενστάσεις κινούνται στη σφαίρα της συνωμοσιολογίας. Θέτει κοινά κριτήρια για όλους τους υποψηφίους, καθιστώντας το έτσι κατά πολλούς δίκαιο και αντικειμενικό –ασχέτως του ότι η αντικειμενικότητα είναι μια χίμαιρα που ποτέ δεν επιτυγχάνεται. Αποτελεί –και αυτό είναι το κυριότερο- την απόλυτη επιδίωξη των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι προσηλώνουν τις προσπάθειές τους, πολλές φορές από πολύ μικρή ηλικία, προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, μειώνοντας έτσι και το φάσμα της μελέτης τους –ή, καλύτερα, εξειδικεύοντάς το.

Πρόσφατα ο Υπ. Παιδείας δήλωσε ότι «οι τελευταίες δύο τάξεις του Λυκείου δεν υφίστανται παιδαγωγικά και εκπαιδευτικά, κάτι που δημιουργεί τεράστιες επιπτώσεις στη νέα γενιά». Λοιδορήθηκε, καθώς στο πλαίσιο της ίδιας δήλωσης επισήμανε ότι οι μαθητές των τάξεων αυτών δεν έχουν χρόνο «να ερωτευτούν και να πιουν ένα ποτό». Προσπερνώντας τη γενίκευση –καθώς πολλοί μαθητές βρίσκουν χρόνο για ποτό και έρωτα-, είναι μάλλον εκτός εκπαιδευτικής πραγματικότητας όποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι η Β’ και η Γ’ Λυκείου –τουλάχιστον- είναι εκπαιδευτικά προβληματικές. Και αν κάποιος αδιαφορεί που «τα παιδιά δεν έχουν χρόνο να ερωτευτούν», ίσως καλό θα ήταν να σκεφτεί αν έχουν χρόνο να αθληθούν ή να ασχοληθούν συστηματικά και γόνιμα με τη μουσική, το θέατρο ή ό,τι άλλο δομεί μαζί με τα σχολικά μαθήματα μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Αλλά ακόμα και αν υποτιμά αυτές τις δραστηριότητες ως δευτερεύουσες ή ανούσιες (!) μπροστά στο «μεγάλο στόχο», τότε πρέπει να μην κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του και να δηλώσει ότι και τα μαθήματα γενικής παιδείας είναι συμπληρωματικά και εξίσου ανούσια, ένα παραγέμισμα του σχολικού προγράμματος, ένας βραχνάς και τίποτα παραπάνω.

Αγγίζουμε τον πυρήνα του προβλήματος σιγά-σιγά. Οι Πανελλαδικές εξετάσεις προωθούν τη στείρα εξειδίκευση και την πνευματική μονομέρεια από πολύ νωρίς –κάποιες φορές από πάρα πολύ νωρίς. Καθιστούν την εκπαίδευση και τη μόρφωση επιδίωξη χρησιμοθηρικού χαρακτήρα. Εδραιώνουν μια λανθάνουσα υλιστική νοοτροπία, καθώς «ό,τι δεν συμβάλει σε μια πιθανή μελλοντική αποκατάσταση, είναι περιττό», ενώ διαχωρίζουν τη γνώση σε χρήσιμη και περιττή –με περιττή να είναι όποια δεν είναι εξεταστέα και, κατά συνέπεια, επαγγελματικά ή ακαδημαϊκά αξιοποιήσιμη. Δεν υποτιμάται το περιεχόμενο των μαθημάτων «Γενικής Παιδείας», απλά απενοχοποιείται η αδιαφορία προς αυτά, καθώς πραγματώνεται η λογική του «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Απαξιώνεται έτσι τόσο ο πνευματικός προσανατολισμός του σχολείου όσο και ο χαρακτήρας του ως «Γενικού», με την έννοια ότι παρέχει γενικές γνώσεις. Φταίνε σε αυτό οι ίδιες οι Εξετάσεις; Φυσικά και όχι, αλλά αποτελούν την έμπρακτη και πολύ βολική δικαιολογία, διαμορφώνοντας ένα ανελαστικό σχήμα μέσα στο οποίο πρέπει να προσαρμόσει τις προσπάθειές του όποιος θέλει να το διαχειριστεί με επιτυχία. Καθιστούν, επίσης, την εν γένει σχολική νοοτροπία μια ακόμα ομόρροπη δύναμη μαζί με τις τόσες άλλες στην εγκαθίδρυση ενός στυγνού τεχνοκρατισμού. Από τη νοοτροπία αυτή φυσικά κάποιοι καταφέρνουν να διαφύγουν. Είναι αυτοί που διατηρούν τις πνευματικές δυνάμεις τους σε διαρκή ετοιμότητα, που γρηγορούν και διαχωρίζουν τις έννοιες «χρήσιμο» και «γόνιμο», οι οποίες σε μεγάλο βαθμό έχουν πλέον ταυτιστεί στην κοινή γνώμη.

Αλλά, ακόμα και στα «χρήσιμα» μαθήματα, τα εξεταστέα, είναι  η προσέγγισή τους πλήρης, επιτελούν το σκοπό τους σε βαθμό ικανοποιητικό; Φοβάμαι πως όχι, καθώς η μελέτη τους είναι κυρίως μηχανιστική, προσεγγίζονται ως αντικείμενα προς εξέταση και όχι ως εφόδια γνώσης. Ας σκεφτούμε για παράδειγμα το μάθημα της έκθεσης. Οι εξεταζόμενοι καλούνται να απαντήσουν σε ένα και μόνο θέμα που θα καθορίσει τη γλωσσική τους επάρκεια. Όποιο, όμως, και αν είναι το ζητούμενο, τα ερωτήματα παραμένουν ξύλινα, περιοριστικά: «ποια είναι τα αίτια, τα αποτελέσματα, οι τρόποι αντιμετώπισης»; Σε μεγάλο βαθμό είναι δυνατόν να επιστρατευτούν στερεότυπα και προσαρμόσιμα επιχειρήματα, για να «βγει» ένα κείμενο που θα ανταποκρίνεται στο βαθμοθηρικό σκοπό της εξέτασης, αλλά όχι στην ανάδειξη της γλωσσικής ικανότητας του εξεταζομένου (δεν γενικεύω, αλλά, περιπτωσιολογικά, είναι ένα φαινόμενο που ισχύει σε μεγάλο βαθμό). Εξετάζεται, όμως, η ικανότητα του μαθητή να απαντά σε ένα εύρος θεματικών ενοτήτων; Η προφορική του επάρκεια και ετοιμότητα είναι αδιάφορες; Η δυνατότητά του να συντάσσει κείμενα ποικίλης μορφής ή η συνθετική του ικανότητα πάνω σε κείμενα που του δίνονται προς μελέτη; Η προσπέλαση επιστημονικών, λογοτεχνικών ή ενημερωτικών κειμένων είναι ανούσια για έναν μέλλοντα επιστήμονα; Μήπως μας ενδιαφέρει πιο πολύ εδώ μια ευρύτερη απεικόνιση της γλωσσικής ικανότητας του μαθητή από το αποτέλεσμα μιας και μόνο δοκιμασίας; Οι Πανελλαδικές δομικά αδυνατούν να λύσουν το πρόβλημα αυτό. Το ίδιο πάνω-κάτω πρόβλημα απαντά και στα υπόλοιπα εξεταζόμενα μαθήματα, ενώ σε αυτά της «Γενικής Παιδείας» επικρατεί μαύρο σκοτάδι.

Καλό είναι να μην κρυβόμαστε. Το σύστημα των Πανελλαδικών έχει δοκιμαστεί και ήταν για πολλά χρόνια μάλλον επιτυχημένο. Πλέον έχει παλιώσει, έχει φθαρεί και δεν προσαρμόζεται στις ανάγκες μιας κοινωνίας που –θέλοντας και μη- τρέχει πιο γρήγορα από παλιά. Ωστόσο, καλό είναι να αποφύγουμε μηδενιστικές κρίσεις. Αποτελεί μια βάση. Τα αδιαμφισβήτητα θετικά του στοιχεία –το αδιάβλητο, η ισότιμη μεταχείριση, το γεγονός ότι συμβάλλει στην συνειδησιακή ωρίμανση των μαθητών- πρέπει να διατηρηθούν και στην όποια διάδοχη κατάσταση. Η υπάρχουσα πραγματικότητα φανερώνει την ανάγκη για αναδημιουργία και όχι για συντριβή. Αλλά η αόριστη φημολογία και οι γενικόλογες τοποθετήσεις περί «εκπαιδευτικής αναγέννησης» δεν γεννούν λύσεις. Ούτε το ίδιο το πρόβλημα δεν διαπιστώνουν. Σε μια υπαρκτή κατάσταση δίνεις υλοποιήσιμες απαντήσεις και όχι νεφελώδη και αδιαμόρφωτα θεωρητικά δημιουργήματα. Πολλές φόρες, όσο αγαθές και αν είναι οι προθέσεις, συμβάλλουν σε τερατογενέσεις, αν εδράζονται στην προχειρότητα.

Ο Βασίλης Νάστος είναι φιλόλογος-εκπαιδευτικός.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.