ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Γιατί στις εκλογές πρέπει να ψηφίζει ο «κάθε βλάκας»

«Κοίτα να δεις τους βλάκες, τους έψησε ο Τσίπρας με τα ‘δωράκια’ του και νά ‘τοι πάλι θα του ρίξουν την ψήφο τους. Δεν υπάρχει σωτηρία με τόσους βλάκες τριγύρω, Θεέ μου»! «Μα αυτούς που ρήμαξαν τον τόπο, τους κλέφτες, τους μιζαδόρους που λεηλατούν τη χώρα τόσα χρόνια, αυτούς θα ξαναψηφίσουν; Πόσο βλάκας πρέπει νά ΄σαι; Πόσοι βλάκες υπάρχουν γύρω μας»! «Τους εκπροσώπους της πλουτοκρατίας, αυτούς πρέπει να μαυρίσουμε. Κάθε άλλη ψήφος είναι ενάντια στα λαϊκά συμφέροντα και είναι βλάκας όποιος δεν το καταλαβαίνει»! «Ίσως είναι καλό να μπει ένα κριτήριο I.Q., να μην ψηφίζει όποιος κι όποιος. Θα γλιτώσουμε από πολλούς βλάκες».

Δεν μπορεί, κάποια από τις παραπάνω απόψεις την έχουμε ακούσει, την έχουμε συμμεριστεί, την έχουμε –γιατί να το κρύψουμε, άλλωστε;- εκφράσει. «Οι βλάκες είναι πάντα οι άλλοι», θα έλεγε ο Σαρτρ. Ποτέ εμείς. Και, πραγματικά, δεν γίνεται και αλλιώς. Ο βλάκας χρειάζεται έναν κοινωνικό περίγυρο, ένα πλαίσιο, για να εκφραστεί και -κυρίως- να ακουστεί. Χρειάζεται και κάποιον να τον κρίνει, να τον κατατάξει στο σύνολο των βλακών. Βλάκας απομονωμένος δεν έχει υπάρξει και δεν θα υπάρξει ποτέ. Είμαστε όντα κοινωνικά και η βλακεία είναι μια κοινωνική εκδήλωση, μια αποκάλυψη. Και όσο πιο εκδηλωτικός είναι ο άλλος τόσο πιο πιθανό είναι να βγάλει τη βλακεία του στη φόρα (Maurizio Ferraris, «Η βλακεία είναι σοβαρή υπόθεση», εκδ. Κέδρος, σ. 63).

Την εξυπνάδα συνήθως την προσπερνάμε, σπάνια μένουμε σε αυτήν. Γιατί, από τη στιγμή που την έχουμε παραδεχτεί, είναι παράλογο να της επιτεθούμε. Αφήστε που συνήθως δεν είναι έντονα εκδηλωτική. Δεν έχει τόσο ενδιαφέρον. Η βλακεία, όμως, είναι ελκυστική, ίσως γιατί είναι εκκωφαντική. Ως τέτοια τουλάχιστον αντιμετωπίζεται. Είμαστε πάντα έτοιμοι να της αντιταχτούμε, να την περιγελάσουμε, να την συντρίψουμε με τα επιχειρήματά μας –τα οποία είναι, όπως «λογικά» προκύπτει, σωστά και άρτια δομημένα. Είναι σωστά για εμάς, γιατί για κάποιους άλλους, που μας ακούνε, ίσως είναι και αυτά βλακώδη. Γιατί για τον ακροατή μας είμαστε εμείς πλέον οι «άλλοι», οι «βλάκες».

Τον ορισμό του βλάκα τον έχει δώσει, καλύτερα νομίζω από τον καθένα, ο Ουμπέρτο Έκο στο «Εκκρεμές του Φουκώ», σε ένα διάλογο μεταξυ των ηρώων του, Μπέλμπο και Καζαουμπόν, στο φανταστικό μπαρ «Πηλάδης»:

* Α! Ο βλάκας δεν κάνει λάθη συμπεριφοράς. Κάνει λάθος συλλογισμούς. Είναι αυτός που λέει ότι όλοι οι σκύλοι είναι κατοικίδια ζώα και όλοι οι σκύλοι γαβγίζουν, όμως και οι γάτοι είναι κατοικίδια ζώα, επομένως γαβγίζουν. Ή ότι όλοι οι Αθηναίοι είναι θνητοί, όλοι οι κάτοικοι του Πειραιά είναι θνητοί, επομένως όλοι οι κάτοικοι του Πειραιά είναι Αθηναίοι.
* Θέση που ισχύει.
* Ναι, αλλά συμπτωματικά. Ο βλάκας μπορεί να πει και κάτι σωστό, όμως για λανθασμένους λόγους (...).
Για να καταλήξει η συζήτηση περί βλακείας στο εξής:
* Σας είπα ότι ο βλαξ δύσκολα εντοπίζεται. Ένας βλάκας μπορεί να πάρει ακόμα και το βραβείο Νόμπελ!

Η βλακεία, τολμώ να πω, δεν είναι επικίνδυνη. Ούτε κολάσιμη, ακριβώς επειδή ως έννοια δεν είναι σαφής, αποκρυσταλλωμένη. Δεν προσδιορίζεται ποτέ, παρά μόνο ετεροπροσδιορίζεται. Η βλακεία δεν είναι το αποτέλεσμα και η απόφαση, αλλά η διεργασία που οδήγησε σε αυτά. Και οι λογικές διεργασίες παραμένουν σχεδόν πάντα σκοτεινές. Ένας βλάκας και ένας έξυπνος μπορεί να καταλήξουν ακριβώς στο ίδιο σημείο, επιλέγοντας διαφορετικά μονοπάτια. Όταν, όμως, συναντηθούν, χαίρονται. Και, αναλόγως με το πού θα βρεθούν και για ποιο λόγο, μπορεί και να γιορτάσουν μαζί, να πανηγυρίσουν μαζί.

Βλάκας, λοιπόν, δεν είναι κανείς με κριτήριο την εκλογική του τοποθέτηση. Ας κοιτάξουμε γύρω μας, στους κοντινούς μας ανθρώπους. Όχι απαραίτητα σε φίλους και συγγενείς –αλλά και σε αυτούς, γιατί όχι; Είμαστε βέβαιοι ότι όποιος ψηφίζει κάτι διαφορετικό από εμάς είναι «βλαξ»; Μήπως κάποιος που θαυμάζουμε έχει τελείως διαφορετική εκλογική τοποθέτηση από τη δική μας; Και μήπως κάποιος που θεωρούμε ήδη βλάκα αποτελεί εκλογικό μας συνοδοιπόρο; Και αν συμβαίνει αυτό –που σίγουρα συμβαίνει-, τότε είμαστε και εμείς βλάκες;

Η βλακεία είναι δομική της κοινωνίας, ακριβώς επειδή, παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα, δεν καταστρέφει, ούτε αποδομεί τον κόσμο μας. Είναι συστατικό του στοιχείο, δυναμικό και αβλαβές. Για τον λόγο αυτό, το επιχείρημα περί δικαιώματος ψήφου με βάση τον δείκτη I.Q. είναι βαθιά αντιδημοκρατικό, ακόμα και ως ευφυολόγημα.

Η βλακεία δεν καθορίζει εκλογές, ούτε αποτελεί πρόβλημα για τη δημοκρατία μας. Δεν υπάρχει λόγος να την φοβόμαστε. Πρόβλημα, όμως, αποτελεί η τρέλα. Επιστρέφω στον διάλογο από τον «Πηλάδη»: «Ο τρελός έχει μια έμμονη ιδέα και οτιδήποτε βρει το προσαρμόζει, για να την υποστηρίξει. Τον τρελό τον αναγνωρίζεις από τις ελευθερίες που παίρνει μπροστά στο καθήκον της απόδειξης, από την ευκολία με την οποία δέχεται επιφοιτήσεις».

Τον τρελό, λοιπόν, τον αναγνωρίζουμε από τη στιγμή που θα αρχίσει να μας λέει ασυναρτησίες περί «δόλιων σχεδίων που απεργάζονται την καταστροφή του τόπου μας, επειδή ζηλεύουν την ασυναγώνιστη καταγωγή μας και το μεγαλείο μας». Και, για να υποστηρίξει τη θέση του, θα πει ότι «τα προσφυγάκια και οι μετανάστες είναι εργαλεία ισλαμοποίησης της χώρας». Θα συνεχίσει λέγοντας ότι «οι ξένοι ολοκληρώνουν το έργο που ξεκίνησε ο Κίσινγκερ, στοχοποιώντας τη γλώσσα, τη θρησκεία, τα πνευματικά και ιστορικά μας αποθέματα». Και θα κλείσει τονίζοντας το «μεγαλείο της χούντας» και το χρέος να «ξεφορτωθούμε κάθε ξένο και κάθε προδότη, στο όνομα της εθνικής σωτηρίας». Αυτόν, ναι, μπορούμε να τον φοβόμαστε. Μόνο και μόνο από το συμπέρασμα και την (εκλογική του) απόφαση.

*Ο Βασίλης Νάστος είναι φιλόλογος-εκπαιδευτικός.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.