ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Η αναθεώρηση του Συντάγματος και ο Θεσμός του ΠτΔ

Την πολιτική ατζέντα επικαιροποιεί (και) το ζήτημα της αναθεώρησης του Συντάγματος. Ενόψει των όσων θα επακολουθήσουν χρήσιμο είναι να καταγραφούν τα εξής:

Ο Καταστατικός Χάρτης, ο οργανωτικός της όποιας Πολιτείας, διαμορφώνει το νομικό και πολιτικό πολιτισμό με αυστηρούς κανόνες δικαίου και για τις επιμέρους επιφυλάξεις αναθέτει στη νομοθετική λειτουργία (Κοινό Νομοθέτη-Νομοθετικό Σώμα), την περαιτέρω ρυθμιστική παρέμβαση που καθορίζει το όλον περίγραμμα του Κράτους Δικαίου. Ωστόσο, και αυτό συμβαίνει πάντοτε, το σύνολο της ρυθμιστικής λειτουργίας λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο της κρατούσας ιδεολογίας και της άρχουσας τάξης πραγμάτων.

Ειδικότερα εν συντομία

Με όσα «μπορούν» να περιληφθούν στο παρόν περίγραμμα, χρήσιμο είναι να λεχθούν τα εξής:

Το συνταγματικό δίκαιο δεν έχει απλώς τυπική κανονιστική ιδιότητα, αλλά προδήλως έχει και ουσιαστική κοινωνική αποστολή, καθόσον αποτελεί με τη θέσπιση και οργάνωση των κανόνων του, το οργανικό στοιχείο μιας συγκεκριμένης κοινωνικής πραγματικότητας. Δηλαδή: το συνταγματικό δίκαιο, κατά κανόνα, αντιστοιχεί προς ένα δεδομένο πλέγμα κοινωνικών σχέσεων τις οποίες ταυτοχρόνως εκφράζει και ρυθμίζει.

Τούτων δοθέντων, αναμφισβήτητο είναι ότι με τους κανόνες του συντακτικού νομοθέτη διαμορφώνεται μια κοινωνικοοικονομική συνιστώσα, που ρυθμίζει τη λειτουργία των κοινωνικών σχέσεων «μέσω της θέλησης και ιδίως της συμπεριφοράς» των πολιτών που μετέχουν στη συγκεκριμένη έννομη τάξη. Ωστόσο, η κοινωνία ασφαλώς δεν αφορά «στατικό φαινόμενο» και μάλιστα στην παρούσα ψηφιακή εποχή της παγκοσμιοποίησης. Συνεπώς, χωρίς (επουδενί) να «κλονίζεται» τόσο η μορφή του πολιτεύματος όσο και ο «σκληρός πυρήνας» της συνταγματικής τάξης (που αφορά στις μη αναθεωρητέες διατάξεις), η προβλεπόμενη αναθεώρηση είναι επιβεβλημένη, αρκεί πράγματι να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των καιρών, στις ευαισθησίες και προτεραιότητες του κοινωνικού συνόλου, επιδιώκονται παραλλήλως την αναβάθμιση των δημοκρατικών Θεσμών και λειτουργιών (Διοικητικής και Δικαστικής) της Πολιτείας.

Στην παρούσα φάση κομματικοί σχηματισμοί, επιμέρους στελέχη της πολιτικής ζωής, αλλά και η νομική επιστημονική κοινότητα και ειδικότερα οι ομότεχνοι του δημοσίου δικαίου, έχουν καθήκον να αρθρώσουν λόγο. Λόγο παρέμβασης όμως έχει  και κάθε σκεπτόμενος πολίτης του οποίου η άποψη μπορεί να είναι «εισφορά» στο δημόσιο λόγο.  Η παρέμβαση όμως των ενεργών πολιτών (μέσω κυρίως των ΜΜΕ έντυπου και ηλεκτρονικού λόγου), επιβάλλεται να είναι ιδιαιτέρως προσεγμένη προκειμένου να αποφευχθούν ακρότητες, λαϊκισμοί και «ιδέες» εντυπωσιασμού όσων θέλουν να εμφανίζονται είτε ως «αντισυστημικοί», είτε ως «αντισυμβατικοί».

Ως εκ τούτου τα λεγόμενα κοινωνικά μέσα δικτύωσης καλό θα είναι να μην αποτελούν κυρίαρχο βήμα διατύπωσης θέσεων ως προς τη συνταγματική αναθεώρηση.

Η θεσμική σχέση ΠτΔ και Πρωθυπουργού

Το μεταπολιτευτικό σύστημα διακυβέρνησης εγκαθίδρυσε Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, αλλά στην ιστορική «πρώτη περίοδο» προσέδωσε μάλλον «Προεδρικό χαρακτήρα» στο Πολίτευμα παρά «Προεδρευόμενο». Στην «επόμενη ιστορική περίοδο» όμως, η αρχική ρύθμιση, μετασχηματίστηκε σε πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα διακυβέρνησης. Έτσι ο Πρωθυπουργός καθίσταται κυρίαρχη πολιτική αλλά και «πολιτειακή» προσωπικότητα, που όχι μόνο εξασφαλίζει την ενότητα της Κυβέρνησης και κατευθύνει τις ενέργειες της, αλλά ταυτοχρόνως αφορά και την προσωπικότητα εκείνη που κυριαρχεί στα πολιτικά πράγματα. Και τούτο γιατί, εξ αντικειμένου, ως ο επικεφαλής της εκάστοτε (και ενίοτε συγκυριακής) κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, διαθέτει όλη την πρωτοβουλία των κινήσεων και εξελίξεων. Συνεπώς το σύστημα διατηρεί μια εξ αρχής ανισορροπία, καθόσον από τις αυξημένες αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας  επακολούθησε η «πρωθυπουργοκεντροποίηση», που αδρανοποιεί απολύτως την (ενίοτε) αναγκαία «εξισορροπητική παρέμβαση» του Αρχηγού του Κράτους και ρυθμιστή του πολιτεύματος στο πλαίσιο της ομαλής λειτουργίας του πολιτεύματος. Η εξέλιξη αυτή της «πρωθυπουργοκεντροποίησης» αιτία της είχε το «προεδρικό περιεχόμενο» της αρχικής συνταγματικής ρύθμισης με βάση την οποία ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαπιστώνοντας δυσαρμονία ανάμεσα στο λαό-κοινωνία και στη Βουλή μπορούσε να διαλύσει τη Βουλή (που τον είχε εκλέξει και νομιμοποιήσει) οδηγώντας τη χώρα σε εκλογές. Αυτή η υπερβολή απονομιμοποίησε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να επεμβαίνει αμέσως στο «πολιτικό παίγνιο».

Έτσι, όμως, το όλο σύστημα, λόγω της πρωθυπουργοκεντροποίησής του, δεν έχει σταθερά «αντίβαρα». Και για να είμαστε ακριβείς, η αναγνωρισμένη ομαλότητα του δημοσίου βίου της χώρας σε επίπεδο πολιτικής ισορροπίας εξασφαλίσθηκε πρωτίστως λόγω της ιστορικής υπευθυνότητας με την οποία κατά κανόνα πολιτεύθηκαν οι προσωπικότητες κορυφής στην αναγκαία «θεσμική σχέση» Προέδρου της Δημοκρατίας και Πρωθυπουργού.  Την ιστορική αυτή υπευθυνότητα υπηρετούν επίσης ο σημερινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο σημερινός Πρωθυπουργός.

Η ανάδειξη ΠτΔ

Κρίσιμο ζήτημα είναι και η τροποποίηση-αναθεώρηση των συνταγματικών κανόνων αναφορικώς με την ανάδειξη του Προέδρου της Δημοκρατίας. Στο κρίσιμο αυτό ζήτημα μπορούν με σεβασμό στο μορφή του πολιτεύματος να υποστηριχθούν τα εξής:

Είναι δυνατόν να υπάρχει προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, όταν καταστεί ανέφικτη η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας μέσω της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Στη διαδικασία αυτή, μπορεί να θεσμοθετηθεί ρύθμιση, ώστε να μην διαλύεται η Βουλή, αλλά να επακολουθεί προσφυγή στο Εκλογικό Σώμα  μεταξύ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων της κοινοβουλευτικής διαδικασίας –υποψηφίων που υποχρεωτικώς τα κόμματα του Κοινοβουλίου πρέπει να υποδεικνύουν. Υπ’ όψιν δε ότι, κατά τη γνώμη του γράφοντος, η διαδικασία αυτή, της προσφυγής δηλαδή στο Εκλογικό Σώμα εάν εξ ανάγκης προκύψει, δεν αναιρεί τη μορφή του πολιτεύματος. Και τούτο γιατί: α) δεν μπορεί να υπάρξει άλλη υποψηφιότητα πέραν των όσων εκ του Κοινοβουλίου θα έχουν προκύψει και β) γιατί δεν θα είναι αναγκαία η προσφυγή στην λαϊκή ετυμηγορία, εφόσον εκλεγεί από το Κοινοβούλιο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

 

ΕΠΙΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1) Επιβάλλεται να τονισθεί ότι: πράγματι ο σημερινός ΠτΔ ασκεί με τρόπο υποδειγματικό τα καθήκοντά του για την προάσπιση των εθνικών δικαίων και για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος! Ενώ:

2) Πρέπει να τονισθεί ότι η πρόσφατη «επίθεση» κατά του ΠτΔ Προκόπη Παυλόπουλου για την υπόθεση C4I είναι ουσία και νόμω αβάσιμη, πολιτικά και θεσμικά απαράδεκτη και εξόχως προσβλητική. Χαρακτηρίζει δε μόνο εκείνους οι οποίοι τη μεθόδευσαν και όσους δεν την καταδίκασαν δημοσίως!..

 

 

* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.