ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΑΝΝΥ ΠΟΔΗΜΑΤΑ
Κι αν δίναμε το παράδειγμα;
Δεν πρωτοτυπεί κανείς διαπιστώνοντας ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας δοκιμάζεται σκληρά.
Στο εσωτερικό βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα διευρυνόμενο κύμα οργής, που εκδηλώνεται συχνά με ακραίες συμπεριφορές και ξεσπά επί δικαίω και αδίκω. Που τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από τον λαϊκισμό και εκτρέφει τα άκρα του πολιτικού φάσματος.
Στο εξωτερικό βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα έλλειμμα αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης που πλήττει καίρια την εικόνα της χώρας και περιορίζει την διαπραγματευτική της ικανότητα σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή.
Προφανές είναι ότι «ούτε είμαστε όλοι ίδιοι» ούτε όλοι –κόμματα αλλά και πρόσωπα- έχουμε το ίδιο μερίδιο ευθύνης για τη σημερινή κατάσταση. Είναι βέβαιο ότι πολλά πρέπει να αλλάξουν. Και είναι εξίσου βέβαιο ότι δεν έχουμε όλοι –κόμματα αλλά και πρόσωπα-την ίδια αντίληψη ως προς το χρόνο, τον τρόπο και τον στόχο αυτών των αλλαγών. Αυτή άλλωστε είναι η γοητεία και η δύναμη της Δημοκρατίας. Αρκεί να μην γίνεται άλλοθι - ειδικά στις σημερινές συνθήκες- για να μην αλλάζει τελικά τίποτα.
Ο τραγέλαφος των τελευταίων ημερών, με επίκεντρο την περίφημη υπόθεση του 1.000.000 που «φυγαδεύτηκαν» στο εξωτερικό από «κάποιον ή κάποια βουλευτή» -που τελικώς απεδείχθη «κύριος (σύζυγος) βουλευτή» είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Και ασφαλώς δεν είναι το μόνο.
Φοβούμαι ότι αντί «να αλλάξουμε για να μη βουλιάξουμε» προτιμούμε να «φωνάξουμε για να μην αλλάξουμε». Χάνουμε το δάσος για το δέντρο. Εξαντλούμε την υποτιθέμενη ευαισθησία μας εκεί όπου υπάρχει –ή υπονοείται ότι υπάρχει-όνομα και επίθετο, διότι αυτό είναι οπωσδήποτε περισσότερο «γαργαλιστικό». Διότι τροφοδοτεί τα αιμοδιψή ένστικτα σε περιόδους κρίσης. Μήπως όμως, πίσω απ αυτό, υπάρχει και η διάθεση να μην αλλάξει τελικά τίποτε; Μήπως το σύστημα έχει ανάγκη από «μερικές Ιφιγένειες» για να «κατευναστούν οι θεοί» και τελικά να μείνει αλώβητο το ίδιο;
Πριν από 2-3 εβδομάδες, ένας γνωστός γάλλος δημοσιογράφος, ο Jean Quatremer της εφημερίδας Liberation, τον οποίο συνάντησα στο Στρασβούργο μου είπε το εξής:
«Ο υπουργός των Οικονομικών σας έκανε πάλι έκκληση για να επιστρέψουν στη χώρα οι καταθέσεις που έφυγαν τα τελευταία χρόνια στο εξωτερικό. Σωστό! Αλλά μπαίνοντας στο site της Βουλής διαπίστωσα ότι αρκετοί/ες (πολιτικοί) έχουν μεγάλες καταθέσεις σε τράπεζες του εξωτερικού. Μπορεί να είναι νόμιμες, μπορεί να είναι παλιές, αλλά πώς θα έχει αξιοπιστία το μήνυμά σας αν δεν δώσετε πρώτοι το παράδειγμα»;
Βρίσκω ότι το επιχείρημα έχει λογική. Κι αξίζει να δούμε πώς θα μπορούσαμε, υπερβαίνοντας το «κυνήγι μαγισσών» και αποφεύγοντας τους εύκολους λαϊκισμούς, να δώσουμε το παράδειγμα.
Επαναπατρίζοντας για παράδειγμα καταθέσεις όταν υπερβαίνουν ένα ποσό που θα ορίσουμε.