ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΗΛΟΣ

Όλο και συχνότερα ξαναθυμάμαι εκείνο το προεκλογικό τηλε-σποτάκι που στον βωμό του κομματικού ανταγωνισμού  μπέρδευε την έννοια της «υπευθυνότητας» με αυτή της «αποχαύνωσης». Ήταν τότε η σιωπή του δάσκαλου που με έκανε να αισθάνομαι μετέωρος μεταξύ μιας πιθανής απάντησης σε στυλ: «Γιατί έτσι μου αρέσει» ή  «Γιατί δεν μπορώ να κάνω αλλιώς». Τρεις μήνες αργότερα, αν η ίδια ερώτηση «Γιατί Κύριε;»  απευθυνόταν στον οποιοδήποτε υπουργό της  σημερινής κυβέρνησης συνεργασίας είμαι σίγουρος ότι η καθοριστική απάντηση θα ήταν: «Γιατί δεν έχω ιδέα!».  Ψέματα;

Και πώς να έχουν ιδέα 38 μέλη του υπουργικού συμβουλίου και 52 στελέχη της νέας φουρνιάς γενικών γραμματέων για το πού χάθηκαν οι προεκλογικές διαβεβαιώσεις και το πού χύθηκε το μείγμα της οικονομικής πολιτικής  το οποίο θα άνοιγε το δρόμο προς την ανάκαμψη;  Οι άνθρωποι, είναι φανερό, ότι κολυμπάνε σε τρικυμιώδη άγνοια σαν πρωταγωνιστές σε Χιτσκοκικό θρίλερ.  Αρκούνται και αυτοί να επαναλαμβάνουν ψελλίζοντας  τις  καθησυχαστικές υποσχέσεις  προς τη λεγόμενη κοινή γνώμη για «ενίσχυση των ασθενέστερων» και διακηρύσσουν την αποφασιστικότητά τους για την «αποφυγή νέων και οριζόντιων μέτρων». Και την ίδια στιγμή  προωθούν  περικοπές των εφάπαξ, πλαφόν στις συντάξεις, μειώσεις μισθών στις ΔΕΚΟ κλπ.

Αν δεν πρόκειται για σχιζοφρένεια, τότε σίγουρα είναι υποκρισία. Την τελευταία, μάλιστα, την επιβεβαιώνει  η εκάστοτε προαναγγελθείσα διαβεβαίωση  ότι δεν πρόκειται για νέα μέτρα αλλά για παλιά. Πράγματι, μερικά είχαν υπογραφεί από το Φεβρουάριο, αλλά η τωρινή υλοποίησή τους προμηνύει νέους ακρωτηριασμούς στους άμεσα θιγόμενους. Αυτά τα μέτρα ήλπιζαν οι σχετικά αμέριμνοι πολίτες ότι θα αποτελέσουν αντικείμενο επαναδιαπραγμάτευσης. Μάταια. Και τώρα ξαφνιασμένοι ανασύρουν παλιές εμπειρίες διάψευσης όπως τράβηξε απότομα τη τήβεννό του στο πρόσωπο, πριν δεχθεί είκοσι τρεις θανάσιμες λαβωματιές από παλιά  μαχαίρια, ο Ιούλιος Καίσαρας.

Ο τρέχων , πάντως, μήνας Ιούλιος πιστοποιεί  πως η επαναδιαπραγμάτευση ξεπερνάει τις πολιτικές , οικονομικές και διπλωματικές δυνατότητες της σημερινής κυβέρνησης.  Μιας κεντροδεξιάς κυβέρνησης, ουδέτερης, αμήχανης και θαμπής του τύπου «ούτε-ούτε». Ούτε παλιάς ούτε καινούργιας, ούτε συγκεκριμένης ούτε αόριστης, ούτε αναχρονιστικής ούτε μεταρρυθμιστικής. Απλώς γκρίζας,  που έχει ενεχυριάσει την υπόστασή της σε μια αμφίβολη προίκα.  Εκείνη της υπόσχεσης να προσφέρει  στους πολίτες μια  κάποια ανακούφιση από τα δεινά του μνημονίου. Δυστυχώς ούτε αυτή μπορεί να τηρήσει.  Ειδικότερα, όταν για την  ίδια η προοπτική της πράξης  μοιάζει σημαντικότερη από τη τέλεσή της.

Πιθανότατα τα «μπάνια του λαού» να της χαρίσουν  ορισμένα χρονικά περιθώρια για να συμμαζέψει επικοινωνιακά το πολιτικό σοκ από την αναγκαστική προσαρμογή στους κανόνες της τρόικας. Αλλά ακόμα κι αν κρύψει το κεφάλι της προσωρινά στην άμμο για να μην την ενοχλεί το επίμονο «Γιατί κύριε;», από το Σεπτέμβριο το εκτεθειμένο σώμα της μάλλον θα χρειασθεί το πόρισμα της βαλλιστικής.

 

 

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.