ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Τί μέτρα πρέπει να πάρει η ελληνική κυβέρνηση για την ακρίβεια-τί κάνουν άλλες κυβερνήσεις

Το κοστούμι της ακρίβειας ράβει ο πόλεμος στην Ουκρανία όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και παγκοσμίως. Ο πληθωρισμός το Γενάρη σκαρφάλωσε στο 6,2% αλλά ο δείκτης δυστυχίας δεν αυξήθηκε σημαντικά, διότι αυτή η άνοδος του πληθωρισμού αντισταθμίστηκε κάπως από τη μείωση της ανεργίας. Πάντως ο δείκτης αυτός ακολουθεί ελαφρά ανοδική τάση από το έτος της πανδημίας και μετά (2020 και μετά).

Η καμπύλη Phillips μας δείχνει ότι βραχυχρόνια όταν αυξάνεται ο πληθωρισμός, η ανεργία μειώνεται. Αυτό συμβαίνει επειδή η αύξηση των τιμών αυξάνει τις πωλήσεις και τα έσοδα των επιχειρήσεων με αποτέλεσμα να προβαίνουν σε περισσότερες προσλήψεις και το ποσοστό ανεργίας να μειώνεται.

Η ανεργία έχει πέσει στο 12,7% κάτω από το φυσικό της επίπεδο (δηλαδή το επίπεδο ισορροπίας) που οφείλεται στην αύξηση της ζήτησης των προϊόντων και υπηρεσιών των επιχειρήσεων εγχωρίως (αρνητική κυκλική ανεργία).

 

Πώς καταπολεμούν την ακρίβεια οι άλλες χώρες

Απ’ άκρη σ άκρη στον πλανήτη, οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες παρεμβαίνουν για να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό με δημοσιονομική και νομισματική πολιτική αντίστοιχα.

Ελάχιστες χώρες έχουν πληθωρισμό κάτω από το στόχο που έχουν θέσει, όπως η Ιαπωνία με στόχο 2% και νωχελικό πληθωρισμό της τάξης του 1% περίπου λόγω αδύναμης ζήτησης και αυστηρής πολιτικής μισθών από τις επιχειρήσεις.

Στη Βραζιλία, η κυβέρνηση μείωσε το φόρο παραγωγής στα προϊόντα πλην των ειδών καπνού. Στη Χιλή η κυβέρνηση εξετάζει τη μείωση των δασμών για να μειώσει τις τιμές των εισροών στην αγροτική παραγωγή. Στο Μεξικό η κεντρική τράπεζα ανέβασε τα επιτόκια κατά 0,5%. Στη Ρωσία η κεντρική τράπεζα αύξησε το βασικό επιτόκιο από 9,5% στο 20%  και η Αργεντινή από 40% στο 42,5%. Και η ρουμάνικη κεντρική τράπεζα αύξησε το επιτόκιο από 2% σε 2,5%.

 

Ποια πολιτική είναι κατάλληλη για την Ελλάδα;

Η αύξηση των επιτοκίων στο πλαίσιο μιας περιοριστικής νομισματικής πολιτικής έχει στόχο την αύξηση της αποταμίευσης λόγω αύξησης των επιτοκίων καταθέσεων και τη μείωση της κατανάλωσης. Έτσι μειώνεται η συνολική ζήτηση στην οικονομία και οι τιμές. Η λύση αυτή βέβαια εφαρμόζεται όταν ο πληθωρισμός είναι αποτέλεσμα όχι αύξησης του κόστους παραγωγής αλλά αποτέλεσμα αύξησης της ζήτησης (ο λεγόμενος πληθωρισμός ζήτησης).

Επιπρόσθετα η αύξηση των επιτοκίων, άρα και των επιτοκίων των δανείων ωθεί σε μείωση της ζήτησης για καταναλωτικά, επιχειρηματικά και άλλα δάνεια και επομένως σε μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των ιδιωτικών επενδύσεων, οπότε και της εγχώριας ζήτησης, Αυτό συχνά προκαλεί και μείωση της συνολικής προσφοράς φέρνοντας ύφεση στην οικονομία.

Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, που ο πολλαπλασιαστής αυτόνομης ζήτησης είναι υψηλότερος από άλλα κράτη δεν ενδείκνυται αυτή η πολιτική.

Επειδή η οριακή ροπή για εισαγωγές είναι μεγάλη στην Ελλάδα και κάθε ένα παραπάνω ευρώ στον Έλληνα κατευθύνονται 32 λεπτά σε εισαγόμενα προϊόντα και περίπου 38 λεπτά σε εγχώρια προϊόντα (τα υπόλοιπα 30 πάνε σε φόρους και αποταμίευση), μια επιδότηση της παραγωγής δε θα έχει απτό αποτέλεσμα σημαντικό με την αύξηση της παραγωγής στις τιμές των προϊόντων.

Προτιμότερη είναι λοιπόν μια μείωση των φόρων κατανάλωσης και ειδικότερα του ΦΠΑ. Μια μείωση του ΦΠΑ στο 20% μάλιστα θα αυξήσει τα έσοδα, ενώ μια μείωση στο 18%-19% θα αποφέρει ίδια φορολογικά έσοδα με τα σημερινά, άρα δεν έχει δημοσιονομικό κόστος όπως δείχνει η καμπύλη Laffer :

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει επιλέξει το επίδομα ακρίβειας ενόψει Πάσχα που είναι μεταβιβαστική πληρωμή και θα αυξήσει ελάχιστα το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.

 

Κωνσταντίνος Βουδούρης

Καθηγητής Μακροοικονομίας & Χρηματοοικονομικών σε πανεπιστημιακά φροντιστήρια

(Desknet, Παπαϊωάννου, Οικομάθεια)

 

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.