ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Ναι! Θέλω να γυρίσω στην πατρίδα…

«Υπάρχουν παιδιά της γης που ζουν και κατοικούν στη δική τους πατρίδα...Είναι δίκαιο να ξεκινήσουμε εξυμνώντας τη γη που είναι η μητέρα τους...διότι όπως μία γυναίκα αποδεικνύει τη μητρότητά της θηλάζοντας τα νεογνά της, με τον ίδιο τρόπο αποδεικνύει η γη μας πως είναι μητέρα των ανδρών, διότι σε αυτές τις ημέρες μόνο αυτή και πρώτη απ΄ οτιδήποτε άλλο προσέφερε σιτάρι και κριθάρι για να τραφούμε».

Πλάτων, Μενέξενος

Η διαφήμιση είναι απ αυτές τις κοινωνικές, ή των υπουργείων που πετιούνται τα ξημερώματα στα ιδιωτικά κανάλια, για να μη τις δει κανείς, αλλά μη χάνουν και και λεφτάκια, νωρίς απ τις πληρωμένες, η που στα κρατικά παίζουν στις απεργίες –δηλαδή συνέχεια! Μελαχρινοί κυρίως και αφρικανικής καταγωγής άνθρωποι. Πίσω από συρματοπλέγματα. Αφημένοι. Με κρυμμένα βλέμματα! Ρακένδυτοι, σε ομάδες ομοφύλων, με τα κεφάλια σκυφτά. Γρήγορα πλάνα! Σοκαριστικά κοψίματα στο υλικό. Καλοί οι σκηνοθέτες και οι μοντέρ του κοινωνικού μηνύματος. Το σποτ μοιάζει ασπρόμαυρο, αλλά είναι έγχρωμο. Οι φυσικοί μας φωτισμοί είναι πια ασπρόμαυροι. Η φωνή πικάρει ορθόφωνα. «Κουράστηκες; Νιώθεις εγκλωβισμένος; Είσαι σε αδιέξοδο, χωρίς χαρτιά στην Ελλάδα; Θέλεις να γυρίσεις στην πατρίδα σου;». Λέει πως με μεταφορικά μέσα της χώρας -της Ελλάδας ντε!- και έξοδα, μπορούν εκείνοι που γύρεψαν ελπίδα και νέες αφετηρίες να επιστρέψουν στο δικό τους τόπο. Τέλος η οδύσσεια για αυτούς. Τέρμα η προσπάθεια για νέα ζωή, χαμόγελο, ανθρώπινο τρόπο ζωής, απλά πράγματα όπως ένα μεροκάματο, μια κατοικία, ψωμί και γάλα, ρεύμα και τρεχούμενο νερό. Πίσω σε τόπους γενέθλιους, που εμείς, οι κάποτε δυτικοί, βλέπαμε εικόνες τους. Παιδιά με μεγάλα μάτια, αποσκελετωμένα, μύγες, κακή υγιεινή, όπλα, αντάρτικα – πλιάτσικα, παιδιά και πάλι δολοφόνοι – στρατιώτες, βομβαρδισμοί, πουθενά έλεος. Τους βοηθάμε ναι, να φύγουν. Να επιστρέψουν. Στην δική τους Ιθάκη, αυτή που τους αξίζει, εκείνη που μοιάζει Σπιναλόγκα. Δική τους πατρίδα, δική τους μοίρα! Έτσι κι αλλιώς, δεν τους βλέπουμε και ανθρώπους, έτσι όπως μοιάζουν λέμε, όπως ζουν σε ομάδες, όπως αγωνίζονται για την επιβίωση τους τρώγοντας ακόμα και απ τα σκουπίδια μας –όποια αφήνουμε οι ίδιοι πια. Και έτσι μας βλέπουν και εμάς κάποιοι άλλοι. Έτσι ακριβώς…

Και τι είναι η πατρίδα λοιπόν; Μην είναι οι κάμποι; Μην είναι τα άπαρτα ψηλά βουνά; Που έλεγε το σχολικό ποιηματάκι; Η γη που μας τρέφει και είναι δική μας; Το έθνος όπως αυτό διαμορφώνεται στους αιώνες; Η το κράτος όπως έχει γίνει η λέξη πατρίδα σήμερα, σε μια θριαμβική αποθέωση επικράτησης του Μακιαβελισμού; «Όμοιο αίμα και όμοια γλώσσα έχουν οι Έλληνες και τους ίδιους ναούς θεών και θυσίες κάνουν κοινές και τα ήθη τους μοιάζουν» έλεγε ο Ησίοδος στη διδακτική του αρχαία ποίηση, όταν δεν κυνηγούσε τον αδελφό του τον Πέρση, για να γίνει καλός άνθρωπος και να πάψει να ναι ρεμάλι. Ναι! Μάλιστα, αλλά; Πατρίδα έχουμε;

Τσιτάτα και φράσεις σπασμένες, έρχονται στο μυαλό, με τόσα χρόνια δημόσια σχολεία να πετάνε τα μυαλά μας στη φορμόλη. Πατρίδα μου είναι όπου αγαπώ, ή πατρίδα μου είναι όπου εργάζομαι που χε πει ο Νομπέλ; «Να αγαπάς την πατρίδα σου, ακόμη κι αν είναι άδικη» που αφόριζε ο Πλάτων, ή «δεν έχω πατρίδα, είμαι πολίτης του κόσμου» που έλεγε ο δάσκαλος του ο Σωκράτης; Κι όμως! Ενώ τα ξέρω όλα αυτά γιατί ήμουν καλή μαθήτρια, τίποτα δε σημαίνουν μέσα μου. Κενό. Νoιάσου λιγάκι μωρή πατρίδα, πια και για μένα…

Βλέπω το σποτάκι λοιπόν. Δε χρειάζεται συγκινητική μουσική. Δε χρειάζεται τίποτα! Μόνο η φωνή αρκεί: «Κουράστηκες; Νιώθεις εγκλωβισμένος; Είσαι σε αδιέξοδο, χωρίς χαρτιά στην Ελλάδα; Θέλεις να γυρίσεις στην πατρίδα σου;». Ναι, μάλιστα, ναι λέμε… Θέλω! Θέλω να γυρίσω στη πατρίδα μου, πιο πολύ, πιο σπαρακτικά σχεδόν απ τους ανθρώπους που δείχνεις (που τους ζητάς να επιστρέψουν στον όλεθρο). Εγώ, εδώ, σου μιλώ… θέλω να επιστρέψω στην πατρίδα μου! Διότι –μάλιστα, ναι- κουράστηκα. Και εγκλωβισμένη νιώθω. Και είμαι και σε αδιέξοδο. Και τα χαρτιά μισά τα 'χω, διότι πρώτο όνομα πρέπει να μαι στον Τειρεσία, αν δε τηρείται αλφαβητική σειρά. Μετράω κέρματα, ασφάλεια δεν έχω, φάρμακα δεν υπάρχουν, οι γιατροί απεργούν, η ΔΕΗ μου κόβει το ρεύμα, πρέπει να πληρώσω εφορίες ούτε ξέρω και εγώ τι, άρα έχω χαρτιά; Μπα! Μισά πρέπει να μου τα δίνουν. Τα σούπερ μάρκετ έχουν γίνει τόπος για εκατομμυριούχους. Διότι το αλάτι –αυτό το μαγειρικό που βγάζουμε απ τις θάλασσες μας- κάνει 3 ευρώ! 3! Σε λίγο το γεμάτο καροτσάκι θα ναι της Λάτση προνόμιο και οι υπόλοιποι θα τρώμε ανάλατα!

Θα φοράμε τα καλά μας, για να πάμε σούπερ μάρκετ, με αίσθηση καταξίωσης και μεγαλείου λες και πάμε σε πρεμιέρα! Αγώνας κάθε μέρα για την επιβίωση, για τον «άρτον ημών τον επιούσιον» σκέτο χωρίς αλάτι, με δικαίωμα κανένα. Σαν τους μετανάστες στη δική μας γη… Ναι! Θέλω να γυρίσω στην πατρίδα μου! Διότι όλα τα νιώθω! Κούραση, αποκλεισμό κοινωνικό, φτώχεια, εγκλωβισμό, περιθώριο, αδιέξοδο, χωρίς δικαιώματα, με μισά χαρτιά! Λοιπόν; Εμένα; Εσείς οι κοινωνικοί φορείς, οι βαρύτατα ανθρωπιστές με τα φαγωμένα λεφτά της Ευρώπης, για κοινωνικά προγράμματα που δεν υπήρξαν ποτέ, θα με βοηθήσετε να γυρίσω στην πατρίδα μου; Ε; Θα με βοηθήσετε;

 

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.