ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

73ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ: Και ξανά προς την Γαλλία.. τραβά

Δυό μόνον πράγματα μπορούν να χαλάσουν την εικόνα ενός φεστιβάλ: η απουσία ενδιαφέροντος και οι αποφάσεις της κριτικής επιτροπής. Ας ήταν λιγότεροι φέτος οι θεατές, επαγγελματίες και μη, συγκριτικά με την περίοδο προ πανδημίας. Ας μειώθηκε η συνολική χωρητικότητα των αιθουσών πέριξ της Πότσνταμερπλατς, λόγω μερικής ανακαίνισής τους. Ας έμοιαζε ερημωμένη η ευρύτερη περιοχή, δίχως τα στέκια του Arkaden, τα γειτονικά καφέ και με το Sony Center υπό ανακατασκευή. Αρκεί το πρόγραμμα, το διαγωνιστικό κυρίως, από την πρώτη κιόλας ημέρα φάνηκε ν' ανταποκρίνεται στις αυξημένες φιλοδοξίες της διοργάνωσης, με στόχο την Μεγάλη Επανεκκίνηση.

Την κατάφερε η Μπερλινάλε; Εν μέρει. Όχι τόσο γιατί, ανάμεσα στις πάνω από διακόσιες ταινίες που προβλήθηκαν σ' όλα τα τμήματα, δεν συγκεντρώθηκε ικανή αντίστοιχη ποιότητα. Όσο, επειδή οι ετερόκλητες επιλογές υπονόμευσαν το στοιχείο της ταυτότητας. Στο διαγωνιστικό, ειδικά, που αποτελεί και την βιτρίνα κάθε φεστιβάλ, το πρόβλημα εκδηλώθηκε σ' όλο του το μεγαλείο. Πώς "χώρεσαν" σ' αυτό δυό ταινίες κινουμένων σχεδίων, ασιατικής προέλευσης (ιαπωνικό και κινεζικό) κι ένα γαλλικό ντοκιμαντέρ; Το τελευταίο, μάλιστα, τοποθετημένο στην εκπνοή του προγράμματος, όταν οι δημοσιογράφοι αποχωρούσαν ήδη, όταν ο "πόλεμος των άστρων" και τα προγνωστικά στα κινηματογραφικά Μέσα είχαν κοπάσει, ενώ σε μικρή απόσταση από το BERLINALE PALAST οι διαδηλώσεις υπέρ της ειρήνης κι εναντίον της αποστολής όπλων στην Ουκρανία διαδέχονταν η μια την άλλη, απέσπασε προς γενική σχεδόν κατάπληξη την Χρυσή Άρκτο. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης Νικολά Φιλιμπέρ, που τιτλοφορεί "SUR L' ADAMANT" τον πλωτό μικρόκοσμο μιας ομάδας ψυχασθενών στον Σηκουάνα, ως αντανάκλαση της παρισινής (ή δυτικής, γενικότερα) κοινωνίας, δείχνει αιφνιδιασμένος.

Θα πεις, ενδιαφέρον κι αλλόκοτο το διαγωνιστικό τμήμα, γιατί όχι κι αλλοπρόσαλλη η ετυμηγορία της κριτικής επιτροπής; Μήπως δεν συμπεριφέρονται κι αυτές όλο και συχνότερα είν' αλήθεια, ως εργαλεία πότε της πολιτικής ορθότητας και πότε ποικίλων σκοπιμοτήτων; Μόνον οι αφελείς εξακολουθούν ν' απορούν. Μια προσεκτική ματιά στο σύνολο των βραβεύσεων είναι εξίσου αποκαλυπτική. Από τις πέντε κατά γενική ομολογία καλύτερες ταινίες, μόνον μία βρίσκεται ψηλά στην λίστα των βραβεύσεων, το ειρωνικό σχόλιο για το παιχνίδι των φαινομένων που απατούν και τη νεύρωση της δημιουργικότητας, το "AFIRE" του Κρίστιαν Πέτσολντ, επικεφαλής της εντυπωσιακής γερμανικής συμμετοχής (Μέγα Βραβείο της Επιτροπής). Τα "ΤΟΤΕΜ" (Μεξικό), "PAST LIVES" (ΗΠΑ), "SHADOWLESS TOWER" (Κίνα) και "The survival of Kindness" (Αυστραλία) αγνοήθηκαν μάλλον με συνοπτικές διαδικασίες. Ο λόγος; Μα δεν εκπροσωπούν ευρωπαϊκές εταιρείες.

Τι απομένει; Η αναμενόμενη απονομή του βραβείου ερμηνείας στην Σοφία Οτέρο, την ανήλικη πρωταγωνίστρια του ισπανικού "20.000 είδη μελισσών" και δυό απολύτως μη αναμενόμενες διακρίσεις, καλύτερης σκηνοθεσίας στον πληκτικό Φιλίπ Γκαρέλ για το "PLOUGH" (Γαλλία) και καλύτερου σεναρίου στο "Musik" (Γαλλία - Γερμανία) της Άντζελα Σάνελεκ, διασκευή του Οιδίποδα, ώστε να πανηγυρίζουν κάποιοι κύκλοι επειδή η Ελλάδα δεν διαθέτει μόνον τα γκαρσονάκια της Ευρώπης αλλά και τις πλέον ανταγωνιστικές τοποθεσίες για γυρίσματα ταινιών.
Συμπέρασμα: η συντριπτική πλειοψηφία των διακρίσεων εξυπηρετεί αποκλειστικά τα στενά οικονομικά συμφέροντα της ευρωπαϊκής (γαλλο-γερμανικός άξονας κι εδώ) αγοράς του σινεμά. Ποιά αξιοπιστία, ποιό κύρος δίχως την απαραίτητη ανεξιθρησκεία; Μπερλινάλε στα ίχνη των Καννών. Ευτυχώς, υπάρχει η Μόστρα.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.