ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Η θέα από ψηλά

"Εκείνοι που ταξιδεύουν κοιτάζουν το πανί και τ’αστέρια...", γράφει ο ποιητής για τα ταξίδια που δεν έγιναν, μα που κρατούν αιχμάλωτες τις καρδιές και το μυαλό μας.

Μου άρεσε πολύ η φωτογραφία που μου έστειλε η Μαίρη στο messenger. Την τράβηξε από το παράθυρο του αεροπλάνου. Ήταν το καλοκαίρι του `79, στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Κοιτάζω αυτή την κουνημένη, αθώα φωτογραφία. Η Μαίρη ήταν δεν ήταν δέκα χρονών. Πήγαινε στο νησί τους. Σκέφτομαι αν ένα μικρό παιδί μπορεί να νιώσει νοσταλγία για κάτι μακρινό, χαμένο στα μονοπάτια της μνήμης. Καθηλωμένη για μήνες λόγω της πανδημίας, η φίλη μου, κοιτάζει τις γαλαζωπές ανταύγειες της μονίμως ανοιχτής τηλεόρασης. Προσηλωμένη με θρησκευτική ευλάβεια στο δόγμα "προσέχουμε, ο κορονοϊός είναι εδώ", η φίλη μου όσο κι αν προσπάθησε δεν κατάφερε να ακυρώσει την επιθυμία για ταξίδια.

Όταν ο νόστος την χτυπάει αλύπητα και η διάθεσή της αγγίζει το ναδίρ, αναζητά το αντίδοτο στις αναμνήσεις. Μετακινείται διαρκώς από τα λατινοαμερικανικά ως τα ασιατικά γεωγραφικά μήκη, καταλήγοντας ενίοτε να εξουδετερωθεί από τη νοσταλγία.

"Πότε θα τελειώσει όλο αυτό;"... Η γλώσσα δεν θα μπορούσε να μείνει αμέτοχη σε αυτό το κράμα νοσταλγίας και λύπης. Πανδημίες και φόβος μπορούν να μετατρέψουν ακαριαία τον εγκέφαλο σε καμένη λάμπα.

"Θα φύγω με το αεροπλάνο, θα πάω σε μέρη μακρινά". Το όνειρο του μικρού κοριτσιού ήταν το ταξίδι. Να πετάξει πάνω από ωκεανούς, ζούγκλες και χιονισμένα βουνά. Να χαθεί μέσα στα σύννεφα και να ξυπνήσει στην άκρη του κόσμου μέσα στο χρυσό φως της αυγής. Ονειρευόταν γαλάζιους ουρανούς και αιματοβαμμένα δειλινά. "Θα φύγω με το αεροπλάνο". Το λέει σιγά, σχεδόν ψιθυριστά. Φοβάται μήπως την ακούσει η αδελφή της και το πει στους γονείς της. Τότε, εκείνοι θα θύμωναν και θα την έστελναν κατασκήνωση.

Η Μαίρη φτιάχνει τη βαλίτσα της για το νησί. Παίρνει το ψάθινο καπέλο και την φωτογραφική μηχανή. Το αεροπλάνο απογειώνεται μια Κυριακή πρωί. Η πόλη κοιμάται μέσα σε ροζ χρώματα. Από ψηλά όλα μικροσκοπικά. Κάτω από τα πόδια της βλέπει το κάτασπρο νησί. Βγάζει τη φωτογραφική μηχανή. Θα κάτσει στην κόκκινη παραλία και θα χαζεύει τους γλάρους. Θα παίξει κουτσό στο πλακόστρωτο καλντερίμι. Θα χαθεί στα σύννεφα την ώρα που ο ήλιος ροδίζει. Το όνειρό της ήταν το ταξίδι. Να δει τη γη από ψηλά.

"Παρά την επίπλαστη κοινοτοπία του, το τελετουργικό ενός αεροπορικού ταξιδιού συνδέεται άρρηκτα, ακόμη και στις υλιστικές εποχές, με τα θεμελιώδη ζητήματα της ύπαρξης-έτσι όπως εμφανίζονται σε όλες τις θρησκείες του κόσμου. {..} Ζητήματα σχετικά με το θείο, την αιωνιότητα και το ουσιώδες μας συνοδεύουν συγκαλυμμένα ως το σκάφος, στοιχειώνοντας την ανάγνωση των οδηγιών ασφαλείας, τις ανακοινώσεις του κυβερνήτη για τον καιρό και, ειδικότερα, τη θέα μας από ψηλά καθώς παρατηρούμε την ήπια καμπυλότητα της γης".

Ο συγγραφέας και παραγωγός Αλαίν ντε Μποττόν, το 2008, ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση της εταιρείας που διαχειρίζεται το αεροδρόμιο Χίθροου στο Λονδίνο να μείνει μια βδομάδα στις εγκαταστάσεις του και να καταγράψει όσα συμβαίνουν. Διάβασα το "Μια εβδομάδα στο αεροδρόμιο", εκδόσεις Πατάκη, κατά την αναμονή ενός ταξιδιού.

Ο συγγραφέας αντιμετωπίζοντας το αεροδρόμιο ως μικρογραφία της δυτικής κοινωνίας, παρατηρεί όσα συμβαίνουν, μιλά με τους περαστικούς, μπαίνει σε μια κουζίνα κέτερινγκ που ετοιμάζει χιλιάδες γεύματα, γίνεται και ο ίδιος μέρος του ντεκόρ. Φιλιά, αποχωρισμοί, ζευγάρια που πηγαίνουν διακοπές αλλά και βιαστικοί υπάλληλοι που τρέχουν να προλάβουν τη βάρδια. Δίχως κριτική διάθεση, ο Μποττόν, με το ξεχωριστό, κοσμοπολίτικο ύφος του, μιλάει για την ιδιαιτερότητα του αεροπορικού ταξιδιού, την αίσθηση της μοναξιάς που κουβαλάει κάθε ταξιδιώτης, τη μαγεία κάθε αεροδρομίου. Πέρσι το καλοκαίρι κανείς δεν φανταζόταν ότι θα νοσταλγούσε τόσο πολύ το ταξίδι με αεροπλάνο. Οι κανόνες ασφαλείας λόγω της πανδημίας αλλάζουν κάθε λίγο και λιγάκι και τα αεροδρόμια μεταμορφώνονται σε αποστειρωμένους τόπους.

Ένα μήνα πριν, είχα λάβει μια καρτ ποστάλ από το Παρίσι. Τα μαθήματα ξεκινούσαν τέλος καλοκαιριού. Δεν ήθελα να μείνω στην Αθήνα ούτε λεπτό. Διαβατήριο, εισιτήριο με το χαρτζιλίκι της γιαγιάς. Στέκομαι κάτω από τον πίνακα ανακοινώσεων και η καρδιά μου χτυπάει δυνατά. Δίπλα μου ένα ζευγάρι φιλιέται. Το αεροπλάνο απογειώνεται και από την ένταση έχω δάκρυα στα μάτια. Τραβάω την πρώτη φωτογραφία μεταξύ ουρανού και γης. Και μετά ζουμ στα σύννεφα.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.