ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Τι λέει για το θέμα Κουκουλόπουλου

Φ. Σαχινίδης: Άδικα τα οριζόντια μέτρα

Άδικο χαρακτήρισε ο βουλευτής Λάρισας του ΠΑΣΟΚ Φίλιππος Σαχινίδης το μέτρο των απολύσεων και της κινητικότητας στο Δημόσιο και όπως αυτό εφαρμόστηκε.

Φ. Σαχινίδης: Άδικα τα οριζόντια μέτρα

Σε συνέντευξή του στο ραδιοσταθμό Σκάι, επισημαίνει ότι, πρόκειται για οριζόντιες αποφάσεις που εξ ορισμού είναι άδικες ενώ στην παρατήρηση του δημοσιογράφου πως και οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ υλοποίησαν οριζόντιες αποφάσεις, ο πρώην υπουργός παρατήρησε πως τότε υπήρχε μία άμεση πίεση και έλλειψη χρημάτων και μηχανισμών στήριξης.

Σε ερώτηση για το θέμα, που προέκυψε με τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΠΑΣΟΚ Πάρι Κουκουλόπουλο και την αρνητική ψήφο, που έδωσε για τη δημοτική αστυνομία, σημείωσε ότι, είναι θέμα που άπτεται των αρμοδιοτήτων του προέδρου του κόμματος Ευάγγελου Βενιζέλου.

Ολόκληρη η συνέντευξη:

Πείτε μου κάτι, που δεν είναι ακριβώς οικονομικό αλλά αφορά όχι τη Λάρισα αλλά μια πόλη που δεν είναι πολύ μακριά από εσάς. Υπάρχει πράγματι, όπως διαβάζω εδώ, θέμα αποπομπής Κουκουλόπουλου;

Είναι ένα θέμα που άπτεται των αρμοδιοτήτων του Προέδρου και δεν θα ήθελα να παρέμβω στις αποφάσεις τις οποίες θα πάρει, αφού ο Πρόεδρος έχει ορίσει τον κ. Κουκουλόπουλο ως Κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο.

Εδώ, όμως, λέει ότι Βουλευτές του Κόμματος έθεσαν προς τον κ. Ευάγγελο Βενιζέλο, ζήτημα καθαίρεσής του.

Δεν ανήκω σ’ αυτούς του Βουλευτές, που έθεσαν τέτοιο θέμα. Θεωρώ ότι είναι αρμοδιότητα  του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ και ο ίδιος θα αποφασίσει αν ο κ. Κουκουλόπουλος εξακολουθεί να έχει την εμπιστοσύνη του ή όχι.

Ναι, γιατί ο κ. Κουκουλόπουλος είναι από τους ανθρώπους που έχουν πρωτοστατήσει σε νέα πράγματα στους Δήμους και γενικότερα σ’ όλη αυτή την ιστορία και τον είδα που ήταν πολύ στριμωγμένος, πολύ στεναχωρημένος για την εξέλιξη αυτή. Αλήθεια, εσείς πιστεύετε ότι δεν υπάρχει – τελικώς – άλλη λύση στον Δημόσιο Τομέα όταν πρέπει να μειωθεί η απασχόληση, θα βρίσκουμε όσους έχουν το αριστερό μάτι γαλάζιο και το δεξί πράσινο και θα λέμε ότι απολύονται αυτοί.

Θεωρώ ότι ο τρόπος με τον οποίο προχωρήσαμε στο ζήτημα αυτό δεν ήταν ο ενδεδειγμένος, ούτε υπηρετεί κάποιο κριτήριο διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού. Είναι ένας τρόπος οριζόντιος, το έχω πει δημόσια, και είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι για περισσότερο από ένα εξάμηνο, θα έλεγα για ένα χρόνο, ουσιαστικά από την επομένη των εκλογών,  δεν κάναμε αυτό το οποίο οφείλαμε. Δηλαδή, από την στιγμή που η χώρα αναλαμβάνει δεσμεύσεις θα πρέπει να υπάρχει ένας συστηματικός τρόπος καταγραφής και παρακολούθησης όλων των ενεργειών που αναλαμβάνονται από τα επιμέρους Υπουργεία, έτσι ώστε να φανούμε συνεπείς στην υλοποίηση των δεσμεύσεων. Συνεπείς, όμως, όχι με ένα τρόπο οριζόντιο και άδικο, αλλά συνεπείς γιατί αυτή η μεταρρύθμιση την οποία θέλουμε να εισαγάγουμε, υπηρετεί συγκεκριμένα κριτήρια. Κριτήρια αποτελεσματικότητας, κριτήρια αξιολόγησης και με βάση αυτά να παίρνουμε τις αποφάσεις. Δυστυχώς, εμείς αυτό δεν το κάναμε το προηγούμενο χρονικό διάστημα και καταλήξαμε σ’ αυτές τις οριζόντιες αποφάσεις που εξ ορισμού είναι και άδικες.

Ναι, είναι άδικες όπως όλες οι οριζόντιες αποφάσεις, όμως, κύριε Σαχινίδη και εσείς κυβερνήσατε με οριζόντιες αποφάσεις και η παρούσα Κυβέρνηση…

Καμία αντίρρηση, απλά θέλω να σας υπενθυμίσω ότι όταν παίρναμε την απόφαση να γίνει κάποια εισοδηματική περικοπή υπήρχε μια άμεση πίεση. Για παράδειγμα όταν στις 16/5/2010 έπρεπε να αποπληρώσουμε ένα τεράστιο ποσό και δεν υπήρχαν αυτά τα χρήματα, δεν υπήρχε καν ο ελληνικός μηχανισμός για να μας δοθούν αυτά τα χρήματα, έπρεπε σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα να πάρουμε μία απόφαση. Μην συγκρίνετε, λοιπόν, αποφάσεις που πάρθηκαν κάτω από την πίεση του χρόνου, με αποφάσεις για τις οποίες υπήρχε μεγάλο χρονικό διάστημα που θα μπορούσαμε να το αξιοποιήσουμε. Η υποχρέωση να προχωρήσουμε στο ζήτημα της κινητικότητας, είναι μια υποχρέωση που δεν μας προέκυψε ξαφνικά τον τελευταίο μήνα. Επομένως, είναι ανόμοια η σύγκριση ανάμεσα σε επιλογές που έγιναν  στο παρελθόν και οι οποίες γινόντουσαν κάτω από την πίεση του χρόνου, γιατί υπήρχαν υποχρεώσεις τις οποίες η χώρα μας έπρεπε να εξυπηρετήσει - εννοώ υποχρεώσεις ως προς την αποπληρωμή ομολόγων - και άλλο πράγμα να έχεις ένα χρόνο να προετοιμάσεις  την συγκεκριμένη διαδικασία υλοποίησης της κινητικότητας και αυτό το χρόνο να μην τον αξιοποιείς.

Συμφωνώ απολύτως μαζί σας, κύριε Σαχινίδη. Πάντως, και ο προηγούμενος Υπουργός δεν βρήκε κι αυτός κάτι έτοιμο, όπως κι ο προηγούμενος του προηγουμένου, δεν βρήκε κάτι έτοιμο.

Σ’ αυτό έχετε δίκιο. Υπήρχε μία δυστοκία από την πλευρά και του πολιτικού συστήματος και του πολιτικού δυναμικού. Δεν θέλω να κρυφτώ πίσω από τις λέξεις. Προσωπικά βρέθηκα πολλές φορές σε δύσκολη θέση, βρέθηκα να συγκρούομαι με συναδέλφους μου στο Υπουργικό Συμβούλιο, διότι σε πολλές περιπτώσεις υπήρχαν και διαφορετικές γνώμες. Αλλά μετά από τρία χρόνια, κι όταν έχουμε δει πλέον, πώς μπορείς να παλέψεις για να προστατεύσεις τα συμφέροντα των Ελλήνων πολιτών, νομίζω ότι έχουμε όλοι μας μία υποχρέωση: Να διδασκόμαστε από τυχόν λάθη τα οποία συνέβησαν στο παρελθόν και να μην τα επαναλαμβάνουμε. Όταν, όμως, συστηματικά επαναλαμβάνεις λάθη του παρελθόντος, τότε πολύ φοβούμαι, ότι αρχίζουμε και βρισκόμαστε αντιμέτωποι με επιλογές δικές μας και όχι με πράγματα τα οποία μας τα επιβάλλουν ξένοι.

Κύριε Σαχινίδη, όσο τρόμαξα και διαφώνησα - και το είπα τότε - με τη στάση του κυρίου Βενιζέλου, σε ζητήματα που αφορούν την παρέμβαση της τρόικας στην διακυβέρνηση της χώρας, άλλο τόσο πλέον τώρα, νομίζω ότι είναι ώριμο και χαίρομαι που ακούω τον Πρόεδρο του Κόμματός σας, να το θέτει το ζήτημα αυτό, να το φέρνει μπροστά,  να το βάζει πάνω στο τραπέζι. Και βλέπω ότι η κυρία Βίβιαν Ρέντινγκ, που είναι Αντιπρόεδρος στην επιτροπή και από τα πιο σοβαρά πρόσωπα μεταξύ των επιτρόπων, βάζει αυτό το θέμα και λέει ότι, πρέπει να δούμε έναν άλλου είδους έλεγχο στα προγράμματα προσαρμογής των κρατών και δεν μπορούμε τώρα να έχουμε τους γραφειοκράτες αυτούς, οι οποίοι θα παρεμβαίνουν στην παραμικρότερη λεπτομέρεια του πώς γίνονται τα πράγματα. Αυτό είναι, νομίζετε, κατά τη γνώμη σας, σχετικά ώριμο; Θα μπορούσα να το βάλω δίπλα σ’ αυτό που είπε ο Σόιμπλε χθες, ότι, «τελειώστε αυτή τη φάση του προγράμματος και να πάμε στην επόμενη μετά να το συζητήσουμε»; Σε αυτή την επόμενη, δεν θα ήταν καλό κάτι ν’ αλλάξει παρόλα αυτά τα πράγματα;  

Πολλά θα έπρεπε ν’ αλλάξουν και το πιο βασικό, να κατανοήσουμε εμείς οι ίδιοι, ότι πολλές από αυτές τις μεταρρυθμίσεις που έχουν ενσωματωθεί στο πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί η χώρα, δεν θα έπρεπε να εμφανίζονται μέσα στο κείμενο των συμφωνιών προκειμένου να εκταμιεύσουμε τα χρήματα, αλλά θα έπρεπε να είναι αλλαγές τις οποίες θα έπρεπε να τις δρομολογήσουμε εμείς, χωρίς να μας τις επιβάλλουν ή να μας τις ζητούν οι άλλοι.

Ναι.

Και αυτό νομίζω ήταν ένα λάθος δομικό, από την πρώτη στιγμή, ότι δηλαδή πολλά από τα ζητήματα για τα οποία κληθήκαμε να κάνουμε αλλαγές και παρεμβάσεις, ήταν υποχρεώσεις που έπρεπε να τις είχαμε αναλάβει πολύ πριν έρθει η τρόικα. Έχω πει, σε ανύποπτο χρόνο, ότι ποτέ δεν θα γνωρίζαμε την τρόικα, ποτέ δεν θα ξεσπούσε αυτή η κρίση, αν διαρθρωτικές αλλαγές είχαν γίνει στην ελληνική οικονομία από την επομένη της ένταξης στην ΟΝΕ. Είτε αυτές οι διαρθρωτικές αλλαγές αφορούσαν το ασφαλιστικό, είτε αυτές οι αλλαγές αφορούσαν τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς αγαθών και υπηρεσιών. Δυστυχώς, αφήναμε τις τιμές και τον πληθωρισμό στη χώρα μας να ξεφεύγουν, χωρίς κάποιος να κάνει το πολύ απλό ερώτημα: Αυτή η ετήσια απώλεια της ανταγωνιστικότητας, που καταγράφονταν από το 2002,2003,2004 και μετά, και που αντανακλούσε στο δείκτη που λέγεται έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, πώς ακριβώς σκεφτόντουσαν όλοι αυτοί που το βλέπανε, να το αντιμετωπίσουν; Γιατί κάποια στιγμή, θα ερχότανε ο λογαριασμός.

Ήρθε, δυστυχώς, και κληθήκαμε να τον πληρώσουμε.

Ναι. Όταν έχετε ένα έλλειμμα, εγώ θυμάμαι χαρακτηριστικά, ότι το έτος 2007 ή το 2008 - δεν θυμάμαι ακριβώς - είχε ανακηρυχθεί “έτος του ανταγωνισμού”. Και εκείνη τη χρονιά, είχαμε το υψηλότερο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, που είχε καταγραφεί ποτέ στη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδος. Προφανώς, δεν υπήρχε επαφή με την πραγματικότητα. Πώς είναι δυνατόν να χαρακτηρίζεις μία χρονιά έτος ανταγωνισμού, όταν η χρονιά εκείνη, είναι η χειρότερη από άποψη επιδόσεων σε όρους ανταγωνιστικότητας, για την ελληνική οικονομία; Άρα, αυτό δείχνει, ότι το πολιτικό σύστημα αλλά ακόμη και οι επιχειρηματίες, δεν μπόρεσαν να κατανοήσουν ποιο είναι το περιβάλλον μέσα στο οποίο κλήθηκε να λειτουργήσει η ελληνική οικονομία μετά την ένταξη στην ΟΝΕ και βεβαίως, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τις αδιέξοδες επιλογές που κάναμε.

Ωραία. Κύριε Σαχινίδη, σας άκουσα και συμφωνώ σε όλα όσα είπατε, ήταν οξύμωρο αυτό το πράγμα που συνέβη τότε. Ούτε κι εγώ θυμάμαι αν ήταν το 2006 ή το 2007, θυμάμαι ότι ήταν ο κύριος Σιούφας στο Υπουργείο Ανάπτυξης. Πείτε μου όμως. Με την ίδια αυτή κατάσταση, με τους ίδιους αυτούς πολιτικούς, με τους ίδιους επιχειρηματίες, γιατί να πιστέψω εγώ –που θέλω να το πιστέψω- και πολλοί άλλοι που μας ακούνε τώρα κύριε Σαχινίδη, ότι θα καταφέρουμε εκείνο που - τουλάχιστον με ανοιχτές τις αγορές και με το χρήμα να ρέει δεν καταφέραμε - πώς θα το καταφέρουμε τώρα; Πώς, δηλαδή, θα κατορθώσουμε να φτιάξουμε μία οικονομία που θα δουλεύει σοβαρά, δεν χρειάζεται να κάνει booming, αλλά χρειάζεται ν’ αυξάνει σιγά-σιγά τον πλούτο. Πώς θα το καταφέρουμε τώρα; Τι το διαφορετικό υπάρχει αυτή τη στιγμή;

Θέλω να πιστεύω, ότι η κρίση, κάνει πολλούς από αυτούς που συμμετείχαν στη διαμόρφωση των συνθηκών, μέχρι και την ημέρα του ξεσπάσματος της κρίσης, να κατανοήσουν πόσο λάθος ήταν οι επιλογές που έκαναν. Αναφέρομαι τώρα στους επιχειρηματίες και σε ότι αφορά τους πολιτικούς, ότι κατάλαβαν , πόσο λάθος ήταν ο τρόπος με τον οποίο αντιλήφθηκαν ότι πρέπει να διαχειρίζονται την κρατική εξουσία. Είναι πάρα πολύ δύσκολο, άνθρωποι οι οποίο συνέβαλλαν στην οικοδόμηση αυτού του λανθασμένου παραγωγικού μοντέλου, να είναι οι ίδιοι, οι οποίοι θα συμβάλλουν στη δημιουργία ενός νέου παραγωγικού μοντέλου. Είμαι όμως ανάμεσα σ’ εκείνους που πιστεύουν ότι πρέπει να διδασκόμαστε από τα λάθη μας και να μπορούμε να τα επανορθώσουμε κάνοντας τις σωστές επιλογές. Σαφώς, είναι μια περίοδος που χρειάζεται να γίνει άνοιγμα σε νέους ανθρώπους, σε νέους πολιτικούς, σε νέους επιχειρηματίες, οι οποίοι έχουν κάποια τεχνογνωσία, οι οποίοι θέλουν πραγματικά να επενδύσουν πάνω στην καινοτομία και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που αυτή την στιγμή προσφέρονται, αρκεί βεβαίως, να διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες. Γιατί αντιλαμβάνεστε. Σ’ ένα περιβάλλον περιορισμένης ρευστότητας και αυτό θα είναι το περιβάλλον των επόμενων χρόνων. Παρά την ανακεφαλαιοποίηση, μην περιμένετε από τις τράπεζες να αρχίσουν να δίνουν δάνεια, με τους ρυθμούς και τις ταχύτητες του παρελθόντος.

Ήμουν έτοιμος να σας ρωτήσω γι’ αυτό. Γιατί εσείς οι πολιτικοί - και δεν εννοώ εσείς προσωπικά - αλλά οι πολιτικοί σπεύδετε και έσπευσε και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, φώναξε τις Διοικήσεις των τραπεζών, τη Διοίκηση του Ταμείου της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και μέσα εκεί σ’ αυτή την ατμόσφαιρα, είπαν “τι ωραία που τέλειωσαν οι επανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, ώρα να χαμηλώσετε τα επιτόκιά σας και να μοιράσετε αυτό το φθηνό χρήμα”. Είμαστε εκεί, κύριε Σαχινίδη, ή μήπως βιαζόμαστε;   

Είμαστε μακριά από εκεί. Είμαστε πολύ μακριά από εκεί. Προσωπική μου άποψη, είναι ότι οι τράπεζες αυτή τη στιγμή εξακολουθούν να έχουν ένα προβληματικό χαρτοφυλάκιο και θα πρέπει να παρθούν δύσκολες και σκληρές αποφάσεις σε ό,τι αφορά αυτό το προβληματικό χαρτοφυλάκιο. Γιατί σε ένα μεγάλο βαθμό, αφορά αυτό το χαρτοφυλάκιο, δάνεια που χορήγησε το ελληνικό τραπεζικό σύστημα σε επιχειρήσεις, οι οποίες δεν είναι ανταγωνιστικές και δεν είναι εξωστρεφείς και πιθανότατα επιχειρήσεις, οι οποίες δεν έχουν μέλλον και προοπτική.

Άρα, αυτές είναι και επιχειρήσεις που συναντούν τα μεγαλύτερα προβλήματα και καθυστερούν τις πληρωμές τους ή ήδη εμφανίζονται με τα “κακά” δάνεια. Και δεν υπάρχει ελπίδα να τους δώσουμε λεφτά και να τα καταφέρουν;

Θα είναι λάθος να συνεχίσουμε να δίνουμε δάνεια σε επιχειρήσεις, οι οποίες δεν είναι ανταγωνιστικές,  δηλαδή ανήκουν σε εκείνο το διογκωμένο μη παραγωγικό και μη ανταγωνιστικό τμήμα της οικονομίας. Να συνεχίσουμε να δίνουμε σε αυτές δάνεια, που ούτως ή άλλως είναι προβληματικές και να στερούμε την όποια μικρή διαθέσιμη ρευστότητα από νέες επιχειρήσεις, από νέους ανθρώπους, οι οποίοι προσπαθούν να μπουν σε εκείνο το κομμάτι της οικονομίας, που χαρακτηρίζεται για την εξωστρέφειά του ή για την ανταγωνιστικότητά του. Η ανάπτυξη στην Ελλάδα στο μέλλον, κ. Παπαδημητρίου, θα έρθει είτε μέσα από την υποκατάσταση των εισαγωγών, που σημαίνει αυτό, ότι θα πρέπει να ξεκινήσουν νέες επιχειρήσεις που θα υποκαταστήσουν εισαγόμενα προϊόντα και θα πρέπει να είναι αρκετά ισχυρές και ανταγωνιστικές. Επίσης, και με την αύξηση των εξαγωγών. Αυτή η μεταστροφή από το παλιό παραγωγικό πρότυπο στο νέο, προϋποθέτει χρόνο, προϋποθέτει κίνητρα…
Σκληρή δουλειά.

Πολύ σκληρή δουλειά.

Κύριε Σαχινίδη, η υποκατάσταση των εξαγωγών για την οποία δε μιλούμε καθόλου. Γιατί είδαμε λίγο τις εξαγωγές να κάνουν ένα βήμα μπροστά.

Δεν έχουν αυξηθεί ιδιαίτερα οι εξαγωγές.

Αυτό που έχει κοπεί είναι οι εισαγωγές. Το έλλειμμα μειώθηκε επειδή κόπηκαν οι εισαγωγές. Αλλά κόπηκαν υπό το καθεστώς της λιτότητας. Δηλαδή, απλώς, δε φέραμε αυτοκίνητα. Διότι δεν πουλιέται τίποτα.

Θα πρέπει να είδατε τη συνέντευξη του κ. Γκρος στην Καθημερινή, ο οποίος εξεδήλωσε ικανοποίηση από τη διατήρηση υψηλών επιπέδων ανεργίας στην Ελλάδα. Αυτό το οποίο είπε ο κ. Γκρος είναι ότι «είχατε ένα μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και μόνο όσο διατηρείται η ανεργία σε τόσο υψηλά επίπεδα, μειώνεται η κατανάλωση και επομένως, μπορείτε να εξισορροπήσετε τη διαφορά…»

Ναι. Αλλά είναι ο πιο βάναυσος τρόπος για να διορθώσεις το εξωτερικό σου ισοζύγιο.

Εγώ συμφωνώ μαζί σας, γι’ αυτό και διαφωνώ με την προσέγγιση, την οποία έκανε ο κ. Γκρος και σε μία παρουσίαση, σε μία εκδήλωση που πρόσφατα έγινε από το ΙΟΒΕ.

Όμως κ. Σαχινίδη, πρέπει επομένως να βάλουμε τον κόσμο στη δουλειά, να φτιάξει προϊόντα που θα πουληθούν στην Ελλάδα. Η πλευρά της εργασίας κ. Σαχινίδη “μάτωσε” πολύ, έδωσε και δεν έχει και πολλά να δώσει ακόμη και η ανεργία έτσι κι αλλιώς, καθιστά αδύνατη, οποιαδήποτε διεκδίκηση μισθολογικών αυξήσεων. Είναι αστείο, ακόμη και που το συζητώ.

Αυτό που λέτε επιβεβαιώνει και την άποψη που έχω διατυπώσει. Δεν την επικαλούμαι ως κάτι το οποίο ανακάλυψα προσωπικά. Και πολλοί άλλοι Έλληνες οικονομολόγοι το έχουν πει. Ότι, δυστυχώς, ξεκινήσαμε από λάθος σημείο τις διαρθρωτικές αλλαγές. Αντί να ξεκινήσουμε τις διαρθρωτικές αλλαγές από την αγορά αγαθών και υπηρεσιών, τις ξεκινήσαμε απότομα από την αγορά εργασίας και ιδιαίτερα από τον ιδιωτικό τομέα, χωρίς αυτό να μετατραπεί σε κάποιο όφελος πραγματικό για την ελληνική οικονομία.

Ναι. Αλλά αυτό έχει γίνει τώρα κ. Σαχινίδη. Δηλαδή η εργασία τώρα είναι φτηνή. Το ζήτημα είναι, όμως, ότι παρόλα αυτά δε φαίνεται να υπάρχει ενδιαφέρον στην πλευρά των επιχειρηματιών, να κάνουν καινούριες δουλειές και επομένως να πάρουν αυτή τη φτηνή εργασία και να φτιάξουν φτηνά προϊόντα για την ελληνική αγορά, τα οποία θα αντικαθιστούν τα εισαγόμενα. Είτε αυτά που ακόμη έρχονται είτε εκείνα που “κόψαμε” γιατί είναι ακριβά για να τα πληρώνουμε. Άρα που είναι η λύση; Επιμένω. Πώς είναι δυνατόν οι ίδιοι επιχειρηματίες και οι ίδιοι πολιτικοί που είχαμε στο παρελθόν να βρουν τη λύση τώρα ενώ κάνανε εκείνα τα λάθη για τα οποία μιλήσατε;

Στην προχθεσινή μου τοποθέτηση στην εκδήλωση που κάναμε στο ΙΣΤΑΜΕ για το ποια είναι η ανάπτυξη την οποία επιθυμούμε, έθεσα ακριβώς το ίδιο ερώτημα. Και είπα: «Επειδή δεν πιστεύω ότι η ελληνική οικονομία θα λύσει τα προβλήματα από μόνη της, ανήκω σ’ αυτούς που υποστηρίζουν ότι πρέπει να διεκδικήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερες επενδύσεις από το εξωτερικό, είτε μέσω της συμμετοχής των ξένων σε προγράμματα αποκρατικοποίησης της Ελλάδος, είτε δίνοντάς τους τη δυνατότητα να κατανοήσουν ποιο είναι το νέο περιβάλλον στην Ελλάδα και να έρθουν να επενδύσουν εδώ στην Ελλάδα». Και αν και αυτό δε δουλέψει, γιατί εξακολουθεί να υπάρχει αβεβαιότητα, γιατί εξακολουθούν πάρα πολλοί να έχουν επιφυλάξεις, θεωρώ πλέον ότι η Ευρώπη θα πρέπει να προσανατολιστεί προς τη δημιουργία ενός ειδικού σχεδίου ενίσχυσης των οικονομιών των χωρών του Νότου, στη λογική του σχεδίου Μάρσαλ. Γιατί εάν υπάρχει αυτή η αβεβαιότητα για πολύ καιρό, διότι είναι μια αβεβαιότητα, που δεν αφορά ειδικά την Ελλάδα αλλά ειδικότερα τις χώρες του Νότου και δεν έρχονται ούτε οι ξένοι επενδυτές, δυσκολεύομαι να δω πώς, με τα μικρά κεφάλαια του προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, θα μπορέσει να πάρει μπρος η ελληνική οικονομία. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα έχουμε μία ανάπτυξη χωρίς πίστωση, δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα έχουμε μία ανάπτυξη χωρίς επενδύσεις από το πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων που δεν είναι ισχυρές. Άρα, κάτι πρέπει να γίνει. Και αυτό το κάτι, πρέπει να είναι στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής ατζέντας.

Μάλιστα και πρέπει να το βρούμε αυτό κ. Σαχινίδη. Διότι αλλιώς, θα τα συζητήσουμε ελπίζω σε μία επόμενη ευκαιρία. Αλλιώς, θα κολλήσουμε στη στασιμότητα και ίσως αυτό να είναι εξίσου εσφαλμένο. Σίγουρα είναι τραγικό.
Σίγουρα η λιτότητα και η εμμονή στη λιτότητα από εδώ και πέρα είναι εσφαλμένη. Η Ελλάδα το διαρθρωτικό της έλλειμμα το έχει αντιμετωπίσει. Ήρθε η ώρα της ανάπτυξης.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.