ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Διεθνές Συνέδριο για την Ρωσική Επανάσταση στην Αθήνα και μια ορθόδοξη (;) πασοκική ματιά

Οι επέτειοι παρέχουν μια συμβολική δυνατότητα για την διαμόρφωση αναγκαίων απολογισμών των ιστορικών διαδικασιών. Η ερμηνεία της ιστορίας δεν είναι μια πράξη ουδέτερη, αλλά βαθιά συγκρουσιακή. Αποτελεί παράγοντα συγκρότησης διαιρετικής τομής, διαμορφώνει ανταγωνιστικές πολιτικές δυνάμεις και ιδεολογικά ρεύματα, μορφοποιεί παρατάξεις.

Στην Αθήνα, λοιπόν, από τις 12 έως τις 14 Απριλίου 2019, διοργανώνεται Διεθνές Συνέδριο για την Ρωσική Επανάσταση και για την ακρίβεια «Ρωσική Επανάσταση-Η Διαρκής Πρόκληση». Τόπος διεξαγωγής του Συνεδρίου η Νομική Σχολή. Διαβάζοντας τις σχετικές θεματικές του συνεδρίου, αλλά και κείμενα που έχουν αναρτηθεί στην ιστοσελίδα https://congress1917.gr/ διαπιστώνεται ότι πρόκειται για μια πολυπρισματική ανάλυση του παγκόσμιας σημασίας ιστορικού γεγονότος της Ρωσικής Επανάστασης, με συμμετοχή Ελλήνων μαχόμενων διανοητών, που ζουν είτε στη χώρα μας, είτε στο εξωτερικό, μεταξύ των οποίων οι : Μηλιός, Ροζάνης, Μερτίκας, Ναξάκης, Τερζάκης, Κωνσταντακόπουλος, Μπελαντής, Χατζηαντωνίου, Λιερός, Τσαραπατσάνης, Ζαφείρης κ.α., αλλά και σημαντικών ξένων πανεπιστημιακών, μεταξύ των οποίων οι : Shanin, Kontrashin, Leontyev, Morozov, Shubin, Rublev κ.α.

Δύο ζητήματα κατά τη γνώμη μου καθιστούν εξαιρετικά ενδιαφέρουσες τις οπτικές του συνεδρίου, έτσι όπως αποτυπώνονται στα κείμενα και τις θεματικές που ήδη έχουν δημοσιευθεί, πέραν του γεγονότος της διεξαγωγής του στην Αθήνα, σε μια εποχή γενικότερης υποχώρησης – ή και πτώχευσης - του Πολιτικού με την ευρεία έννοια.

Το πρώτο είναι η έμφαση στις συλλογικές-κομματικές-παραταξιακές ετερότητες, η πάλη των οποίων σε σχέση ή ως έκφραση των αντιθέσεων της γενικότερης κίνησης του ρωσικού κοινωνικού σχηματισμού, η εν αντιθέσει ενότητά τους, αλλά και η διαλεκτική της αλληλοσυμπληρωματικής και αλληλοαποκλειόμενης τάσης με κατίσχυση τελικά της τελευταίας, μορφοποίησε την ιστορική κίνηση της Ρωσικής Επανάστασης. Η πορεία δηλαδή των πραγμάτων ήταν αποτέλεσμα αυτής της ιστορικής κίνησης, της πάλης των πολιτικά μορφοποιημένων ρευμάτων, ως σχετικά αυτόνομων εκφράσεων του κοινωνικού αγώνα στο πολιτικό πεδίο, που σημαίνει ότι όλα θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά εντός των γενικότερων πλαισίων που χαράζουν οι ιστορικές, διεθνείς και εσωτερικές, οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες.

Το δεύτερο ενδιαφέρον στοιχείο που απορρέει ευθέως από το πρώτο είναι ότι πρόκειται για αναλύσεις και οπτικές που δεν κινούνται στην κατεύθυνση της ομοιογένειας, της καθολικότητας, μιας νομοτελειακής κανονικότητας, όπως ίσως θα επέβαλε μια κομματική βουλγκάτα, αλλά συνιστούν μια γόνιμη αναλυτικά προσπάθεια αποτύπωσης των ιδιαιτεροτήτων, των ιδιομορφιών εντός της ευρύτερης ιστορικής διαδικασίας. Μ’ αυτή την οπτική διαβάζουμε συμβολές όχι μόνον για τους μπολσεβίκους, αλλά και για τους μενσεβίκους, τους αναρχικούς, τους σοσιαλεπαναστάτες.

Θα ήθελα να εστιάσω λίγο στους σοσιαλεπαναστάτες. Το συνέδριο δίνει έμφαση στην παρουσία τους η οποία είναι και αντικειμενική γιατί ήταν ένα ιδιαίτερα μαζικό πολιτικό ρεύμα-κόμμα, ιστορικά διαμορφωμένο στην ρωσική κοινωνία, διάδοχος και κληρονόμος της ναροντνικής-λαϊκής παράδοσης του 19ου αιώνα. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι στις εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στις 12 Νοεμβρίου 1917, για τη Συντακτική Συνέλευση οι Σοσιαλεπαναστάτες (γνωστοί και ως Εσέροι), αμέσως μετά δηλαδή την Οκτωβριανή Επανάσταση, πλειοψήφισαν – με ιδιαίτερη εκλογική δύναμη και πολιτική επιρροή στην ύπαιθρο και τον αγροτικό χώρο - και ενώ ήδη βρισκόταν σε εξέλιξη η διάσπασή τους με την αποχώρηση των Αριστερών Σοσιαλεπαναστατών. Οι τελευταίοι αρχικά θα συνταχθούν με τους Μπολσεβίκους, αλλά θα διαφοροποιηθούν στη συνέχεια διαφωνώντας με την υπογραφή της Συνθήκης Μπρεστ-Λιτοφσκ (3 Μαρτίου 1918).

Στην ελληνική βιβλιογραφία μέχρι πριν από λίγο καιρό υπήρχαν ελάχιστες αναφορές. Η τριτοδιεθνιστική οπτική της Ρωσικής Επανάστασης στην ελληνική αριστερά ήταν με όρους αποκλειστικότητας. Όπως άλλωστε και συνολικά η αριστερά μέχρι το 1974. Οι περιπτώσεις των προ του 1918 σοσιαλιστικών ομάδων, της αριστερής πτέρυγας του βενιζελισμού τόσο πριν όσο και μετά το 1922, αλλά και των μη κομμουνιστικών-τριτοδιεθνιστικών συνιστωσών του ΕΑΜ, δεν θα αποκτήσουν μαζική κοινωνική πολιτικο-οργανωτική γείωση, παρ’ όλη την αναμφισβήτηση αγωνιστικότητα, αλλά και θεωρητική συμβολή τους. Αυτό αποτέλεσε μια ιδιομορφία της χώρας. Δεν ήταν ο ευρωπαϊκός κανόνας, ούτε ο ρωσικός μέχρι την περίοδο του πολεμικού κομμουνισμού 1918-1920.

Το 1974 στην Ελλάδα έχουμε για πρώτη φορά τη μορφοποίηση ενός μαζικού αριστερού μη κομμουνιστικού αλλά σοσιαλιστικού κόμματος. Αυτό που λίγα χρόνια μετά, το 1981, θα συγκροτήσει την πρώτη αριστερή κυβέρνηση στη χώρα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ’70, αλλά και με φθίνουσες προοπτικές μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80 είχε στο επίπεδο της θεωρίας, αλλά και στην κοινωνική του σύνθεση διαστάσεις που παρέπεμπαν σε μια ναροντνική-σοσιαλεπαναστατική γραμμή. Ήταν το κόμμα «των παιδιών των αγροτών» κοινωνιολογικά, της εξωτερικής και εσωτερικής μετανάστευσης που είχε λάβει χώρα την 20ετία πριν την ίδρυσή του, που κινούνταν δυναμικά στην κατεύθυνση της κοινωνικής κινητικότητας μέσα από τη λειτουργία των εκπαιδευτικών μηχανισμών, μιας κοινωνίας με διάσπαρτη μικροϊδιοκτητική κοινωνική δομή.

Στο επίπεδο της θεωρίας απόψεις ναροντνικής ή σοσιαλεπαναστατικής προέλευσης, ακόμα και αν δεν υπήρχε σε όλες τις περιπτώσεις απόλυτη συνείδηση αυτού, ήταν δημοφιλείς στο αφετηριακό ΠΑΣΟΚ, πολλές φορές ως ατμόσφαιρα (λ.χ. η απήχηση του έργου συνθετών όπως οι Μπακαλάκος, Ανδριόπουλος, Μαρκόπουλος, το ρεύμα ‘επιστροφή στις ρίζες’, επιμέρους παρεμβάσεις του Αντώνη Τρίτση, της Μελίνας Μερκούρη, η παρουσία του Ανδρέα Παπανδρέου στο Κιλελέρ), αλλά δεν έγιναν κυρίαρχες. Ούτε ο Ανδρέας Παπανδρέου τις καλλιέργησε ή εμβάθυνε σ’ αυτές, ήταν όμως θετικός όπως προκύπτει από σπερματικές αναφορές στη Διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη, στις αναλύσεις του την περίοδο 1972-1977, στην απόφαση της 2ης Συνόδου της ΚΕ ΠΑΣΟΚ : Εθνική Λαϊκή Ενότητα-Ανοιχτή Δημοκρατική Πολιτική Δράση (1978), στην οποία διατυπώνεται το σχήμα των μη προνομιούχων, ως το κοινωνικό μπλοκ των δυνάμεων της σοσιαλιστικής αλλαγής σε ισότιμη, παρατακτική, σχεσιακή και ταξική βάση, αμφισβητώντας το σχήμα «εργατική τάξη και σύμμαχοι της» ως ακατάλληλο για την ελληνική εμπειρία, αλλά και τη θέση του κόμματος-πρωτοπορία. Οι ναροντνικής-σοσιαλεπαναστατικής έμπνευσης απόψεις επιβίωσαν σε ορισμένες μορφές της εσωκομματικής πασοκικής ετερότητας (ή μήπως θεωρητικής ορθοδοξίας) και πάλης απέναντι στην κεντρική γραφειοκρατία του κόμματος (λ.χ. ΠΑΣΟΚ Ιταλίας/Μ. Χαραλαμπίδης-Σεμινάριο Παβίας, 1978). Το ΠΑΣΟΚ όμως διαμορφώθηκε πολιτικο-οργανωτικά πιο κοντά στις εμπειρίες των τριτοδιεθνιστικών κομματικών σχηματισμών, του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, που ήταν άλλωστε και οι επικρατούσες οργανωτικές εμπειρίες- παραδόσεις στην Ελλάδα στο χώρο της αριστεράς. Η γραμμή αυτή αποτυπώθηκε στην απόφαση της 5ης Συνόδου της ΚΕ ΠΑΣΟΚ (Για μια μαζική και πρωτοπόρα οργάνωση, 1979) και ολοκληρώθηκε με την κρατικοποίηση του κόμματος τη δεκαετία του ’80. Όπως το έθεσε πρόσφατα σε μια συνέντευξή του ένας διανοούμενος ναρόντνικης-αυτόχθονης προέλευσης της ιδεολογικής νεομαρξιστικής ορθοδοξίας ΠΑΣΟΚ, ο Δ. Μάρτος από τη Βέροια, «για τις κατακτημένες πόλεις της ελληνικής περιφέρειας από τα υπουργεία της Αθήνας που είναι καταδικασμένες καθημερινά να διαπράττουν Συμφωνίες των Πρεσπών». Το ΠΑΣΟΚ κινήθηκε σε μια γραμμή κόμματος-κράτους, «ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων», εκσυγχρονισμού, γραμμικής εξέλιξης μέσα από τη θεωρία των σταδίων. Απεναντίας τόσο η αφετηριακή του θεωρία, όσο και η κοινωνική του σύνθεση, εμπεριείχε το ενδεχόμενο μιας ναροντνικής-σοσιαλεπαναστατικής γραμμής. Η λογική του περίφημου Τρίτου Δρόμου για τον σοσιαλισμό, σε μια αντιιμπεριαλιστική-αυτοδιαχειριστική προοπτική αυτονομίας αυτό κατά βάση ήταν. Περιελάμβανε την κατεύθυνση της ιδιαιτερότητας, της ιδιομορφίας, της ιθαγένειας, μιας εν δυνάμει αυτόχθονης θεωρητικής παρέμβασης. Γιατί αυτό ήταν ουσιαστικά η ναροντνική-σοσιαλεπαναστατική παράδοση στη Ρωσία. Αλλά ηττήθηκε. Και στην Ελλάδα. Για πολλούς λόγους. Οι κυρίαρχες ιδέες - που δεν είναι παρά η ιδεατή έκφραση των κυρίαρχων υλικών σχέσεων οι οποίες συλλαμβάνονται ως ιδέες, όπως αναφέρουν οι Μαρξ και Ένγκελς στη Γερμανική Ιδεολογία - η πολιτική γραμμή που επικράτησε ήταν των κοινωνικο-πολιτικών δυνάμεων φορέων των παραγωγικών σχέσεων του κρατικο-μονοπωλιακού καπιταλισμού τη δεκαετία του ’80, της εκσυγχρονιστικής σοσιαλδημοκρατικής ομοιογένειας του νέου αναθεωρητισμού της δεκαετίας του ‘90, του μνημονιακού-αποικιακού κράτους σήμερα. Ένα παράδειγμα των τελευταίων καιρών. Η οργανική διανόηση των κυρίαρχων παραγωγικών σχέσων, των ιδεολογικών μηχανισμών του μνημονιακού-αποικιακού κράτους, αναλύει το «1821», την Ελληνική Επανάσταση, μέσα από τη γραμμή της ομοιογένειας, μιας κάποιου τύπου «δυτικής» νομοτελειακής κανονικότητας στην εξελικτική πορεία των κοινωνιών αναπαράγοντας τα βασικά κλισέ περί της άρνησης οποιασδήποτε μορφής συνέχειας του ελληνικού έθνους, της γέννησης του έθνους από το κράτος, της απολυτοποίησης του εμφυλιακού φαινομένου. Και με φανατισμό. Μια εντελώς διαφορετική ανάγνωση και ερμηνεία των συγκεκριμένων ιστορικών διαδικασιών θεμελιωμένη στην γραμμή της ιδιαιτερότητας εντός της γενικότερης εξέλιξης, της ιστορικότητας δηλαδή των φαινομένων, τον ιδιαίτερο τρόπο ύπαρξης-κίνησης, περιλαμβάνεται στο έργο ιστορικών όπως ο Νίκος Σβορώνος ή ο Νίκος Ψυρούκης ή στην περίφημη ομιλία του Ανδρέα Παπανδρέου στην Βουλή κατά τη συζήτηση του ν/σ για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, όταν αναφέρεται στην ελληνική επανάσταση.

Ένας από τους στοχαστές που θα είναι παρόντες στο συνέδριο, ο Teodor Shanin είχε επιμεληθεί το βιβλίο « Late Marx and the Russian Road- Marx and the peripheries of capitalism», που παρουσιάζει ακριβώς τις επαφές-προσεγγίσεις του ύστερου Μαρξ (1871-1883) με τους Ρώσους ναρόντνικους, σε μια ριζικά αντίθετη κατεύθυνση από τον κωδικοποιημένο μαρξισμό της 2ης και 3ης Διεθνούς, της ωρίμανσης των αντικειμενικών συνθηκών, του γραμμικού εξελικτισμού, της ομοιογένειας και της νομοτέλειας της ιστορικής πορείας των κοινωνιών. Καθόλου τυχαία το συγκεκριμένο έργο του Shanin είχε εκδοθεί το 1983 από το Monthly Review, δηλαδή το ανεξάρτητο σοσιαλιστικό νεομαρξιστικό περιοδικό Μηνιαία Επιθεώρηση που κυκλοφορούσε και στην Ελλάδα και που το ΠΑΣΟΚ ή ορθότερα εκδοχές του προωθούσαν ή το διάβαζαν.

Την εποχή της παγκοσμιοποίησης, της κορύφωσης των διαδικασιών συσσώρευσης κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα, της υπεριμπεριαλιστικής ομοιογένειας και κανονικότητας, η αναζήτηση ιδιαίτερων εθνικών και κοινωνικών δρόμων είναι μια αναγκαιότητα όσων κινούνται από την μεριά των κυριαρχούμενων τάξεων, αλλά και των κυρίαρχων-κυριαρχούμενων εθνικών κοινωνικών σχηματισμών. Γι’ αυτό και θα παρακολουθήσουμε με ενδιαφέρον το συνέδριο για την Ρωσική Επανάσταση.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.