ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

23% και στην Παιδεία;

Μπορεί να είναι ακόμα Αύγουστος και ο κόσμος να ετοιμάζεται –όσο και όποιοι μπορούν- για μια περίοδο καλοκαιρινής χαλαρότητας, απαραίτητης μετά την ψυχοφθόρο ένταση των μηνών που προηγήθηκαν, ωστόσο κάποια μηνύματα πρέπει να δίνονται έγκαιρα, προτού καταστούν άσκοπα. Πριν τα προσπεράσουν οι εξελίξεις. Ο λόγος για το νέο «χτύπημα» στο χώρο της φροντιστηριακής εκπαίδευσης στην Ελλάδα, χώρο δομικό, λόγω των γνωστών αδυναμιών του δημοσίου συστήματος παροχής εκπαίδευσης, για τη μαθησιακή διαδικασία.

Συγκεκριμένα, στο πρώτο πακέτο μέτρων για το τρίτο μνημόνιο που εγκρίθηκε από τη Βουλή προβλέπεται η αύξηση του Φ.Π.Α. στα φροντιστήρια στο 23% (από το 0% ως τώρα). Μια πρώτη διαπίστωση είναι η εξής: δεν πρόκειται για εμπορικά καταστήματα, δεν πρόκειται για εμπόριο παιδείας, όπως άστοχα κάποιοι διατείνονται, καθώς ο θεσμός αναδύθηκε από τα συντρίμμια ενός παραμελημένου και αναχρονιστικού συστήματος παιδείας, το οποίο αδυνατεί να καλύψει τις ανάγκες των μαθητών και την εντατική μελέτη και προπαρασκευή τους για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτά αναφορικά με τα φροντιστήρια δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς από την άλλη τα ξενόγλωσσα μονοπωλούν το σχετικό τομέα, λόγω της ανεπάρκειας –για να μην πούμε έλλειψης, καθώς ουσιαστικά περί τέτοιας πρόκειται- του δημοσίου σχολείου να παρέχει το απαραίτητο αυτό εφόδιο στους μαθητές σήμερα. Θα μου επιτρέψετε όμως, λόγω προσωπικής επαγγελματικής ενασχόλησης και δη καλύτερης γνώσης, να περιοριστώ στο χώρο των φροντιστηρίων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Το τελευταίο αυτό μέτρο αποτελεί ένα ξαφνικό χτύπημα «κάτω από τη μέση» στο χώρο. Μπορεί πολλοί να αδιαφορήσουν, καθώς σκόπιμα τα φροντιστήρια έχουν καθιερωθεί στη συνείδηση των μη γνωριζόντων ως «παραπαιδεία», οι συνέπειες, ωστόσο, και η λογική στην οποία εδράζεται το μέτρο αυτό είναι ζήτημα προβληματισμού. Εντάσσεται στο πλαίσιο μιας πολιτικής που αποκτά επιθετικά έναντι του χώρου χαρακτηριστικά. Αρχικά με τη θεσμοθέτηση των εθελοντικών (κοινωνικών) φροντιστηρίων, τα οποία δεν πραγματώνουν τις θετικές θεωρητικές συνδηλώσεις του τίτλου που φέρουν. Εν συντομία, η λειτουργία των εν λόγω «φροντιστηρίων» αποτελεί την επισφράγιση του τέλους της παρεχόμενης από το σχολείο ενισχυτικής διδασκαλίας. Στις δομές αυτές –που σε μεγάλο βαθμό λειτουργούν χωρίς πρακτική εποπτεία επίσημης αρχής- εργάζονται καθηγητές αμισθί (συγγνώμη, αλλά πέραν του κινήτρου που έχει ένας άμισθος εργαζόμενος, διατηρώ πάντα ακλόνητη την πεποίθηση ότι η εργασία έχει στόχο το βιοπορισμό και δεν είναι μέσο αποδοχής της εθελοδουλείας, βλ. και την αλλόκοτη πρόταση περί εθελοντών καθηγητών στα σχολεία), καθηγητές χωρίς ουσιαστική γνώση του αντικειμένου που διδάσκουν (π.χ. κοινωνιολόγοι που διδάσκουν ιστορία), ενώ δεν υφίστανται ουσιαστικά κοινωνικά κριτήρια για τη «φοίτηση» εκεί. Όσο και αν ακούγεται ως θεσμός με θετικό σημασιολογικό φορτίο, προωθεί ουσιαστικά την περαιτέρω συρρίκνωση της δημόσιας δωρεάν παιδείας, την αποδοχή του φροντιστηριακού μαθήματος ως απαραιτήτου συμπληρώματος της διαρκώς φθίνουσας σε ποιότητα σχολικής διδασκαλίας, αλλά και τη συνειδησιακή αποδοχή της εθελοντικής εργασίας.

Η προώθηση του πολυνομοσχεδίου, μια από τις πρώτες κινήσεις του Υπουργείου, ήταν το δεύτερον χτύπημα στο θεσμό. Οι περιορισμοί που τίθενται, τόσο σε υποδομές, όσο και στη λειτουργία και τον προγραμματισμό είναι εξοντωτικοί και πέραν  πάσης λογικής. Το φροντιστήριο είναι επικουρικό του σχολείου και εκ τούτου συμπληρωματικό σε αυτό. Δεν γίνεται να λειτουργούν και τα δύο με βάση κοινούς κανόνες και πρόγραμμα λειτουργίας.

Στις κινήσεις αυτές προστίθεται και η αύξηση του Φ.Π.Α. στο 23%. Η απόφαση αυτή συντρίβει τον κλάδο. Μαθηματικά, οδηγεί σε κλείσιμο πολλών φροντιστηριακών δομών. Τα φροντιστήρια, σε συντριπτικό ποσοστό, έχουν χαρακτήρα συνοικιακής επιχείρησης και απασχολούν σταθερούς εργαζομένους. Λίγα είναι πανελλαδικά τα φροντιστήρια - μεγαθήρια και οι αλυσίδες. Η αδυναμία απορρόφησης του Φ.Π.Α. είναι βέβαιη, το ίδιο φυσικά και η μετακύλισή του στους γονείς των μαθητών με την αύξηση των διδάκτρων, για ευνόητους λόγους. Ένα λογικό επακόλουθο θα είναι η περαιτέρω μείωση αποδοχών των εργαζομένων καθηγητών εκεί –και του γραμματειακού προσωπικού-, αποδοχών που σε πολλές περιπτώσεις αγγίζουν τα όρια της συμβολικής αμοιβής. Ένα δεύτερο θα είναι το κλείσιμο πολλών τέτοιων επιχειρήσεων. Στο χώρο αυτό απαντά το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των εκπαιδευτικών που εργάζονται μακριά από το φυσικό εργασιακό τους χώρο, το δημόσιο σχολείο. Η απομείωση των φροντιστηριακών μονάδων θα δημιουργήσει νέους ανέργους σε ένα χώρο που ήδη έχει ισχνό εργασιακό παρόν και νεφελώδες μέλλον.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο πρακτικά, αλλά εξίσου σημαντικό, είναι εντυπωσιακός ο αθέμιτος ανταγωνισμός που θεσμοθετείται με την αλλαγή του Φ.Π.Α. Στα ιδιωτικά σχολεία, εντός των οποίων γίνονται και φροντιστηριακά μαθήματα σε πολλές περιπτώσεις, ο έμμεσος φόρος παραμένει στο 0%. Ένα ερώτημα που προκύπτει φυσιολογικά είναι το γιατί υπάρχει αυτή η διαφοροποίηση και ο διαχωρισμός. Δεν είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς ότι με αυτόν τον τρόπο οξύνονται οι ταξικές ανισότητες στο χώρο της δευτεροβάθμιας παιδείας και η αντίστοιχη δυνατότητα πρόσβασης στην τριτοβάθμια. Στα ιδιωτικά σχολείο φοιτούν οι ευπορότεροι μαθητές, ενώ το φροντιστηριακό μάθημα είναι ένα προνόμιο – με τις ανάλογες στερήσεις από μέρους των γονέων- που αφορά την πλειονότητα των μαθητών της Β’ και Γ΄ Λυκείου. Αν στόχος για το κράτος είναι το κέρδος από τον Φ.Π.Α., τότε η κίνηση είναι άστοχη. Στα ιδιωτικά σχολεία, πέραν των υψηλότερων διδάκτρων σε σχέση με τα φροντιστήρια, φοιτούν μαθητές του συνόλου της 12ετούς εκπαίδευσης. Αντίθετα, σε φροντιστηριακές δομές δευτεροβάθμιας μαθητές του Λυκείου κατά κύριο λόγο.

Κανείς, φυσικά, δεν ισχυρίζεται ότι πρέπει να αυξηθεί ο Φ.Π.Α. στα ιδιωτικά σχολεία. Καλώς διατηρείται στο 0%, καθώς αφορά σχολική διδασκαλία. Αυτό όμως που είναι απαραίτητο είναι η μη εφαρμογή του νέου φορολογικού πλαισίου στη φροντιστηριακή εκπαίδευση. Αφού στόχος δεν είναι ούτε η κατάργηση της εντατικοποίησης των σπουδών στο Λύκειο ή των πανελλαδικών εξετάσεων, ούτε η βελτίωση της δημόσιας δωρεάν δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (ακούγεται και ως αστείο πλέον), ας μην οξυνθούν οι –ήδη υπάρχουσες- ανισότητες για τους μαθητές. Και ας μη θυσιαστούν οι εκπαιδευτικοί. Λειτούργημα ασκούν, ας μην το ξεχνάμε.

Ο Βασίλης Νάστος είναι φιλόλογος, εκπαιδευτικός.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.