ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Κορονοϊός: είναι οι στιγμές που ζούμε ιστορικές;

Είναι γνωστό ένα ρητό των Κινέζων: «είθε να ζήσεις σε εποχές ενδιαφέρουσες» («interesting age» η πιο γνωστή αγγλική του απόδοση). Ακούγεται σαν ευχή, αποτελεί, όμως, κατάρα. Οι ενδιαφέρουσες στιγμές κρύβουν μέσα τους πόνο, θλίψη, δυστυχία. Το ρητό αυτό έγινε ευρέως γνωστό στη Δυσή κατά τον 20ο αι. και καταγράφεται στο περιοδικό «Proceedings of the Academy of Political Science» του 1939. Σημειώνω τη χρονολογία: 1939...

Ο άνθρωπος, λίγο από ματαιοδοξία, λίγο από αλαζονεία, έχει συχνά την πεποίθηση ότι ζει σε εποχές ιστορικές. Ίσως φανερώνει έτσι την επιθυμία του να αποτελεί και ο ίδιος -όχι απαραίτητα ως ακέραιη μονάδα αλλά, έστω, ως ψηφίδα απειροελάχιστη μιας περιόδου- μια πτυχή της γνωστικής σκευής του ανθρώπου του μέλλοντος και των ερευνών του περίφημου ιστορικού του μέλλοντος.

Εδώ και κάποιους μήνες η ανθρωπότητα ζει στιγμές αν μη τι άλλο ενδιαφέρουσες. Είναι και ιστορικές; Είναι πολύ πρώιμο να το πούμε. Σίγουρα, όμως, ο εγκλεισμός, η καραντίνα που βιώνουμε, δεν έχει ανάλογο ιστορικό προηγούμενο. Χωρίς καμιά υπερβολή, όλος ο δυτικός κόσμος -και όχι μόνο- έχει κλειστεί στο σπίτι του χωρίς ιδιαίτερες αντιδράσεις.

Ενδιαφέρουσα είναι και η αμηχανία με την οποία προσεγγίζουν την πραγματικότητα η πολιτική και η οικονομική ηγεσία του πλανήτη. Ακόμα και οι σοφοί της Wall Street, που συχνά είναι ένα βήμα μπροστά από τις εξελίξεις, δηλώνουν άγνοια για το πού θα κάτσει η μπίλια. Τεράστιο ενδιαφέρον έχει και ο διάλογος που έχει αναπτυχθεί σε επίπεδο πνευματικής και επιστημονικής ελίτ. Είναι ογκωδέστατο το πλήθος των άρθρων που συντάσσονται, οι συνεντεύξεις που παραχωρούνται, οι διαλέξεις που δίνονται (σε ψηφιακές πλατφόρμες) και επιχειρούν να αναλύσουν τον αντίκτυπο της κρίσης σε επίπεδο υγειονομικό, κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό. Ακόμα και οι συζητήσεις των απλών καθημερινών ανθρώπων, που βιώνουν τις εξελίξεις ποικιλοτρόπως, έχουν ως αποκλειστικό σχεδόν περιεχόμενο –ή αφορμή- την κρίση αυτή. Υπό το πρίσμα αυτό είναι σίγουρο ότι η εποχή που διανύουμε είναι ενδιαφέρουσα. Είναι, όμως, ιστορική;

Κατά τον ανθρωπολόγο και ιστορικό Clifford Geertz, που εξέταζε την ιστορία σε επίπεδο κυρίως μικροϊστορικό, άξιο να καταγραφεί ως ιστορικό είναι ό,τι επιφέρει εξελίξεις που επηρεάζουν την κοινωνική πραγματικότητα σε επίπεδο ατομικό. Έτσι, η κρίση του κορονοϊού δικαιούται τον χαρακτηρισμό. Δεν αποτελεί μια μελέτη περιπτωσιολογική, καθώς, ακόμα και αν περιοριστούν οι επιδράσεις του στο βιούμενο παρόν, ακόμα και αν υποθέσουμε πως το αποτύπωμά της στο άμεσο μέλλον θα είναι απειροελάχιστο, οι κοινωνικές επιπτώσεις της είναι αδιαμφισβήτητες.

Ωστόσο, (θα) είναι ιστορική με την ευρεία έννοια του όρου; Η απάντηση στο ερώτημα είναι σχετική –και πρώιμη. Ως ιστορικό νοείται σε μεγάλο βαθμό ό,τι προκαλεί αλληλουχία εξελίξεων ή χαράσσεται στη συνείδηση της ανθρωπότητας μακροχρονικά. Για την ώρα, βρισκόμαστε σε μια φάση μάλλον μεταβατική. Η Κίνα δείχνει ήδη να συνέρχεται, γρηγορότερα από το -για εμάς- αναμενόμενο, οι δυτικές κυβερνήσεις μελετούν τρόπους και μέσα άρσης του lock-down, τα επιχειρηματικά συμφέροντα, όπως είναι λογικό και αναμενόμενο, πιέζουν προς την κατεύθυνση αυτή, ενώ και οι πολίτες λίγο-λίγο αισιοδοξούν και ελπίζουν πως θα ξαναδιαβούν σύντομα την εξώθυρα του σπιτιού τους με ασφάλεια. Σταδιακά ο άνθρωπος κοιτάζει αμήχανα και διστακτικά, πάντως σταθερά, έξω από τη στενωπό. Η ζωή, μοιραία, θα συνεχιστεί. Ο προβληματισμός μετασχηματίζεται και αφορά το μέλλον: τι επίκειται;

Το ερώτημα αυτό είναι πολυδιάστατο. Τι εννοούμε ως «μέλλον», σε ποιους τομείς του αναφερόμαστε; Νομίζω πως το βασικό σκέλος του «μέλλοντος», και ίσως η βάση όλων των υπολοίπων, αφορά την υγεία: τι ακριβώς είναι αυτός ο ιός, πόσο εκτεθειμένοι είμαστε σε αυτόν, πότε θα διαθέτει η επιστημονική κοινότητα τα αναγκαία μέσα (φάρμακα, εμβόλια κ.λπ.) για την αντιμετώπιση ή τον περιορισμό του; Επίσης, σε επίπεδο ακόμα πιο βραχυπρόθεσμο, το ερώτημα αφορά το αν επίκειται νέο κύμα (ή κύματα) της πανδημίας και τον βαθμό ετοιμότητας των υγειονομικών αρχών να το/τα αντιμετωπίσουν. Ωστόσο, η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα, που είναι το κλειδί και για τα υπόλοιπα, ακόμα δεν υπάρχει. Αυτή η αδυναμία, σε συνδυασμό με την άπειρη πληροφορία που διαχέεται στο διαδίκτυο και τον τύπο, δημιουργεί ένα χαοτικό σύστημα πρόσληψης της πραγματικότητας. Οι πληροφορίες που λαμβάνουμε υπόκεινται σε διαρκή εντροπία, καθώς καθημερινά εμφανίζονται νέες που είτε ανατρέπουν είτε ενισχύουν τις προϋπάρχουσες και προκαλούν μια συνολική σύγχυση περί της πραγματικότητας.

Ο άνθρωπος καλείται να θεαθεί τον ίδιο του τον εαυτό σε μια κοινωνική συνθήκη ασαφή, πρωτοφανή, που αναδεικνύει την αδυναμία του. Το ερώτημα παίρνει τη μορφή της αναζήτησης της ερμηνείας και της επιδίωξης της πρόβλεψης: να προλάβουμε ό,τι θα συμβεί, να προβλέψουμε το μέλλον. Πολλοί ανατρέχουν στο παρελθόν, αναζητούν εξηγήσεις σε αυτό, βέβαιοι πως η ιστορία διδάσκει, πως επαναλαμβάνεται. Μόνο που η ιστορία, παραφράζοντας κάπως τον Churchill, το μόνο που διδάσκει είναι πως δεν διδάσκει τίποτα για το παρόν. «Ούτε δίνει μαθήματα αλλά ούτε και μπορεί να προβλέψει», σύμφωνα με τον γνωστό, κυρίως για τις μελέτες του σχετικά με την Οκτωβριανή Επανάσταση και τη Σοβ. Ένωση, Ed. H. Carr. Επίσης, δεν επαναλαμβάνεται ποτέ, παρά το σχετικό στερεότυπο. Κάθε (ιστορικό) γεγονός είναι μοναδικό, συνεκτικό και μη επαναλαμβανόμενο. Την αίσθηση της επανάληψης τη γεννά η λογική ανθρώπινη ανάγκη και τάση να κωδικοποιεί σε συγκεκριμένα σημαίνοντα τις πληροφορίες και να προσεγγίζει τη ζωή του κάπως φαντασιακά για να την ερμηνεύσει. Έτσι, όσο και αν διαβάσουμε για τον λοιμό των Αθηνών, τον λοιμό του Ιουστινιανού (ή της Κωνσταντινούπολης), τον Μαύρο Θάνατο ή την ισπανική γρίπη σίγουρα θα προβληματιστούμε, ωστόσο απαντήσεις για το παρόν δεν θα πάρουμε.

Αναζητώντας απαντήσεις σημαίνει ότι αναζητούμε τις αιτίες. Ο Hegel τόνιζε ότι η παγκόσμια ιστορία είναι μια αιτιοκρατική εξελικτική πορεία, με την αιτιώδη σχέση να εμφανίζει λανθάνουσα μορφή. Το ίδιο ισχύει και σε επίπεδο μικροϊστορικό, μικροκοινωνικό: ο κόσμος υπόκειται σε αμέτρητες επιδραστικές παραμέτρους που λειτουργούν αιτιωδώς. Σε αυτήν την αναζήτηση απαντήσεων πολλοί στρέφονται στη θεωρία των μη γραμμικών δυναμικών συστημάτων, πιο γνωστή ως θεωρία του χάους. Σύμφωνα με μια απλοϊκή προσέγγιση του θεωρήματος του Lorenz το άνοιγμα των φτερών μιας πεταλούδας σε μια δεδομένη στιγμή (για παράδειγμα στην Κίνα) μπορεί να προκαλέσει τυφώνα στην άλλη μεριά του κόσμου (για παράδειγμα στις ΗΠΑ). Αυτό μπορεί να συμβεί γιατί η απειροελάχιστη επιρροή των δυνάμεων και των συλλειτουργούντων στοιχείων ενός συστήματος παράγει εκθετικά απρόβλεπτα και δυσθεώρητα αποτελέσματα. Η θεωρία αυτή, ήδη γνωστή ως clinamen από τον Λουκρήτιο, δεν είναι η κατάλληλη, ωστόσο, για να βρούμε απαντήσεις, καθώς είναι ερμηνευτική και όχι προβλεπτική. Πρέπει να γνωρίζουμε τις αρχικές συνθήκες του συστήματος στο οποίο αναφερόμαστε (πόσο σίγουροι είμαστε ότι η αναταραχή που βιώνουμε αφορά μόνο τον κορονοϊό και όχι κάτι άλλο που αυτή τη στιγμή διαφεύγει της προσοχής μας;) και πρέπει να εντοπίσουμε αν υπάρχει κάποιος ελκυστής (strange attractor: κάτι που ελκύει το σύστημα προς μια κατεύθυνση) ή αν αυτος ταυτίζεται με τον κορονοϊό. Τα χαοτικά συστήματα είναι, επίσης, μοναδικά και μη επαναλαμβανόμενα. Σύμφωνα με τον Prigogine, κλυδωνίζονται μέχρι να βρουν ένα νέο σημείο ισορροπίας. ίσως πρέπει να περιμένουμε αυτό για να ερμηνεύσουμε ό,τι έχει προηγηθεί. Όπως έλεγε και ο Nietzsche, ίσως είμαστε καταδικασμένοι και πάλι από τα αποτελέσματα να ανιχνεύσουμε τα αίτια. Ίσως, επίσης, αντί της θεωρίας του χάους να στρεφόμασταν στη θεωρία των καταστροφών του Rene Thom και να αναζητήσουμε μια μαθηματική νομοτέλεια που θα εξηγεί τη σημερινή αστάθεια. Ωστόσο, ακούγεται πολύ ντετερμινιστικό. Και δεν ξέρουμε πού κάθεται ο δαιμονάκος του Laplace που όλα τα βλέπει και όλα τα ξέρει...

Σε ένα άλλο σκέλος, το ερώτημα αποκτά χαρακτήρα αμιγώς πολιτικό. Ποια θα είναι η επόμενη ημέρα; Τι θα κερδίσει; Η παγκοσμιοποίηση θα ανατραπεί ή θα ενισχυθεί; Θα αναδυθούν νέες μορφές αυταρχισμού ή θα εδραιωθεί μια δημοκρατία πιο πολυδιάστατη; Θα επικρατήσει η ομφαλοσκόπηση ή η διεθνής συνεργασία; Θα ανατραπεί το status quo ή όχι; Ο ιστορικός Jurgen Kocka, με πλήρη επίγνωση των αρνητικών πτυχών του σημερινού κόσμου, δείχνει εμπιστοσύνη στα θετικά επιτεύγματα που έχει πετύχει ο εκσυγχρονισμός και εγγυώνται μια κάποια σταθερότητα, πολιτικές ελευθερίες, κοινωνική δικαιοσύνη και πολιτισμικό πλουραλισμό. Ωστόσο, η διαπίστωση αυτή είναι προγενέστερη της σημερινής κρίσης. Τις στιγμές αυτές η παγκοσμιοποίηση, ως πραγματικότητα και διαδικασία, κλονίζεται: το άμεσο μέλλον του τουρισμού είναι αβέβαιο, το εμπόριο έχει περιοριστεί, οι αδυναμίες διεθνούς συντονισμού και οι διακρατικοί ανταγωνισμοί είναι εμφανείς. Ο ιστορικός Γ. Μαυροκορδάτος βλέπει ως μεγάλο νικητή το εθνικό κράτος, θέση που συμπληρώνει και ο Α. Λιάκος, τονίζοντας την αίσθηση της ασφάλειας που γεννά η «πατρίδα», στην οποία πολλοί επιστρέφουν την περίοδο αυτή. Ο τελευταίος θεωρεί, ωστόσο, παροδική την υποχώρηση της παγκοσμιοποίησης, θεωρώντας επόμενο βήμα την επιτάχυνση της ψηφιακής επανάστασης, της επιστήμης των δεδομένων, την τεχνητή νοημοσύνη, τους αλγόριθμους. Μια θέση που φέρνει στο μυαλό μου το «Homo Deus» του, επίσης ιστορικού, Harari.

Σε επίπεδο διεθνών σχέσεων, είναι βέβαιο ότι το κύρος των ΗΠΑ, εξαιτίας κυρίως της υπερφίαλης διαχείρισης του Donald Trump, έχει φθαρεί. Επίσης, στην ίδια την Ε.Ε. παρουσιάζονται δείγματα αμοιβαίας καχυποψίας και ελλιπής διάθεση συνεργασίας (βλ. το πρόσφατο Eurogroup). Ενισχύονται και τάσεις αυταρχισμού, όπως βλέπουμε στην Ουγγαρία. Αρκούν, όμως, αυτά για να προκαλέσουν την αλλαγή των συσχετισμών, τη μετατόπιση του κέντρου του κόσμου προς την Ανατολή; Αν θεωρούμε, πάντως, την περίοδο αυτή ως ένα σημείο καμπής της ιστορίας, τότε θα δούμε κάποιον από τους ισχυρούς παίκτες να χάνει τον ρόλο του ή κάποιο από τα δεδομένα πολιτικά χαρακτηριστικά να τροποποιείται.

Σε τελευταίο επίπεδο, όχι όμως και λιγότερο σημαντικό, προκύπτουν και προβληματισμοί επιστημονικής και πολιτικής ηθικής. Ο Padura φοβάται την ανάδυση ενός κόσμου εξαρτήσεων, με μειωμένη ελευθερία και υπέρμετρο έλεγχο, όπου όλα θα επιβάλλονται διά του φόβου. Ο Chomsky τρέμει την αλαζονεία, η οποία, σε συνδυασμό με τα πυρηνικά όπλα και τα βαθιά δυσλειτουργικά χαρακτηριστικά ολόκληρου του κοινωνικοοικονομικού συστήματος, θα αποδομήσει τις δημοκρατικές του λειτουργίες. Στοχοποίησε, όπως και ο Harari, τις ελλειμματικές ηγεσίες, ως ένα ακόμα πρόβλημα: σε μια εποχή ανθρωπιστικής κρίσης πόσο βέβαιοι είμαστε ότι η επόμενη ημέρα θα έχει ως γνώμονα τον άνθρωπο; Σε αυτό ο Harari προσέθεσε την παράμετρο των μεθόδων βιομετρικής παρακολούθησης που έχουν σήμερα επιστρατευτεί. Παρότι για την ώρα θεωρητικά αποσκοπούν στον έλεγχο της μετάδοσης του ιού, μελλοντικά μπορεί η χρήση τους να αλλάξει τελείως μορφή. Εδώ το ζητούμενο έχει την εξής μορφή: η επιστήμη θα αποτελεί όπλο στα χέρια των ηγεσιών ή των πολιτών; Σε μεγάλο βαθμό εδώ η απάντηση θα δοθεί από τους ισχυρούς του κόσμου την επόμενη μέρα της κρίσης: το κέντρο είναι διαχρονικά η πηγή των εξελίξεων (Im. Wallerstein). Θα δοθεί επίσης και από άλλες παραμέτρους που συλλειτουργούν σε έναν τεράστιο κόσμο. Για παράδειγμα, ποια θα είναι η πορεία της κλιματικής αλλαγής και τι αντίκτυπο θα φέρει σε μια παγκόσμια οικονομία που θα έχει έντονα δοκιμαστεί;

Είναι πολύ σημαντικό, λοιπόν, να περιμένουμε να δούμε ποιο θα είναι το κύριο χαρακτηριστικό της επόμενης ημέρας: η λογική ή ο φόβος; Και αν είναι ο φόβος, τότε τα πράγματα δεν θα εξελιχτούν καλά. Γιατί, αν επικρατήσει ο φόβος, αυτό θα σημαίνει ότι οι συνθήκες δεν εξελίσσονται ομαλά και θα ανοίξει ένας δρόμος εύκολος και σύντομος για ανήθικες επιδιώξεις με την εργαλειοποίηση του ανορθολογικού στοιχείου των μαζών.

Όμως, ας μην είμαστε Κασσάνδρες. Η ανθρωπότητα έχει, πλέον, έναν υψηλό δείκτη ευφυΐας και πνευματικότητας και διαφέρει από αυτήν που πραγματευόταν ο Huxley όταν ανέλυε την ιστορία ως «το αρχείο που μαρτυρεί τι αναγκάστηκαν να κάνουν τα ανθρώπινα πλάσματα εξαιτίας της άγνοιάς και της μεγαλομανίας τους, η οποία τους οδηγεί στο να καθαγιάζουν την άγνοιά τους με τη μορφή πολιτικού και θρησκευτικού δόγματος» («Το Νησί»). Έχει, όμως, πιο πολλά κοινά με αυτό που ο δρ. Ριέ έγραψε: «μέσα στη μεγάλη συμφορά, πως οι άνθρωποι αξίζουν πολύ περισσότερο τον θαυμασμό παρά την καταδίκη» (Camus, «Η Πανούκλα»). Ας μην κάνουμε προβλέψεις, γιατί υπάρχει πάντα κάτι στον χαρακτήρα των (ιστορικών) γεγονότων που στρέφει την πορεία της ιστορίας προς κατευθύνσεις που κανείς ποτέ δεν επεδίωξε (H. Butterfield, «The Englishman and his History»). Ας συνεχίσουμε, ο καθένας από το μετερίζι του, να είμαστε παραγωγικοί και δημιουργικοί. Η επόμενη ημέρα πάντα έρχεται από τη σύνθεση των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, του καθενός μας δηλαδή. Και ας γρηγορούμε. Η ανθρωπότητα έχει κερδίσει πολλά στην πορεία της ιστορίας της για να τα χάσει έτσι απλά σε κάποιους μήνες.

________________
Ο Βασίλης Νάστος είναι φιλόλογος, εκπαιδευτικός

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.