ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Μάνδρα εδώ, εκεί Πολυτεχνείο;

Δεν ήταν δικό τους λάθος, όσων έχασαν την ζωή τους στις πλημμύρες. Αν κάτι δεν υπολογίστηκε σωστά, μόνον η επιλογή του χρόνου είναι. Όμως, ποιος μπορεί ν’ αντισταθεί σ’ ακραία καιρικά φαινόμενα, ακόμα κι αν έχει αποφασίσει να δώσει ένα τέλος; Θα πεις, πού διάθεση γι’ αστεϊσμούς, όταν η τραγωδία μεταμφιέζεται σε πένθος εθνικό. Όχι, δεν υπάρχουν περιθώρια την ώρα ειδικά που όμηροι και άμοιροι ευθυνών αλλάζουν ρόλους ιλιγγιωδώς. Όμως, να, 2-3 μέρες να καθυστερούσε η καταστροφή, οι ίδιοι άτυχοι κι ανώνυμοι κάτοικοι της Δυτικής Αττικής, ίσως μετανάστευαν οριστικά στην χώρα των θυμάτων, των ηρώων και μαρτύρων, στην χώρα των πεσόντων και των αγωνιστών. Κάτι τέτοιο υπαινίσσονται τουλάχιστον γνωστοί-άγνωστοι προβοκάτορες της κοινωνικής δικτύωσης.

Για την ακρίβεια, παρόμοια ηλεκτρονικά φαινόμενα, πότε αθλητικά, πότε πολιτικά, πάντως γλωσσικά, τόσον ακραία όσον και τα φυσικά, άλλο δεν κάνουν παρά να υπογραμμίζουν την λεπτή κόκκινη διαχωριστική ανάμεσα στην υπερβολή μιας δήλωσης και στην ουσία μιας βεβήλωσης. Ζήτημα τεχνολογίας μόνο; Στην αναλογική εποχή, αντίθετα με την ψηφιακή σημερινή, η χιουμοριστική διάθεση, όσο τολμηρή κι αν ήταν, δεν πλησίαζε τον θάνατο. Στ’ ανέκδοτα, σημασία είχε να προσέξεις πού θα γεννηθείς. Σε πύργο ευγενών, σ’ έπαυλη αριστοκρατών, σε νεοκλασικό πλουσίων. Άσε το μέρισμα και πιάσε το διαμέρισμα. Ασυγχώρητη η επιπολαιότητα, όμως στις ασπρόμαυρες ταινίες, Λαός και Κολωνάκι νυμφευόταν μεταξύ τους ασταμάτητα, προς δόξαν της ταξικής συμφιλίωσης. Βρέχει στην φτωχογειτονιά; Βρέχει και στην καρδιά μου. Αλλιώς πλημμυρίζουν τα βόρεια προάστια, ωστόσο, αλλιώς μελαγχολείς κοιτάζοντας τη νεροποντή από το πίσω κάθισμα της Ρολς.

Σαν τα λαϊκά σουξέ, πάντως, η λαϊκή κωμωδία μιλούσε σ’ όλους με την ίδια γλώσσα. Διόλου συμπτωματικά, απ’ όλες τις γκάφες που κάνουν έναν φουκαρά ν’ αλλάζει διαρκώς επαγγέλματα κι αφεντικά, αξέχαστες παραμένουν εκείνες του Θανάση Βέγγου. Ολωσδιόλου συμπτωματικά, ο «Πολυτεχνίτης και Ερημοσπίτης» συνδέει μιαν αναπάντεχη θεομηνία με θύματα κατατρεγμένους και μιαν επέτειο με πρωταγωνιστές εξεγερμένους.

Συνδέει, δεν ενώνει. Όπως, συνδέουν δεκαετίες τώρα, δίχως πάλι να ενώνουν ουσιαστικά, οι επίσημες εκδοχές του νεοελληνικού βίου, οι ακαταμάχητες ατάκες του σινεμά, οι θρίαμβοι, οι εθνικές εορτές και οι επέτειοι, με ή χωρίς αγάλματα και ανδριάντες. Αν κάτι ενώνει, πρόσκαιρα ενδεχομένως, η φωνή του Καζαντζίδη, το Γουέμπλεϊ, το τρίποντο του Διαμαντίδη, η παρέα του Γκάλη κι η άλλη του Ζαγοράκη. Διαρκής, αντίθετα, η σκιά της Μικρασιατικής Καταστροφής.

Διαρκής κι ο διχασμός, από τον Καποδίστρια και την κατασκευή μιας τεχνητής γλώσσας για τις ανάγκες του νεότευκτου κρατιδίου μέχρι τον εμφύλιο και την χρεοκοπία, με αποκορύφωμα το μύθευμα περί της «πτωχής πλην τίμιας Ελλάδας». Δεν ευθύνεται, επομένως, η ηλεκτρονική εκδοχή της γλώσσας για τον κατακερματισμό της και την συνακόλουθη έκπτωση των άλλοτε κραταιών, αδιαμφισβήτητων και, άρα, ενοποιών εθνικών μας μύθων. Εντείνει το αποτέλεσμα, απλώς, σε ακραίες συνθήκες σαν τις τωρινές, όταν κάθε μικρή ή μεγάλη κοινωνική ομάδα διεκδικεί να επιβάλλει ως αποκλειστική, ως γενική κι απόλυτη την αφήγηση στην διάλεκτο και στα μέτρα της. Οι πληγέντες εναντίον της κρατικής ολιγωρίας, οι αναρχικοί εναντίον των αντιεξουσιαστών. Ανακοινώσεις, συνθήματα, εμπρησμοί, λεπτομέρειες τα θύματα. Άσκηση βίας και η γλώσσα; Αν βεβηλώνεται κάθε χρόνο η ιστορική μνήμη, ας θυμόμαστε πως το Βέβηλο, στην κυριολεξία, είναι οτιδήποτε, από ιερό ή θρησκευτικό που ήταν, αποδίδεται ξανά στην χρήση και στην κυριότητα των ανθρώπων. Των κανονικών ή, μήπως, των ιστορικών, των πολιτικών και των «αναρχικών»; Έχουμε καιρό. Άλλωστε, δύο σχεδόν αιώνες από την δολοφονία του πρώτου κυβερνήτη, ένα τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ υπόσχεται να ανοίξει την υπόθεση Καποδίστρια. Επιτέλους. Κι ας είναι της ρωσικής τηλεόρασης.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.