ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Ο ρόλος του Χημικού Μηχανικού στην αειφόρο ανάπτυξη

Στις 23-25 Μαΐου έγινε στις εγκαταστάσεις της Πολυτεχνειούπολης Ζωγράφου το 9ο Πανελλήνιο Συνέδριο Χημικής Μηχανικής, ένα συνέδριο που γίνεται κάθε δύο χρόνια σε ένα από τα τρία πανεπιστήμια, με σχολές Χημικής Μηχανικής, δηλαδή το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το Πανεπιστήμιο Πατρών. Το εμβληματικό θέμα του συνεδρίου, «Ο ρόλος του Χημικού Μηχανικού στην αειφόρο ανάπτυξη», έγινε αντικείμενο επεξεργασίας από εκπροσώπους διαφόρων φορέων (τοπική αυτοδιοίκηση, πολεοδομία, οικονομία) καθώς και χημικούς μηχανικούς από την εκπαίδευση και τις επιχειρήσεις και αναγνωρίστηκε ως καθοριστικός για την αειφόρο ανάπτυξη ο ρόλος του χημικού μηχανικού. Διαπιστώθηκε ακόμη πως ο ρόλος αυτός θα ήταν πιο αποτελεσματικός στον τόπο μας αν ήταν πιο ξεκάθαρο (1) τι είναι χημικός μηχανικός και (2) τι είναι αειφόρος ανάπτυξη. Η διαπίστωση αυτή μας οδηγεί να εκθέσουμε ορισμένες απόψεις.

Ο Χημικός Μηχανικός είναι μηχανικός για την πρωτογενή βιομηχανία, δηλαδή μια βιομηχανία που από πρώτες ύλες με φυσικές, χημικές ή βιολογικές διεργασίες παράγει χρήσιμα προϊόντα, π.χ., φάρμακα, τρόφιμα, καύσιμα, πλαστικά,δομικά υλικά, κλπ. Αν και οι περισσότερες διεργασίες για τη μετατροπή πρώτων υλών σε προϊόντα είναι φυσικές(η Φυσική σημάδεψε καθοριστικά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα), για ιστορικούς λόγους έχει καθιερωθεί ο όρος χημικός μηχανικός(σε χρήση από το 1901 στις χώρες της Μεγάλης Βρετανίας και των ΗΠΑ).

Όταν στα μέσα της δεκαετίας του 60 ξύπνησε η περιβαλλοντική συνείδηση του πλανήτη (έκδοση στις ΗΠΑ του βιβλίου SilentSpring), οι σχολές «Χημικής Μηχανικής» στα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, που έπαιξαν κυρίαρχο ρόλο στη μετατροπή της οικονομίας των ΗΠΑ από αγροτική σε βιομηχανική, πρόσθεσαν στους σκοπούς τους την προστασία του περιβάλλοντος και στην ονομασία τους τον αντίστοιχο όρο κι έγιναν σχολές «Χημικής και Περιβαλλοντικής Μηχανικής».

Μόλο που η προστασία του περιβάλλοντος εξακολουθεί να αποτελεί μέλημα της Χημικής Μηχανικής, η νέα ονομασία γρήγορα εγκαταλείφθηκε με την ίδρυση αυτόνομων σχολών Περιβαλλοντικής Μηχανικής. Με την επανάσταση της Βιολογίας στο τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα, η Χημική Μηχανική απόκτησε καινούργιες περιοχές εφαρμογής με τη Βιοτεχνολογία και οι αντίστοιχες σχολές πανεπιστημίων των ΗΠΑ μετονομάστηκαν σε σχολές Χημικής και Βιολογικής Μηχανικής, παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες διεργασίες εξακολουθούν να είναι φυσικές.

Αειφόρος ή βιώσιμη ανάπτυξη (sustainabledevelopment) σύμφωνα με τον ορισμό της Επιτροπής Brudtland(των Ηνωμένων Εθνών) είναι η ανάπτυξη που εξασφαλίζει ικανοποίηση των αναγκών των γενιών του παρόντος χωρίς να διακινδυνεύεται το δικαίωμα των μελλοντικών γενιών να ικανοποιήσουν τις δικές τους. Οι ελληνικοί όροι «αειφόρος» και «βιώσιμη» είναι αδόκιμοι, γιατί ο πρώτος αναφέρεται σε μια εσαεί ανάπτυξη κι ο άλλος μια οριακή ανάπτυξη και τους χρησιμοποιούμε κατ’ ανάγκη. Η αειφόρος ή βιώσιμη ανάπτυξη υπαγορεύει ορθολογική εκμετάλλευση των φυσικών πόρων με τη βασική προϋπόθεση να διατηρείται ισορροπία στις πολύπλοκες σχέσεις των ειδών του φυσικού κόσμου, έμβιων και μη, έμβιων και του βιοτόπου (habitat) τους. Αυτές οι σχέσεις με το φυσικό κόσμο περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, σχέσεις του ανθρώπινου βιότοπου, κοινωνικές, πολιτισμικές and οικονομικές.

Σε φιλοσοφικό και πολιτικό επίπεδο, το ζήτημα της αειφορίας ή βιωσιμότητας αποτελεί αντικείμενο αέναων συζητήσεων στρογγυλής τράπεζας. Η αειφορία ή βιωσιμότητα είναι έννοια αμφισβητήσιμη σε ένα κόσμο ανισόρροπης ανάπτυξης με υπερκατανάλωση σε ανεπτυγμένες και υποκατανάλωση σε μη ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες και οικονομίες που οι αγορές ρυθμίζουν την τύχη των λαών. ‘Ενα πράγμα είναι σίγουρο: αειφόρος ή βιώσιμη ανάπτυξη είναι η ανάπτυξη που διασφαλίζει ισορροπημένη ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας, του περιβάλλοντος και της οικονομίας.

Τι μπορεί να προσφέρει ο Χημικός Μηχανικός στην αειφόρο ανάπτυξη του τόπου μας; Ο Χημικός Μηχανικός καλείται να καταθέσει τη γνώση του για την επίλυση προβλημάτων (1) διαχείρισης πόρων (φυσικών και ανθρωπογενών), π.χ. δάσος, και των υπηρεσιών που προσφέρουν, π.χ., ξυλεία ή αναψυχή, (2) επιλογής της κατάλληλης τεχνολογίας, π.χ., αναερόβια ζύμωση ή πυρόλυση για παραγωγή ενέργειας από οργανικά αστικά στερεά απορρίμματα, και (3) διασφάλιση του δικαιώματος της διαχείρισης να επεμβαίνει σε περιπτώσεις αλλαγής των αντικειμενικών συνθηκών στη διάρκεια του κύκλου ζωής (life cycle) παραγόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών, με κριτήρια τεχνικοοικονομικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά. Λόγω του ετερόκλητου χαρακτήρα των μεγεθών, γίνεται προσπάθεια να δημιουργηθούν καθολικά αποδεκτοί δείκτες αειφορίας ή βιωσιμότητας και να λυθούν τα προβλήματα με μεθόδους πολυκριτηριακής βελτιστοποίησης (multi-criteria optimization).

Για τη χώρα μας, η αειφόρος ή βιώσιμη ανάπτυξη συναντά δυο επιπρόσθετα εμπόδια. Από την εποχή της στρατιωτικής δικτατορίας μέχρι σήμερα έχει υπερτονισθεί η σημασία του τουρισμού για ανάπτυξη. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τη σημασία του τουρισμού. Όμως μονοδιάστατη ανάπτυξη δεν μπορεί ποτέ να είναι αειφόρος ή βιώσιμη. Πρέπει να δούμε τι μπορεί να γίνει και με τους άλλους τομείς, δηλαδή τη γεωργία και τη βιομηχανία.

Η βιομηχανία στην Ελλάδα ήταν πάντα πρωτογενής με την έννοια που ορίστηκε πιο πάνω, στην άμεση σφαίρα επιρροής του χημικού μηχανικού. Πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι υπάρχουν στη χώρα μας κλάδοι της βιομηχανίας όπως φάρμακα και τρόφιμα με υψηλή ανταγωνιστικότητα και εξαγωγική δραστηριότητα. Αυτό είναι το είδος της βιομηχανίας που πρέπει να ενδυναμωθεί για να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και να βελτιωθεί το εμπορικό μας ισοζύγιο.

Άλλωστε, αν δει κανείς την εικόνα της αγοράς εργασίας των χημικών μηχανικών στον κόσμο, θα διαπιστώσει ότι από το 2005 μέχρι σήμερα πάνω από 75% των χημικών μηχανικών εργάζονται σε βιομηχανίες προϊόντων προστιθέμενης αξίας, π.χ., φαρμακευτικά, που παράγονται σε ποσότητες σχετικά μικρές (το γνωστό φάρμακο για τη χοληστερόλη Lipitor παραγόμενο σε ποσότητα 120 χιλιόγραμμων αρκεί για όλο τον πλανήτη), σε αντίθεση με το ίδιο ποσοστό χημικών μηχανικών που το 1975 εργάζονταν για εμπορικά προϊόντα (commodities), π.χ., αμμωνία ή αιθυλένιο που παράγονται σε εκατομμύρια τόννους το χρόνο. Το άλλο εμπόδιο, σύμφωνα με τον εκλεκτό συνάδελφο, καθηγητή της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ, Απόστολο Βλυσίδη, είναι ή έλλειψη στη χώρα μας «διεπιφάνειας παραγωγής και κατανάλωσης της γνώσης». Η γνώση από τα ΑΕΙ δεν βρίσκει εύκολα το δρόμο της στα κέντρα λήψης αποφάσεων όπου κυριαρχικά και αποκλειστικά η πολιτική βούληση διαμορφώνει τις αποφάσεις. Παραδείγματα υπάρχουν πάμπολλα, από την Ψυττάλεια για το πρόβλημα των απόβλητων της Αθήνας ως το «φύτεμα» φωτοβολταϊκών συστημάτων σε μια χρεοκοπημένη χώρα για προώθηση της «πράσινης» ανάπτυξης.

* Ο Δημήτρης Χατζηαβραμίδης είναι Καθηγητής στη Σχολή Χημικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου

 

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.