ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ
ΚΩΣΤΑΣ
ΚΑΡΑΜΑΡΚΟΣ
Manoly Lascaris: «Ημείς ήμεθα βενιζελικοί»...
Το όνομά του είναι γνωστό στους λογοτεχνικούς, στους ακαδημαϊκούς, στους ομοφυλοφιλικούς μικρόκυκλους του κόσμου. Κι όμως, αυτό δε φτάνει…
Πέθανε μόνος σε ηλικία 91 ετών κάπου στο Σύδνεϋ το Νοέμβρη του 2003.
Για τους περισσότερους η ιστορία θα τον θυμάται ως το σύντροφο μισού αιώνα του Αυστραλού νομπελίστα συγγραφέα Patrick White.
Αν δεν υπήρχε ο καθηγητής Νεοελληνικών (σήμερα) στο Πανεπιστήμιο του Σύδνεϋ Βρασίδας Καραλής, να κάνει τις συζητήσεις μαζί του πριν χρόνια βιβλίο, με τίτλο «Recollections of Mr Manoly Lascaris», δε θα μαθαίναμε ποτέ ποιος ήταν, πώς σκέφτονταν, ποια εποχή και ποια βιώματα τον έπλασαν…
Ο Μανώλης Λάσκαρης γεννήθηκε το 1912 στο Κάιρο. Ο πατέρας του ήταν Σμυρνιός μεγαλοαστός και η μάνα του καθολική Αμερικανίδα από το Vermont, συγγενής του προέδρου των ΗΠΑ Calvin Coolridge. Η μάνα του τον εγκατέλειψε μαζί με τα τέσσερα συνολικά παιδιά της οικογένειας σε μικρή ηλικία και επέστρεψε στην Αμερική. Ο πατέρας του, που έχασε σχεδόν όλη την περιουσία του στη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 τον εγκατέλειψε και αυτός, κυνηγώντας την ευζωία και τις γυναίκες. Μεγάλωσε με κουβερντάνες και συγγενείς στην Αθήνα και στην Αλεξάνδρεια όπου έζησε και εργάστηκε στα νιάτα του στην Τράπεζα Αθηνών, τράπεζα συμφερόντων της ευρύτερης οικογένειάς του. Ως ταμίας τραπέζης στο μεγάλο και κοσμοπολίτικο λιμάνι της ανατολικής Μεσογείου θυμόταν τις επισκέψεις του Καβάφη, που έζεχνε…
Με τον Patrick White γνωρίστηκαν το 1941 σε tea party στην Αλεξάνδρεια του πολέμου. Ήταν και οι δύο τους τότε 29 ετών. Πριν εγκατασταθούν στην Αυστραλία το 1948, έζησαν μαζί στην Αίγυπτο και στην Ελλάδα. Σε αυτή τη σχέση, από τη μια μεριά υπήρχαν οι φωνές, οι θυμοί, η δυστροπία του Αυστραλού νομπελίστα συγγραφέα κι από την άλλη η μειλίχια, η χαμηλότονη, η «σιωπηλή» παρουσία του πολυμαθούς και πολυδιαβασμένου ανατολίτη κοσμοπολίτη κ. Λάσκαρη. «Θα πρέπει μάλλον να αγαπιόμασταν διά να μείνομεν μαζί διά τόσον χρονικόν διάστημα... δεν νομίζετε;», είχε πει κάποτε σε μια από τις συζητήσεις τους στο Βρασίδα Καραλή.
«Ημείς οι Μικρασιάτες και οι Πολίτες έχομεν άλλην νοοτροπίαν, είμεθα από άλλη στόφα, καθώς λέγομεν εις την Σμύρνην», είπε σε άλλη περίπτωση, καλωσορίζοντας στο σπίτι του στα 85 του χρόνια τον Καραλή, τον άνθρωπο που του έδωσε φωνή, υπόσταση, αυθύπαρκτη αιωνιότητα…
«Ημείς ήμεθα βενιζελικοί, μολονότι οι φίλοι μας εις τους αριστοκρατικούς κύκλους των Αθηνών και της Αλεξανδρείας ήσαν όλοι βασιλόφρονες. Ακόμα και ο Καβάφης, βασιλόφρων - μάλιστα αυτός, ό οποιος οφείλω να πω δια την ιστορίαν, ότι δεν επλενόταν ποτέ!», έλεγε...
Ο Δημήτρης Παπανικολάου του Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, αναφερόμενος πριν λίγα χρόνια στο βιβλίο του Βρασίδα Καραλή για το Μανώλη Λάσκαρη έγραφε ανάμεσα σε άλλα: «Ο σνομπ, ελιτιστής, βαθύτατα συναισθηματικός Λάσκαρης μεταμορφώνεται, ούτε λίγο ούτε πολύ, στο αρνητικό του πιο γνωστού χαρακτήρα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Ο Λάσκαρης του Καραλή στέκεται τελικά στον αντίποδα του Καζαντζακικού Ζορμπά: κλεισμένος στο σπίτι του, λεπταίσθητος και λεπτοκαμωμένος, αφοσιωμένος στην πεμπτουσία του έρωτα και αδιάφορος για την ηδονή, μορφωμένος και βαθυστόχαστος, ο Λάσκαρης προβάλλει εν τούτοις, όπως και ο Ζορμπάς, μια βιωμένη, σωματοποιημένη άποψη για τη ζωή, την ανθρώπινη ηθική, την ισορροπία που αγωνίζεται να κατακτήσει ο άνθρωπος μέσω των Άλλων».
«Πρέπει να σου πω ότι ήμουν πάντα αδύναμος και αναποφάσιστος... Αλλά μέσα από την αδυναμία μου, μπορούσα να δω τους άλλους ξεκάθαρα, χωρίς προκαταλήψεις. Ποτέ δεν ένοιωθαν να απειλούνται από μένα. Τους έδινα χώρο να μιλήσουν, έκανα μόνο μικρές χειρονομίες καλής θέλησης και πρόσφερα αδιόρατες πράξεις συμπαράστασης. Έτσι έμεινα στη ζωή μου κρυμμένος - μα αυτό δεν είναι απαραίτητα κάτι κακό», ανέφερε σε μια από τις συζητήσεις του με τον Καραλή ο Manoly Lascaris.
“Manoly Lascaris. Patrick White’s devoted companion, and a source of good stories for his novels”, έγραφε στη νεκρολογία της η βρετανική εφημερίδα “The Guardian” το Δεκέμβρη του 2003. Ενώ ο βιογράφος του Αυστραλού νομπελίστα David Marr, τιτλοφόρησε τη δική του νεκρολογία ως “Gentle foil to Patrick White’s fury”.
Μεταφέροντας πριν χρόνια στην «Οδό Πανός» ο Βρασίδας Καραλής μέρος των συζητήσεών του με τον κ. Λάσκαρη ανέφερε ανάμεσα σε άλλα και το πώς βίωνε την «εξορία» του στο Σύδνεϋ… «Κατοικώντας εις το πουθενά, χωρίς αναμνήσεις, χωρίς συγγενείς, χωρίς εκκλησίαν, να μην μπορώ να κλαύσω, να ειπώ τον πόνον μου εις τα ελληνικά. Και μετακινούσα διαρκώς την κεραία του ραδιοφώνου για να ακούσω ελληνικά τραγούδια... Ενίοτε ήκουον τις ανακοινώσεις του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, κύριος οίδεν πώς, και έπαιρνα τα πάνω μου. Ήτο άρκετόν, ήτο παρηγοριά... θυμούμαι ακόμη μέχρι σήμερον ονόματα απολεσθέντων Ελλήνων...».
Το όνομά του είναι γνωστό στους λογοτεχνικούς, στους ακαδημαϊκούς, στους ομοφυλοφιλικούς μικρόκυκλους του κόσμου. Κι όμως, αυτό δε φτάνει…