ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗΣ

Υπάρχει δυστυχώς ο κίνδυνος, η Χρυσή Αυγή να βγει από την κάλπη με μεγαλύτερα ποσοστά από εκείνα που της δίνουν οι δημοσκοπήσεις. Όχι μόνον επειδή είναι γνωστό ως φαινόμενο η δημοσκοπική υποεκτίμηση ακροδεξιών σχηματισμών - πρόσφατο παράδειγμα η μη αναμενόμενη επιτυχία της Μαρί Λεπέν στη Γαλλία,  ενώ δυσανάλογα επιτυχή πορεία είχε και ο ΛΑΟΣ του κ. Καρατζαφέρη  - που αποδίδεται στη διστακτικότητα των ερωτώμενων να αποκαλύψουν τις προθέσεις τους υπό το φόβο κοινωνικής απαξίωσης.

Τη Χρυσή Αυγή την επικαλούνται πλέον άνθρωποι κάθε κοινωνικής κατηγορίας και πάντα με τρόπο που να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι βλέπουν μια τέτοια ψήφο ως απολύτως αντισυστημική, «γροθιά στο στομάχι» του πολιτικού συστήματος, τη μόνη ίσως ικανή να «πονέσει» τις δυνάμεις που συναποτελούν το κατεστημένο πολιτικό πλαίσιο.

Μπορεί το «μεταναστευτικό» και η σχετική δράση της Οργάνωσης στο κέντρο της Αθήνας να αποτέλεσε το όχημα με το οποίο η Χρυσή Αυγή μπήκε στο Δήμο Αθηναίων και μέσω αυτού στα σαλόνια της πολιτικής, ωστόσο σήμερα είναι λάθος να θεωρούμε ότι αποτελεί το μόνο λόγο για τον οποίο την προσεγγίζουν ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας. Άλλωστε, τα ρατσιστικά και φιλοναζιστικά χαρακτηριστικά της μένουν επιμελώς στο ημίφως και προβάλλεται κυρίως η «καθαρή» απορριπτική στάση απέναντι στους «συμβιβασμένους» πολιτικούς όλου του φάσματος και η ριζοσπαστική καταγγελία στους «προδότες», τους «πουλημένους» κ.λπ. Αφαιρετικά ίσως, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η Χρυσή Αυγή εκπροσωπεί πλέον τα αισθήματα και την πολιτική στάση των «αγανακτισμένων» της «πάνω πλατείας» του Συντάγματος. Εκείνων που πρόσφεραν απλόχερα, περίπου ένα χρόνο πριν, τα γνωστά τηλεοπτικά πλάνα με τις μούντζες, τις κρεμάλες, τις κατσαρόλες, τις προστακτικές κραυγές να καεί το μπ…. η Βουλή κ.λπ.

Δεν είναι η πρώτη φορά που μια σφοδρή οικονομική κρίση, τα αδιέξοδα και η απόλυτη κατάρρευση των εγγυήσεων που προσφέρει ένα εδραιωμένο και λειτουργικό πολιτικό σύστημα, οδηγούν στην ανάδυση μορφωμάτων φασιστικών αποκλίσεων. Αντίθετα είναι ένα φαινόμενο με σηματοδοτημένο ιστορικό προηγούμενο.

Το περίεργο όμως είναι ότι, όπως στο Σύνταγμα βρέθηκαν μαζί και συνυπήρξαν στην «πάνω» και στην «κάτω» πλατεία, αντιφατικά μεταξύ τους πολιτικά υποκείμενα, έτσι, υπό μίαν έννοια, οι πολιτικές δυνάμεις που βρίσκονται κατά τεκμήριο στον αντίποδα της Χρυσής Αυγής και έχουν συγκρουστεί ακόμα και «επιχειρησιακά» μαζί της στις γειτονιές της πόλης, βοήθησαν να δημιουργηθεί, εάν δεν τον δημιούργησαν, το βιότοπο μέσα στον οποίο ευδοκιμούν και θάλλουν παρόμοια δύσοσμα άνθη.

Η βία, οι προσωπικοί προπηλακισμοί, τα γιαουρτώματα, η επαναφορά (από την άλλη πλευρά τώρα) των κλασικού τύπου και αλήστου μνήμης «αντισυγκεντρώσεων», η αφαίρεση ουσιαστικά της δυνατότητας ελεύθερης έκφρασης και δράσης σε κάθε «συμβατική» πολιτική δύναμη, αποτέλεσε βασική επιλογή και κύρια ακτιβιστική δραστηριότητα για ένα τμήμα της αριστεράς. Η επίκληση της οργής και της αγανάκτησης αρκούσε, ξαφνικά, για να νομιμοποιήσει οποιαδήποτε και οσοδήποτε ακραία συμπεριφορά.  Μόνον που κανείς δεν μπορεί να διεκδικεί ούτε το μονοπώλιο εκπροσώπησης της οργής και της αγανάκτησης, ούτε το μονοπώλιο στον ακτιβισμό και στη βία.

Και η Χρυσή Αυγή, σε αυτό το γήπεδο στο οποίο βρίσκεται πλέον η μπάλα, έχει αποδείξει ότι μπορεί να διαπρέψει. Απύλωτα στόματα, ριζοσπαστική ρητορική, ρήξη με τον καθωσπρεπισμό, αυθεντικός λαϊκισμός, αυστηρή ιεραρχία, στρατιωτική οργάνωση, θητεία στο δρόμο. Η αμβλύνοια και η ευήθεια δεν είναι από τα κριτήρια που αξιολογούνται σε αυτούς τους αγώνες.

 

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.