ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗΣ

Σήμερα η χώρα, σύμφωνα με το δημοσιογραφικό κλισέ, «νεκρώνει» λόγω της πανελλαδικής πανεργατικής απεργίας που έχουν κηρύξει η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ. Η κινητοποίηση είναι η πρώτη, τέτοιου τύπου, μετά τη συγκρότηση της κυβέρνησης Σαμαρά και συγκαλείται τη στιγμή που το «πακέτο» μέτρων των 11,5 δις. ευρώ (που στην πραγματικότητα είναι τουλάχιστον 13,5 δισ.) βρίσκεται ένα βήμα πριν την ολοκλήρωσή του.

Ένα «πακέτο» τα αποτελέσματα του οποίου είναι γνωστά: Εξώθηση των εργαζόμενων και των συνταξιούχων στην ένδεια, βάθεμα της ύφεσης που θα οδηγήσει νέες στρατιές σημερινών απασχολούμενων στην ανεργία, ανατροπή κάθε ίχνους κοινωνικής προστασίας, κατάργηση στοιχειωδών εργασιακών δικαιωμάτων.

Παρόλα αυτά, έμπειρα συνδικαλιστικά στελέχη εκτιμούν ότι τόσο η συμμετοχή στην απεργία όσο και η προσέλευση στη μεγάλη συγκέντρωση που οργανώνεται στο κέντρο της Αθήνας δεν αναμένεται να φτάσει στα επίπεδα των πρώτων συγκεντρώσεων εναντίον των μνημονίων, ούτε βέβαια να κατέβει στο Σύνταγμα το πλήθος που συνόδευε τις κινητοποιήσεις των «αγανακτισμένων».

Μένει να αποδειχθεί, καθώς η οργή είναι μεγάλη και μια αναπάντεχη κοινωνική έκρηξη δεν μπορεί να αποκλειστεί. Εάν όμως πράγματι επαληθευτούν οι εκτιμήσεις των συνδικαλιστών, πώς εξηγείται η απροθυμία της μεγάλης μάζας των πολιτών να στοιχηθούν πίσω από τα συνδικάτα και τις ομάδες που οργανώνουν τις κινητοποιήσεις;

Μια απάντηση μπορεί να είναι ότι, υπό τις δεδομένες συνθήκες, ακόμα και το ένα μεροκάματο μετράει για τον οικογενειακό προϋπολογισμό, και συνεπώς ο εργαζόμενος σκέφτεται δύο και τρεις φορές τη συμμετοχή του στην απεργία. Ακόμα περισσότερο, όταν έχει σχηματίσει την πεποίθηση ότι «τίποτα δεν αλλάζει» με μια μέρα απεργία.

Κυρίως όμως, είναι ότι δεν υπάρχει πάνω στο τραπέζι μια εναλλακτική πολιτική πρόταση που να πείθει ότι οι θυσίες δεν είναι μονόδρομος και ότι υπάρχει άλλος δρόμος για να σταθεί η χώρα στα πόδια της χωρίς να γονατίσουν οι πολίτες της. Ανεξάρτητα αν αυτό είναι αλήθεια ή όχι, καμία από τα αντιπολιτευόμενες δυνάμεις, και κυρίως η αξιωματική αντιπολίτευση, δεν έχει καταφέρει να προχωρήσει ένα βήμα πέραν από τη διαπίστωση της οδυνηρής πραγματικότητας και την καταγγελία της τρόικας, των μνημονίων και της τρισυπόστατης κυβέρνησης, και να διατυπώσει μια συμπαγή πειστική πρόταση. Η παρουσία του Αλέξη Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη υπήρξε, επ΄ αυτού, άκρως αποκαλυπτική.

Ο πολίτης ζει λοιπόν στο πετσί του τα αποτελέσματα μιας πολιτικής που, ακόμα και αν πιστέψει κανείς τα αισιόδοξα σενάρια για την προοπτική της, προϋποθέτει την δραματική επιδείνωση της καθημερινότητάς του. Και ταυτόχρονα διαπιστώνει, ακόμα και αν κάνει πολλές «εκπτώσεις» στις απαιτήσεις του επί της κοινής λογικής, ότι οι προβαλλόμενες ως «άλλες λύσεις» έχουν μεγάλο βαθμό αοριστίας και αβεβαιότητας.

Αυτός είναι πιθανότατα ο λόγος που εξηγεί τα ευρήματα όλων των δημοσκοπήσεων που παρουσιάστηκαν τις τελευταίες ημέρες, σύμφωνα με τα οποία το ποσοστό των συμπολιτών μας που είναι απογοητευμένοι, τόσο από την κυβέρνηση, όσο και από την αντιπολίτευση κινείται στα επίπεδα του 80%. Όπως επίσης ότι οι πολίτες στη συντριπτική τους πλειοψηφία δηλώνουν ελάχιστη εμπιστοσύνη σε θεσμούς όπως το κοινοβούλιο και τα κόμματα και σε έννοιες όπως πολιτική, κράτος, δεξιά, αριστερά…

 

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.