ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Συνέντευξη στο «Πρακτορείο 104,9 FM»

Κατρούγκαλος: «Ασέβεια προς τους θεσμούς η στάση της ΝΔ στη Βουλή»

«Είναι αναμφισβήτητο ότι υπήρξε σκάνδαλο Novartis, άρα το να κατηγορείται για σκευωρία ένας από αυτούς στη θεσμική αρμοδιότητα του οποίου ήταν η προσπάθεια να διερευνηθεί η υπόθεση, είναι προφανώς άτοπο», δήλωσε ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ, βουλευτής Βόρειου Τομέα Αθηνών Γιώργος Κατρούγκαλος, στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ «Πρακτορείο 104,9 FM» σχετικά με τη συγκρότηση ειδικής επιτροπής προκαταρκτικής εξέτασης για τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο.

«Συνδυάζεται, όμως, αυτό με μία γενικότερη πρακτική ασέβειας της Νέας Δημοκρατίας προς τους θεσμούς, μια εξαιρετικά υποκριτική πολιτική», πρόσθεσε ο κ. Κατρούγκαλος, διερωτώμενος αν μπορεί κάποιος να πιστέψει ότι «τα άδεια υπουργικά έδρανα χθες, ήταν τάχα για να φανεί πως δεν ήταν επιλογή της κυβέρνησης και προσωπικά του κ. Μητσοτάκη και πως ό,τι γίνεται ήταν τάχα αυτενέργεια της Βουλής».

«Γιατί να μην αναλάβει προσωπικά ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης την ευθύνη ή να μην έλθει να εξηγήσει γιατί αποφάσισε η Νέα Δημοκρατία να κινήσει τη διαδικασία αυτή της ποινικής ευθύνης προς τον κ. Παπαγγελόπουλο; Γιατί όχι προς άλλα στελέχη της (πρώην) κυβέρνησης; Γιατί θεωρεί ότι ήταν μεμονωμένη αυτή η επιλογή, γιατί όχι και προς τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, όπως είπε χθες ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός;», είπε.

Σχετικά με τη στάση του ΚΙΝΑΛ σχολίασε ότι «πρέπει να ξανασκεφτεί κατά πόσο αυτός ο σφιχτός εναγκαλισμός με τη Νέα Δημοκρατία κάνει καλό, όχι μόνο στις προοπτικές του κόμματός, γενικά για τις προοπτικές της δημοκρατίας». Παρατήρησε, δε, ότι «το άθροισμα των δύο κομμάτων -ακόμη και υπό αυτό το δηλητηριώδες και ασφυκτικό πλαίσιο που έγινε η ψηφοφορία- δείχνει ότι υπήρξαν άνθρωποι, είτε στη ΝΔ είτε στο ΚΙΝΑΛ, που άκουσαν τη συνείδησή τους».

«Έχουμε αυτό το φαινόμενο του δειλού ρεβανσισμού», τόνισε ο κ. Κατρούγκαλος, προσθέτοντας ότι αυτό δεν αφορά μόνο την υπόθεση Παπαγγελόπουλου, αλλά εντοπίζεται και «σε ελάσσονες, αλλά όχι λιγότερο σοβαρές πλευρές της πολιτικής μας ζωής». Ως χαρακτηριστικά παραδείγματα έφερε τις αλλαγές που προωθούνται στο μοντέλο διοίκησης του ΚΕΘΕΑ, την πρόταση της κυβέρνησης για την ψήφο των αποδήμων, όπως και την περίπτωση της αναθεώρησης του Συντάγματος. «Εμείς πράγματι πιστεύουμε ότι πρέπει να επιδιώκονται συναινέσεις, και ιδιαίτερα σε σοβαρά θέματα. Ποτέ όμως δεν πρέπει η επικοινωνία να αντικαθιστά την ουσία και όταν θέλουμε να είμαστε συναινετικοί δεν πρέπει με άλλες ενέργειές μας να υπονομεύουμε, όχι το καλό κλίμα, αλλά κάτι πολύ σημαντικότερο, τον σεβασμό στους θεσμούς και την εμπιστοσύνη προς αυτούς, που είναι προϋπόθεση για να λειτουργεί η Δημοκρατία», ανέφερε.

Σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό της Τουρκία για επίθεση στη Συρία ο κ. Κατρούγκαλος επισήμανε ότι «είναι προφανές ότι ανησυχούμε για αυτές καθεαυτές τις εξελίξεις στην περιοχή [...] αλλά έχουμε και δικούς μας λόγους, εθνικό ενδιαφέρον να ανησυχούμε για τις συνέπειες που μπορεί να έχουν οι εξελίξεις αυτές στο προσφυγικό/μεταναστευτικό».

Σχολιάζοντας δηλώσεις του πρωθυπουργού για τις ενέργειες της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ, ο τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ υπογράμμισε ότι «κάνει ιδιαίτερη εντύπωση ότι δεν ακούμε από το στόμα του τη λέξη κυρώσεις, απέναντι σε μια εξαιρετικά εντεινόμενη παραβατικότητα της Τουρκίας, ότι ακόμη και την παράνομη δραστηριότητα αρχίζει να τη λέει έκνομη δραστηριότητα».

Κληθείς, εξάλλου, να σχολιάσει την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που έκρινε αντισυνταγματικές διατάξεις του νόμου 4387/2016, ο κ. Κατρούγκαλος επισήμανε: «Η ουσία του νόμου, δηλαδή αυτό που αποτέλεσε την καρδιά της μεταρρύθμισης, να υπάρχει ένα ενιαίο ταμείο με όμοιους κανόνες για όλους, όχι απλώς αναγνωρίστηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας ως συνταγματικό, αλλά στη σκέψη λέει ρητά το Συμβούλιο ότι είναι επιλογή που στηρίζει την αναλογικότητα και την ισότητα στο ασφαλιστικό σύστημα και μάλιστα λέει ότι υπηρετεί και τη διαγενεακή δικαιοσύνη [...] Υπάρχουν πλευρές της μεταρρύθμισης, που πράγματι κρίθηκαν αντισυνταγματικές. Ορισμένες από αυτές είχαν ήδη διορθωθεί από πριν, από τη δική μας κυβέρνηση. Για παράδειγμα κρίθηκε ότι το 20% στην εισφορά των ελεύθερων επαγγελματιών ήταν υψηλό, το είχαμε κατεβάσει ήδη εμείς στο 13,5%. Υπάρχει μία σκέψη που αφορά το γιατί οι υψηλόμισθοι να έχουν μικρότερα ποσοστά αναπλήρωσης από τους χαμηλόμισθους στη σύνταξή τους. Αυτό ήταν μία επιλογή πράγματι σκόπιμη, για να βοηθήσουμε τους πιο αδύναμους και τη μεσαία τάξη να έχουν μεγαλύτερες συντάξεις σε σχέση με τους υψηλόμισθους. Αυτό μπορεί να διορθωθεί, σύμφωνα με αυτό που κρίθηκε αντισυνταγματικό [...] Μπορεί τα αντίστοιχα ποσοστά αναπλήρωσης να αντικατασταθούν και να τεθούν ανώτερα από την κυβέρνηση και χωρίς να θιγούν οι υπόλοιπες συντάξεις. Αν γίνει κάτι τέτοιο θα το θεωρήσω προσωπικά εντελώς αποδεκτό».

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.