ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ

Μια ηλιόλουστη μέρα στην Αθήνα

«Από πού πάνε για την Ακρόπολη, παρακαλώ;». Την συναντάω έξω από το Σύνταγμα. Ούτε τριάντα δε μου φαίνεται. Κρατάει δυο παιδιά προσχολικής ηλικίας από το χέρι και με το βλέμμα ψάχνει το χάρτη στο μετρό. Εκπαιδευτικός από τη Βόννη, πήρε μια βδομάδα  άδεια και αποφάσισε να επισκεφτεί με τα παιδιά της την Ακρόπολη και τους Δελφούς. Το πρωινό είναι ηλιόλουστο. Οκτώβρης και νομίζεις ότι μπαίνει η Άνοιξη. Τουρίστες κάνουν βόλτες στους αθηναϊκούς δρόμους απολαμβάνοντας το ζεστό καιρό και την ελληνική φιλοξενία. Η Ακρόπολη στέκει περήφανη μέσα στο διάφανο φως. Σκέφτομαι ότι και φέτος θα γιορτάσουμε την 73η επέτειο της απελευθέρωσης της Αθήνας. Ως γνωστό η Ελλάδα προτιμά αντί της 12ης Οκτωβρίου, που τελείωσε ο Πόλεμος να θυμάται την αρχή του και να τιμά την 28η Οκτωβρίου. Διόλου τυχαίο ότι μετά την απελευθέρωση της Αθήνας ακολουθούν τα Δεκεμβριανά και ο Εμφύλιος που κράτησε τρία χρόνια.

Η ημέρα της απελευθέρωσης της Αθήνας ήταν «η πιο όμορφη, η πιο ελαφριά μέρα του κόσμου», γράφει ο Σεφέρης. Ήταν ένα λαμπερό φθινοπωρινό πρωινό. Ημέρα Πέμπτη. Στις 9:15 ακριβώς η γερμανική φρουρά της Ακρόπολης  κατέβασε την ναζιστική σημαία μετά από 1.624 μέρες κατοχής. Ένας στρατιώτης τύλιξε βιαστικά το ναζιστικό σύμβολο και αποχώρησε βιαστικά από τον Ιερό Βράχο.

Λίγο πριν την αναχώρηση από την Αθήνα Τάγματα Ασφαλείας κλείνονται στο Γουδί ενώ ένα μικρό Γερμανικό απόσπασμα παραμένει στον Πειραιά για να προξενήσει καταστροφές. Την ίδια ώρα ένα τμήμα των Γερμανών κατακτητών , σαν μια κίνηση «ανωτερότητας» καταθέτει στεφάνι στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη.

Το πρωί της 12ης Οκτωβρίου 1944 ο Γερμανός αντιπτέραρχος, στρατιωτικός διοικητής Νοτίου Ελλάδος Χέλμουτ  Φέλμι συνοδευόμενος από τον διορισμένο δήμαρχο  Γεωργάτο κατέθεσε ένα στεφάνι στον  «Άγνωστο Στρατιώτη», το οποίο ποδοπατήθηκε από τους εκατοντάδες Αθηναίους πολίτες που γιόρταζαν το τέλος του Πολέμου.  Προτού  ακόμα οι Γερμανοί αποχωρήσουν από την Αθήνα, ο κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους, κρατώντας σημαίες. «Ήταν ένα κάρο φορτωμένο νέους και νέες που ξεφωνίζανε. Στο άλογο που τραβούσε το κάρο καθότανε καβάλα μια γυναίκα μελαχρινή σα γύφτισσα που είχε στο κεφάλι και στους  ώμους ένα σάλι επαναστατικά κατακόκκινο. Φορούσε κίτρινο φουστάνι κι είχε διάφορα χαϊμαλιά στο στήθος, κρατούσε μια ελληνική σημαιούλα και ξεφώνιζε  τραγουδώντας "Απ’τα κόκκαλα βγαλμένη..." . Μια παρέα μάγκες γυρίζανε με ένα χαρτονένιο Χίτλερ κρεμασμένο σε κοντάρι και φωνάζανε ρυθμικά "Εμπατίρησε"(καινούργια λέξη argot)…Πολλά τραμ και καμιόνια ανεβοκατέβαιναν τους κεντρικούς δρόμους  φορτωμένα παιδιά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που φωνάζανε συνθήματα των οργανώσεων τους. Είδα και μια παρέλαση πιτσιρίκων με ξύλινα τουφέκια, του "παιδικού μετώπου" του ΕΑΜ», γράφει ο Γιώργος Θεοτοκάς για την ημέρα της απελευθέρωσης.

Ο Αθηναϊκός λαός από την Ομόνοια ως το Σύνταγμα πανηγύριζε με ένας πρωτοφανές αυθόρμητο ξέσπασμα. Άλλοι γέλαγαν, άλλοι έκλαιγαν  και όλοι αγκαλιαζόντουσαν.

Οι τελευταίες μέρες της Κατοχής ήταν οδυνηρές για τους κατοίκους της πρωτεύουσας. Δυο μέρες πριν την εκκένωση της Αθήνας, τα Γερμανικά Τάγματα Ασφαλείας εκτέλεσαν 47 ανθρώπους και έκαψαν 400 σπίτια στα παράλια της Ανατολικής Αττικής ενώ την παραμονή της απελευθέρωσης επιτέθηκαν στην προσφυγική Καισαριανή και δολοφόνησαν με απαγχονισμό τους αγωνιστές του ΕΛΑΣ. Ξημερώματα άρχισε η αποχώρηση των περισσοτέρων Γερμανών και οι ελάχιστοι που είχαν απομείνει έφευγαν με σκυμμένο κεφάλι. Ώρα 11 π.μ. Οι Γερμανοί εκκενώνουν την πρωτεύουσα. Η Αθήνα κηρύχτηκε ανοχύρωτη. Στις συνοικίες εκατοντάδες άνθρωποι στήνουν μεγάλη γιορτή  ενώ αντιπροσωπία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ καταθέτει στεφάνι στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Γαλανόλευκες και κόκκινες σημαίες υψώθηκαν στα περισσότερα κτίρια. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Γεώργιος Παπανδρέου ύψωσε την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη. Η Ελλάδα θρηνούσε 45.000 νεκρούς από την πείνα, 1800 εκτελεσθέντες και 2000 νεκρούς από τις εμφύλιες συγκρούσεις. Η γερμανική κατοχή όχι μόνο σκόρπισε παντού το θάνατο αλλά κατέστρεψε όλες τις υποδομές. Η οικονομική κατάσταση της χώρας ήταν ζοφερή και ο Εμφύλιος προ των πυλών.

«Από πού πάνε για την Ακρόπολη», η Γερμανίδα με κοιτάζει χαμογελώντας πλατιά. Στεκόμαστε στην έξοδο. Τα μικρά φαίνονται ενθουσιασμένα. Από τις σπάνιες φορές που βλέπω πιτσιρίκια να περιμένουν όλο προσμονή την επίσκεψη σε αρχαιολογικό χώρο. «Τους έχω δείξει φωτογραφίες της Ακρόπολης, έχουν διαβάσει την Ιστορία και λατρεύουν τους ελληνικούς μύθους», λέει η Γερμανίδα  ψάχνοντας λεφτά να πληρώσει τα κουλούρια από τον πλανόδιο πωλητή. Τα πιτσιρίκια  ξεφωνίζουν  και τρέχουν πάνω στο πλακόστρωτο, απολαμβάνοντας την σχεδόν καλοκαιρινή μέρα. «Να φανταστείς, ο μεγάλος, ο Χανς θέλει να πάμε στην Νεμέα . Λατρεύει τον Ηρακλή», λέει και πιάνοντας τα παιδιά της από χέρι ετοιμάζεται να ανηφορίσει για την Ακρόπολη. Η αμηχανία μου μάλλον είναι εμφανής. Σκέφτομαι μελαγχολικά την πιθανότητα κάποια συνομήλικα ελληνόπουλα  να μην έχουν επισκεφτεί τον Ιερό Βράχο. «Αυτό σημαίνει ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί. Και κάνουμε λάθος», μου φώναξε και χάθηκε μέσα στο γκρουπ των Κινέζων. Γυρίζω και κοιτάζω την Ακρόπολη. Ασάλευτη. Πανέμορφη.

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια.

Υποβολή απάντησης

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιο σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ.
Παρακαλώ εισάγετε το email σας εδώ.