ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

KANNEΣ, από τη Συνωμοσία στην Αθανασία

Δεν μας επαινούν για το πρωτογενές πλεόνασμα, για τις μεταρρυθμίσεις, για την ταχύρρυθμη προσαρμογή, δεν γίναμε Ευρώπη με την αξία μας κι όχι με ξένες πλάτες, σκοτώνοντας τις συντεχνίες; Προς τι, αλήθεια, όλ’ αυτά, για να προσγειώνεσαι στ’ αεροδρόμιο της Νίκαιας και να κινδυνεύεις να αποκλειστείς επειδή το θέλει ο Λυμπερόπουλος της περιοχής; Όχι μόνον απεργούν οι ταξιτζήδες αλλ’ έχουν περικυκλώσει τις εξόδους για τον δρόμο που οδηγεί στις Κάννες. Τουρίστες και φεστιβαλιστές διαμαρτύρονται, σ’ αρκετές γλώσσες ή διαλέκτους.

Τελικά, μας φυγαδεύουν στον σταθμό της πόλης και η περιπέτεια λήγει. Ζήτω οι γαλλικοί σιδηρόδρομοι, όμως είχε κάποιο νόημα εκείνη η «συνωμοσία» εδώ στις Κάννες, τότε, με Μπαρόζο, Μέρκελ, Σαρκοζί και Παπανδρέου σε ρόλους πρωταγωνιστών; Έπρεπε ν’ αλλάξουν όλα για να μην αλλάξει, εντέλει, τίποτε;

Αμφιβολίες, σκοπιμότητες, καχυποψία, μνημόνια, διάλυση, κατάθλιψη. Διπλής ανάγνωσης τα πάντα, σαν τις διπλές και τριπλές εκλογές. Μια έρευνα του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ συμπεραίνει πως «η μακροβιότητα εξαρτάται από το τι διαβάζει κανείς πρώτα στην εφημερίδα», τα κόμικς ή τις κηδείες; Ε, λοιπόν, στις Κάννες δεν διαβάζουν Financial Times, αγοράζουν μόνο τη NICE – MATIN. Πρωτοσέλιδα γεμάτα με αστέρες, τουαλέτες και χρυσόσκονη. Γυρίζοντας την πλάτη στη συνωμοσία, στρέφεις την προσοχή στην αθανασία. Για την ακρίβεια, η διαρκής συνωμοσία των Καννών έγκειται στην πολύχρονη, βελτιωμένη εφαρμογή μιας απλής ομολογουμένως συνταγής, πως δηλαδή τα παιχνίδια των εντυπώσεων και μιας ορισμένης οπτικοακουστικής εξουσίας να σκηνοθετούνται και να καταναλώνονται ως μερίδια κι εκφάνσεις της αθανασίας.

Ναι, το διασημότερο και μεγαλύτερο φεστιβάλ του κόσμου θυμίζει αρκετά την Καθολική Λειτουργία. Ας υπάρχουν σμόκιν και βερμούδες, ημίγυμνες νεαρές και ταραγμένοι τροχονόμοι, αστραφτερές λιμουζίνες και μαύρες διαπραγματεύσεις, μαθητριούλες, μαστροποί και πλοιοκτήτες, βεντέτες κι επισκέπτες, έρχεται στιγμή που ο ναός του εμπορίου (το Marche) κι ο ναός της τέχνης (το Palais) σμίγουν αρμονικά καθώς όλοι επιδιώκουν ν’ αγγίζουν την κορυφή, εκεί όπου, ο Θεός (η επιτυχία; Ο Χρυσός Φοίνικας;) περιμένει να τους ευλογήσει. Μεταξύ των ευλογημένων περιπτώσεων κι αρκετοί απόντες, αρκεί να τους θυμηθούν, έστω προς ίδιον όφελος, οι εργολάβοι της κινηματογραφικής αθανασίας. Ακόμα καλύτερα αν ανήκουν στον κόσμο του θεάματος, της μόδας ή της τέχνης. Φέτος είναι η σειρά του Υβ «Σαιν Λοράν», του «Μίστερ Τέρνερ» και της «Γκρέις του Μονακό». Το πορτρέτο του εκκεντρικού σχεδιαστή το υπογράφει ο συμπατριώτης του Μπερνάρ Μπονελά, ενώ ο Μάικ Λι ασχολείται, άγνωστο γιατί, με τον Τζον Τέρνερ, τον Άγγλο ζωγράφο του 19ου αιώνα. Τις δύο μετριότατες βιογραφίες τις συμπληρώνει μια Τρίτη, η πλέον κραυγαλέα. Και να σκεφτεί κανείς ότι ο κατασκευαστής της είναι ο Ολιβιέ Νταν, υπερεκτιμημένος προ εξαετίας για τη «Ζωή σαν τριαντάφυλλο». Αλλ’ ενώ η Μαριόν Κατιγιάρ, δεν υποδύθηκε απλώς, «ενσάρκωσε» κυριολεκτικά την Εντίθ Πιάφ και, ως άλλο «σπουργιτάκι» κατέκτησε το όσκαρ, τώρα, η πρώην ντίβα που ακούει στο όνομα Νικόλ Κίντμαν, μάλλον και μόνον τον ίδιο της τον εαυτό περιφέρει στη διάρκεια της ταινίας παρά επιχειρεί να ζωντανέψει την γόησσα του ’50, την ηρωίδα του Άλφρεντ Χίτσκοκ («Σιωπηλός μάρτυς») που εγκατέλειψε τον μαιτρ του θρίλερ και το Χόλιγουντ για να γίνει το ζωντανό κόσμημα του Μόντε Κάρλο, σύζυγος του Ρενιέ και πριγκίπισσα ενός κρατιδίου, μεταξύ παραμυθιού και πραγματικότητας. Στις Κάννες με τον Κάρι Γκραντ για το «Κυνήγι του κλέφτη», πάλι του Χίτσκοκ. Γνωριμία, έρωτας, γάμος. Φινάλε για την ηθοποιό, αλλαγή σελίδας.

Τριγύρω, ο Ωνάσης, η Κάλλας, πολιτικοί και διασημότητες, στο μέσον η εκτυφλωτική Γκρέις, κομψή κι απόμακρη, προσφιλής κι αριστοκρατική. Πώς να την αντιγράψει, άραγε, οποιαδήποτε άλλη; Το μακιγιάζ, το χτένισμα, τα γυαλιά, τα μαντήλια και τα φίνα αξεσουάρ δεν σώζουν την πρωταγωνίστρια, σε μόνιμη καθοδική πορεία ύστερα από το «Dogville» του Λάρς φον Τρίερ και την συνεχή ενασχόληση με την πλαστική χειρουργική. Ως Βιρτζίνια Γουλφ στις «Ώρες» είχε τιμηθεί με όσκαρ η Κίντμαν, ως Γκρέις σημειώνει παταγώδη αποτυχία. Όμως, οι βιογραφίες δεν θα πάψουν να δολοφονούν τα πρόσωπα απ’ όπου κατάγονται αφού το μεγάλο κοινό δείχνει ενδιαφέρον για το είδος, παγκοσμίως. Σαν να πρόκειται για επανάληψη του εγκλήματος. Θυσιάζονται οι επαγγελματίες σκηνοθέτες και ηθοποιοί, οι μυθικές προσωπικότητες κατακτούν την αθανασία, εμείς οι κοινοί θνητοί, χειροκροτούμε ή αποδοκιμάζουμε, κατά περίπτωση. Όσο για τα διεθνή φεστιβάλ, η παρέλαση ειδώλων και αστέρων να συνεχίζεται χωρίς ανάσα..
Ζήσε το σήμερα και άσε τους άλλους να ονειρεύονται την αθανασία…

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.